Αν ήταν σάουντρακ θα το έντυνε η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη. Η ιστορία του ποδοσφαιρικού ΠΑΟΚ είναι… κακορίζικη. Παραπονεμένη. Γεμάτη ατυχία, αδικία και… παραλίγο. Γεμάτη πόνο και άδοξους αποκλεισμούς. Με κιμπαριλίκι, μπεσαλίκι, άδεια τσέπη, αλλά καρδιά γεμάτη.
Αν πήγαινες στα πέναλτι ήξερες ότι θα αποκλειστείς με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους. Είτε ανέτρεπες σκορ στην Τούμπα (Αϊντραχτ Φρανκφούρτης), είτε σε έκλεβαν στο Μόναχο (Μπάγερν), είτε γύριζες αποτέλεσμα στην Πορτογαλία (Μπενφίκα), είτε η μπίλια κολλούσε στο zero (Σεβίλλη)!
Αν πήγαινες στην κληρωτίδα ήξερες ότι θα τραβήξεις το μεγαλύτερο… αγγούρι. Από την Νάπολι του Μαραντόνα, ως την Βερόνα του Ελκιερ, στα 80’s. Από την Μπαρτσελόνα του Κρόιφ, ως τον Ερυθρό Αστέρα και την Μίλαν στα 70’s. Αν πήγαινες και εσύ σαν Χριστιανός με τα καλά σου να δοκιμάσεις να δεις πως είναι το σεντόνι, θα κολλούσε το φαξ και δεν θα μάθαινες ποτέ ότι ο Λιάσος Λουκάς κουβαλούσε μία τιμωρία ετών στην πλάτη. Η ιστορία του ΠΑΟΚ έχει ιστορικές αρπαγές, αμέτρητους τελικούς κυπέλλου εκτός έδρας, έχει Τέμπη, έχει πληγές.Πολλές πληγές.
Είπες πως το φύλλο γύρισε, όταν ο Ιβάν Σαββίδης αποδείχθηκε ο επιβλητικός οικονομικός ηγέτης που περίμενες δεκαετίες ολόκληρες, μα ο αποκλεισμός από τον Αστέρα Τρίπολης σου χάλασε το γούστο του τελικού που τόσο περίμενες. Χρειάστηκε να… αυτομαστιγωθείς για να πάρεις ψυχοβγάλτικά το εισιτήριο για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ.
Εκεί η Θεά Τύχη αφού σε βρήκε μπόσικο είπε να σε κοροϊδέψει λιγάκι. Από εκεί που ήσουν συμβιβασμένος με την ετικέτα του ανίσχυρου, σε έκανε να πιστέψεις πως ο δρόμος ανοίγει, με την τιμωρία της Φενερμπαχτσέ, που σε έκανε ισχυρό εν μία νυκτί. Το όνειρο έσβησε άδοξα και ήρθε κι άλλο… αγγούρι (Μέταλιστ).
Υψώνεις ανάστημα, βάζεις τα καλά σου και διαπιστώνεις ότι κι αυτοί άνθρωποι είναι. Αίμα έχουν. Τους στριμώχνεις, τους κοπανάς και από το πουθενά φέρνεις το πιο άδοξο 0-2 της ιστορίας σου. Πας στο Χάρκοβο, δείχνεις ικανός για το θαύμα, κάνεις τα πάντα σωστά, τους ξανακλείνεις, τους ξανακοπανάς, αλλά φεύγεις με το κλασικό: «καλή προσπάθεια, αλλά…».
Κι εκεί που είσαι συνυφασμένος με την μοίρα σου, μία καλή νεράιδα αγγίζει κάτι και όλα αλλάζουν ως δια μαγείας. Η Μέταλιστ κατηγορείται για στημένο ματς προ πενταετίας. Αντε ξανά, ελπίδες. Μπαίνει όμως στην κλήρωση. Παγωμάρα. Η ΟΥΕΦΑ την τιμωρεί. Τσιμπιέσαι. Το CAS πάει να την δικαιώσει. Ξανά φόβος. Το φύλλο γύρισε όμως πια. Τα πάντα πάνε δεξιά. Αφύσικα! Ανεξήγητα! Χώμα πιάνεις, χρυσός γίνεται. Πέφτεις με την Σάλκε που κατά σύμπτωση είναι η ομάδα που ξέρει σαν την παλάμη του ο νέος σου προπονητής, ο οποίος ως δια μαγείας διψά για εκδίκηση.
Ο αντίπαλος σου διαλύεται στο πρωτάθλημα του, τρώει τριάρες και ντόρτια από παντού! Ο καλύτερος της παίκτης (Χούντελααρ) τσακίζεται! Αρχίζεις να το πιστεύεις. Ξανατσιμπιέσαι.
Ξεκινάς μαζεμένα. Για πρώτη φορά με τρία χαφ. Στο πρώτο τρίλεπτο κερδίζεις τρία κόρνερ. Τους έχουμε! Μπα! Επιστροφή στην πραγματικότητα. Λες: «Γερμανοί είναι. Μία ταχύτητα πάνω». Σε βρίσκουν μπόσικο και σε πληγώνουν από τα άκρα. Τρως το κλασικό γκολ δοκάρι και μέσα (που σε άλλους είναι δοκάρι και έξω) και λίγο πριν το ημίχρονο χάνεις το… κλασικό για σένα διπλό άχαστο. Το έχεις ξαναδεί το έργο. Κουμπώνεσαι. Προσγειώνεσαι.
Έλα όμως που η αύρα άλλαξε. Διαπιστώνεις ότι η Σάλκε «τέντωσε» στο πρώτο ημίχρονο για να σε φοβίσει. Κερδίζεις μέτρα. Ο κόσμος αρχίζει να καλύπτει τις φωνές των 10πλάσιων Γερμανών. Έχεις την «τύχη» να χτυπήσει ο (αόρατος και βαρύς) Λόρενς και να μπει ο Κάτσε που μασάει σίδερα. Το πιστεύεις κι άλλο. Κάνεις προειδοποιητικές βολές. Ψήνεσαι. Νιώθεις ότι έρχεται. Κι έρχεται σαν… deja vu. Την έχεις ξαναδεί αυτή την κίνηση.
Γι’ αυτό και μόλις άρχισε να συγκλίνει, σηκώθηκες όρθιος. Μόλις σήκωσε το βλέφαρο και όπλισε το δεξί ήσουν έτοιμος για κραυγή. Ο Σλοβάκος… Αντελίνο Βιεϊρίνια το κόλλησε και μπήκε στο πάνθεον των προσωπικών σου αναμνήσεων μαζί με τον Ζήση στο Λονδίνο, τον Βλάνταν στο Αμστερνταμ, τον Ζλάταν στην Πόλη, τον Κλάους στο Λονδίνο. Στο τέλος τα έχασες, έφαγες φάσεις, μα δεν το πλήρωσες. Είπαμε, άλλαξε η αύρα. Ναι, ρε! Άλλαξε.
Και τώρα φίλοι από το… Ντόιτσλαντ ελάτε «Τουμπάρα».
Ελάτε να δείτε πως θα είναι ένα άδειο, μα στοιχειωμένο γήπεδο. Στοιχειωμένο από τα όνειρα, τον ιδρώτα, τις φωνές, τον πόνο, τα δάκρυα, την τρέλα, τις προσδοκίες τόσων ετών. Εκείνο το βράδυ τα μπετά, τα τσιμέντα, τα καρεκλάκια της «Τούμπας» θα έχουν φωνή, μάτια και αναπνοή. Εξάλλου, ο ΠΑΟΚ πάντα επέλεγε το δύσκολο, το απρόβλεπτο, το δικό του, μοναχικό, ιδιαίτερο μονοπάτι…