Παρακολουθώντας τις τελευταίες μέρες την εξέλιξη της δράσης των μεγάλων ποδοσφαιρικών συλλόγων στα social media, την τελευταία λέξη σε αυτή την εξέλιξη, που είναι η χρήση και του instagram, μέσα από το οποίο οι σύλλογοι επικοινωνούν με τις μάζες και συγχρόνως μετρούν φήμη, απήχηση κλπ., είχα μπροστά μου ακόμη έναν λόγο που εξηγεί γιατί οι μεγάλες ομάδες καταφέρνουν να κερδίζουν νέο πληθυσμό, να γεννούν μαζικά νέους οπαδούς, να αυξάνουν τον πληθυσμό τους ανά τον πλανήτη, να προσπερνούν σε απήχηση και δημοφιλία ακόμη και τους μεγάλους τοπικούς συλλόγους σε ένα σωρό χώρες και να ισχυροποιούν τον δεσμό τους με τους οπαδούς τους που κατάγονται από άλλους τόπους.
Κάνε μόνος σου το πείραμα: βρες έναν πιτσιρικά, της +-20 ηλικίας και ρώτησέ τον ποια ομάδα υποστηρίζει. Αν δεν πετύχεις στην εξαίρεση, το πιθανότερο είναι ότι θα τον ακούσεις να ονοματίζει πρώτα έναν ξένο σύλλογο και μετά έναν ελληνικό. Ακόμη όμως και αν είναι ανάποδη η σειρά, στην κουβέντα θα συνειδητοποιήσεις ότι αισθάνεται το ίδιο ισχυρό τον δεσμό του με την ξένη ομάδα του, όσο και με την ελληνική.
Και πώς να μην είναι έτσι; Σε αντίθεση με εσένα, αν είσαι άνω των 35 ετών, ο πιτσιρικάς της ιστορίας μας ζει πολύ κοντά στον ξένο σύλλογο, ακόμη και αν δεν έχει επισκεφθεί ποτέ τη χώρα καταγωγής και την έδρα του συλλόγου. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Μπαρτσελόνα, την πρώτη σε απήχηση, σύμφωνα και με το σχετικό δημοψήφισμα του gazzetta. Ενας πιτσιρικάς που ζει εδώ, στην Ελλάδα, έχει πρόσβαση για να παρακολουθήσει όλα τα επίσημα και την συντριπτική πλειονότητα των φιλικών της ομάδας. Μπορεί να κάνει virtual tour σε όλα τα αξιοθέατά της. Η ενημέρωσή του αποκτά πλέον όλο και περισσότερες διαστάσεις. Και το παιχνίδι αυτό φτάνει να είναι αδιανόητα διαδραστικό. Ο πιτσιρικάς της ιστορίας μας στην πραγματικότητα φτάνει να επικοινωνεί με την ομάδα του και τα πρόσωπά της. Κάνει like στις φωτογραφίες των αγαπημένων του παικτών, τις σχολιάζει, τους ζει, μέχρι και που μιλά μαζί τους στο twitter. Τους βλέπει να ποστάρουν φωτογραφίες και βίντεο, μπαίνει στο σπίτι τους, στο αυτοκίνητό τους, στα αποδυτήρια, στη ζωή τους. Πώς να μη δεθεί μαζί τους; Στην πραγματικότητα τα εργαλεία επικοινωνίας που του δίνει η Μπαρτσελόνα είναι πολύ περισσότερα από αυτά που του δίνει η οποιαδήποτε ελληνική ομάδα. Και η άδεια πρόσβασης στα ενδότερα είναι πολύ πιο ουσιαστική από αυτή που έχει ως οπαδός μιας ελληνικής ομάδας. Πώς να μην “κολλήσει” με την ξένη; Αφού έχει πάψει να την αντιλαμβάνεται ως ξένη. Πιθανόν ο σημερινός 20αρης να μην την ένιωσε ποτέ ξένη. Ψωνίζει από την μπουτίκ της, συχνά φθηνότερα συγκριτικά με τα “ελληνικά” ποδοσφαιρικά προϊόντα, ντύνεται στα χρώματά της, επικοινωνεί με οπαδούς της από όλο τον κόσμο. Φίλε, δεν ξέρω αν το έχεις αντιληφθεί, ο μικρός περνάει καλά. Πώς να μην κολλήσει;
Υπάρχουν ελληνικοί σύλλογοι που πιάνουν το νόημα; Στο ποδόσφαιρο υπάρχουν σήμερα ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός. Κάνεις μια βόλτα στα επίσημα κανάλια τους στο youtube, κοιτάζεις τη δράση τους στο facebook και το twitter και λες ναι, αυτοί καταλαβαίνουν, αντιλαμβάνονται, παρακολουθούν την εξέλιξη, εκσυγχρονίζονται, αφουγκράζονται, ενεργούν. Οι υπόλοιποι; Είτε επειδή δεν έχουν τα χρήματα, είτε επειδή εμπιστεύονται την επικοινωνία τους σε παρωχημένα κεφάλια, μένουν πίσω. Πολύ. Και η αλήθεια είναι ότι στην συγκεκριμένη υπόθεση η έλλειψη πόρων δεν είναι δικαιολογία ικανή να κρύψει την έλλειψη τεχνογνωσίας. Δεν χρειάζονται πολλά λεφτά για να χρησιμοποιήσει ένας σύλλογος τα social media και να επικοινωνήσει, σε μια επικοινωνία άκρως διαδραστική, με τους οπαδούς του. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βασίσει την επικοινωνία του σε ανθρώπους που ζουν το σήμερα, όχι το χθες. Αυτό, ένα pc ή laptop και ένα καλό κινητό τηλέφωνο αρκούν για αρχή. Τα υπόλοιπα έρχονται σχεδόν μόνα τους.
πηγή: Βασίλης Σαμπράκος-gazzetta