Ο πρώην πλέον προπονητής του ΠΑΟΚ, Γιώργος Δώνης, μίλησε στην «King Bet» για τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Δύο ομάδες από την ίδια χώρα στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ.
«Προφανώς, είναι μια δικαίωση για το γερμανικό ποδόσφαιρο. Και μια δικαίωση για τη δουλειά στις υποδομές που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία. Αποδεικνύει ότι η δουλειά αυτή έπιασε τόπο και το… προϊόν, το γερμανικό ποδόσφαιρο, αναβαθμίστηκε πλήρως. Βεβαίως, παραδέχομαι ότι δεν μου αρέσει ο τελικός να αποτελείται από ένα ζευγάρι ομάδων από την ίδια χώρα. Ξέρουμε ότι ο θεσμός του Τσάμπιονς Λιγκ έχει αλλάξει κι αυτό, ένας “εμφύλιος” δηλαδή, είναι πιθανό να συμβεί. Θα προτιμούσα να ήταν δύο ομάδες από διαφορετικές χώρες, αλλά δεν θα πρέπει να αδικήσουμε την προσπάθειά τους. Και η Μπάγερν και η Ντόρτμουντ έφτασαν δίκαια στον τελικό».
– Η Μπάγερν προβάλλει δίκαια ως φαβορί;
«Και η Ντόρτμουντ είναι δίκαια στον τελικό. Μας το απέδειξε όταν απέκλεισε στα ημιτελικά τη Ρεάλ. Ωστόσο, η Μπάγερν αυτή τη στιγμή είναι μακράν η καλύτερη ομάδα στον κόσμο. Αν και σε έναν τελικό, ειδικά σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, δεν μπορείς να προδικάσεις το αποτέλεσμα, η Μπάγερν ναι, είναι το φαβορί. Βεβαίως, το ότι είναι φαβορί τής δημιουργεί μεγαλύτερο άγχος σε σχέση με την άπειρη σε τέτοια παιχνίδια Ντόρτμουντ. Και πώς να μην έχει άγχος η Μπάγερν μετά το περσινό στραπάτσο με την Τσέλσι. Ωστόσο, είναι το δίκαιο φαβορί».
– Ποια είναι η κύρια διαφορά τους;
«Και οι δύο είναι ομάδες με ταυτότητα στο παιχνίδι τους. Και δεν περιμένουν ένα παιχνίδι για να αλλάξουν κάτι. Αυτό που πιστεύω ότι θα παίξει ρόλο θα είναι η μέρα που θα βρεθούν οι σημαντικοί ποδοσφαιριστές, η ψυχολογία και οι λεπτομέρειες που κρίνουν έναν αγώνα στο ποδόσφαιρο».
– Η Ντόρτμουντ θα βάλει σκοπιμότητα στο παιχνίδι της;
«Στη φετινή της πορεία αντιμετώπισε πολλές δύσκολες ομάδες, όπως η Μάντσεστερ Σίτι και η Ρεάλ Μαδρίτης. Ειδικά στα εκτός έδρας παιχνίδια επέλεξε μια διαφορετική τακτική, με ένα σχήμα με τους ίδιους παίκτες μεν, αλλά που περισσότερο έμοιαζε με 4-5-1 αντί για το 4-2-3-1 που την έχουμε συνηθίσει. Είχε επιλέξει να περιμένει τον αντίπαλο και κατόπιν να χτυπήσει στον κενό χώρο. Και στον προημιτελικό του Κυπέλλου Γερμανίας με την Μπάγερν το είχε επιλέξει. Αυτό περιμένω να πράξει και στον τελικό. Οταν η Ντόρτμουντ έχει την μπάλα είναι επικίνδυνη και μπορεί να σκοράρει εύκολα».
– Τι έχει να φοβάται η καθεμία;
«Σε αυτό το επίπεδο, ειδικά με τέτοια ποιότητα και τεχνική που διαθέτουν και οι δύο ομάδες, νομίζω τίποτε. Το επίπεδο είναι υψηλότατο και στις δύο ξεχωρίζει ο γρήγορος ρυθμός που έχουν. Αυτός ο ρυθμός είναι εξαντλητικός. Παίζουν γρήγορα με την μπάλα στα πόδια. Στην Μπάγερν ο Ρόμπεν, ο Ριμπερί και μπροστά ο Μάντζουκιτς κάνουν τη διαφορά, φυσικά με τη συμμετοχή των υπολοίπων παικτών. Στην Ντόρτμουντ ο Ρόις είναι ένας εντυπωσιακός ποδοσφαιριστής. Τη μεγάλη διαφορά, ειδικά όταν έχει την μπάλα στα πόδια ή όταν διεισδύει, την κάνει ο Λεβαντόφσκι, αλλά η Ντόρτμουντ βγάζει πολλούς παίκτες στην επίθεση, μετέχουν και οι μπακ και οι εξτρέμ και πιέζει ομαδικά».
– Γιουπ Χάινκες. Τι ψυχολογία θα έχει ένας προπονητής που γνωρίζει ότι αποχωρεί;
«Είναι μια περίεργη συγκυρία να είσαι προπονητής μιας ομάδας σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ και να γνωρίζεις ότι σε λίγες ημέρες δεν θα είσαι στη θέση αυτή. Θεωρώ ότι σε κάθε προπονητή και σε κάθε ποδοσφαιριστή, ακόμη κι αν είναι το τελευταίο του παιχνίδι, μετράει η φιλοδοξία και το “θέλω να πετύχω”. Ποιος δεν θα ήθελε να τελειώσει την καριέρα του στον σύλλογο με τον μεγαλύτερο τίτλο; Αυτό που θα κυριαρχήσει στον Χάινκες είναι μια έντονη συναισθηματική φόρτιση, αλλά κυρίως η δίψα να αποχωρήσει νικητής. Πήρε το πρωτάθλημα, διεκδικεί το Κύπελλο και θα ήθελε πολύ το τρεμπλ. Αυτό ισχύει για κάθε προπονητή ανεξαρτήτως ηλικίας και η δίψα για την απόλυτη επιτυχία θα σβήσει όποια κακή ψυχολογία ενόψει της επικείμενης αποχώρησής του».
– Και απέναντί του ο πρωτάρης σε τελικό Γιούργκεν Κλοπ. Θα παίξει ρόλο;
«Πρωτάρης μεν, αλλά κάθε προπονητής που δουλεύει χρόνια σε μια ομάδα γνωρίζει πια πολύ καλά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των παικτών του. Δεν θα επηρεαστεί από την έλλειψη πείρας σε τέτοιο αγώνα. Ο Κλοπ έχει συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό του. Είναι ενθουσιώδης, είναι πιο νέος ηλικιακά, αλλά έχει, και δίκαια, φοβερές φιλοδοξίες. Δεν νομίζω ότι το άγχος του πρωτάρη θα αλλάξει κάτι στο πώς αντιμετωπίζει έναν αγώνα, ακόμη και τον τελικό».
– Και πού καταλήγουμε;
«Οτι σε τέτοια μεγάλα παιχνίδια, όπως ο τελικός του Τσάμπιονς Λιγκ, οι προπονητές έχουν τη μικρότερη επιρροή. Οι παίκτες ζουν και αναπνέουν για αυτή τη βραδιά και θα βγάλουν τον καλύτερό τους εαυτό, σε ένα ματς που θα τους βλέπουν δισεκατομμύρια σε όλον τον κόσμο».
– Τελικός στο «Γουέμπλεϊ». Τι θυμάσαι από την εμπειρία σου στην Αγγλία;
«Πλέον, στα προηγμένα ποδοσφαιρικά κράτη, υπάρχει πολύς κόσμος και καυτή ατμόσφαιρα, όπως στην Μπουντεσλίγκα. Στην Αγγλία οι συνθήκες κάθε αγώνα είναι τέτοιες που δημιουργούν την αίσθηση απόλαυσης και διασκέδασης. Δεν το βλέπουν ως μια… καταστροφή, “πω πω, τι θα κάνουμε”, όπως εμείς εδώ στην Ελλάδα. Στην Αγγλία, αυτό που κυριαρχεί είναι η προσπάθεια, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Είναι μια χώρα που σέβεται το άθλημα και σου προσφέρει τις ιδανικές συνθήκες για να παίξεις μπάλα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον πρώτο καιρό στην Μπλάκμπερν που έβλεπα να μας χειροκροτούν ακόμα και όταν είχαμε ηττηθεί».
– Το ότι ο τελικός είναι γερμανικός «εμφύλιος» θα επηρεάσει το θέαμα, όπως έγινε παλιότερα στα Γιουβέντους – Μίλαν και Γιουνάιτεντ – Τσέλσι;
«Δεν μπορείς ποτέ να προδικάσεις τι θα γίνει. Οταν κρίνεται ένας τίτλος, οι ομάδες είναι πιο σφιγμένες, πιο συγκεντρωμένος για να αποφύγουν κάθε λάθος που μπορεί να κοστίσει και να διαμορφώσει το αποτέλεσμα. Ως ουδέτεροι, προφανώς θα θέλαμε, για παράδειγμα, ένα γκολ στο πρώτο ημίωρο για να ανοίξει ο ρυθμός και να παρακολουθήσουμε γκολ και θέαμα. Ωστόσο, συνήθως οι δύο φιναλίστ σκέφτονται και ζυγίζουν το τακτικό κομμάτι και το πώς θα περιορίσουν τον αντίπαλο. Θα είναι προσεκτικές επιθετικά και πιστεύω ότι έτσι θα κυλήσει τον πρώτο μέρος του τελικού».
– Τακτικά, υπερέχει κάποια ομάδα;
«Κρίνοντας από τη φυσική της λειτουργία μέσα στο γήπεδο, η Ντόρτμουντ. Είναι μια ομάδα που βγάζει πειθαρχία στο παιχνίδι της με συγκεκριμένες κινήσεις, τόσο επιθετικά όσο και αμυντικά. Εκεί όμως που η Μπάγερν υπερέχει είναι ο ρυθμός: η ομάδα του Χάινκες έχει πιο γρήγορο και πιο εξαντλητικό ρυθμό μέσα στον αγώνα. Συχνά η πίεση της Μπάγερν, εκτός των περιπτώσεων που η μπάλα βρίσκεται ήδη στην αντίπαλη άμυνα, ξεκινά από τις αρχές της πρώτης ζώνης επίθεσης με υπερφόρτωση του άξονα. Η Ντόρτμουντ παίζει άμυνα ζώνης με σωστές αποστάσεις για να μην δημιουργούνται κενά και εκμεταλλεύεται το πλάτος στο γήπεδο έχοντας κάθετη ανάπτυξη με μικρές και μεσαίες μεταβιβάσεις».
– Συνεπώς, καταλήγουμε σε βαυαρική υπεροχή;
«Σαφώς. Αν μιλούσαμε με ποσοστά, θα έδινα ένα 60-40 ή ακόμη ένα 65-35 υπέρ της Μπάγερν για να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης. Θα μου προκαλέσει τεράστια έκπληξη αν χάσει το τρόπαιο σε δεύτερο συνεχόμενο τελικό, ειδικά μετά την περσινή αποτυχία του Μονάχου».