Ο Έργκους Κάτσε είναι ένα παιδί που πέρασε πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια. Ήρθε στην Ελλάδα πολύ μικρός, παράνομα ,μαζί με την οικογένεια του όπως χιλιάδες άλλοι συμπατριώτες του, με σκοπό την επιβίωση. Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για αυτόν. Η οικογένεια του είχε πολλά προβλήματα και όχι μόνο οικονομικά . Ο ίδιος από μικρός έπρεπε να γίνει ο πατέρας της “φαμίλιας” και να στηρίζει τον εαυτό του και να δίνει δύναμη στην μάνα του. Ενηλικιώθηκε πολλά χρόνια πριν γίνει ενήλικας. Για αυτό και ήταν ένα “σκληρό” παιδί. Οι στιγμές που ακουμπούσε την μπάλα ήταν οι μοναδικές που ένοιωθε στην ηλικία του. Που θυμόταν ότι ήταν παιδί.
Ο ΠΑΟΚ τον βοήθησε πολύ. Οι υπεύθυνοι εντόπισαν το ταλέντο του και δούλεψαν πάνω του. Βοήθησαν τον Κάτσε και την οικογένεια του έτσι ώστε ο μικρός να μπορεί ανενόχλητος από εξωαγωνιστικούς παράγοντες να δουλέψει το πλούσιο ταλέντο του.
Μάλιστα κάποια στιγμή έμπλεξε κάπου στην Τριανδρία με “κακές” παρέες αλλά χάρη και στην προσπάθεια των ανθρώπων των ακαδημιών του ΠΑΟΚ, ξέμπλεξε γρήγορα.
Ο νεαρός Κάτσε από τα 15 του πλέον άρχιζε να φέρεται με τέτοιον επαγγελματισμό που δεν είχαν άλλοι επαγγελματίες φτασμένοι παίκτες. Έβαλε το κεφάλι κάτω και δούλεψε. Βελτιώθηκε ποδοσφαιρικά αλλά και ως χαρακτήρας. Ακόμα και τώρα θυμούνται οι παλιοί προπονητές και συμπαίκτες του το “μπινελίκι” που έριχνε στο γήπεδο και τα πολύ άγρια μαρκαρίσματα του.
Ωστόσο ωρίμασε γρήγορα και άλλαξε προς το καλύτερο. Έτσι, με το που ενηλικιώθηκε ήταν ήδη έτοιμος για μεγάλα πράγματα.
Ήρθε η ώρα του πρώτου επαγγελματικού συμβολαίου του. Και αν τώρα όλοι… ξέχασαν τον Κάτσε και είναι για αυτούς “ένας ακόμα Αλβανός”, τότε έτρεχαν και τον “έγλυφαν” για να υπογράψει μαζί τους. Τελικά ο Νίκος Λυμπερόπουλος έγινε ο μάνατζερ του. Ο ίδιος μετά από λίγο σταμάτησε την δουλειά ως μάνατζερ και άφησε όλους τους πελάτες του όμως σίγουρα έχει ηθική τουλάχιστον υποχρέωση να βρεθεί δίπλα στον ποδοσφαιριστή αφού πληρώθηκε το ποσοστό από την ανανέωση του συμβόλαιο του παίκτη. Δεν τον έχει δει κανείς ακόμα…
Ο Κάτσε έγινε επαγγελματίας, έπαιξε το πρώτο του επίσημο ματς, το πρώτο μέσα στην Τούμπα, το πρώτο στην ενδεκάδα, το πρώτο Ευρωπαϊκό. Δεν ήταν πλέον ο “παράνομος Αλβανός μετανάστης”, ήταν ο διάσημος παίκτης του ΠΑΟΚ που πήρε την θέση ενός ειδώλου σαν τον Πάμπλο Γκαρσία. Παρέμενε όμως προσγειωμένος. Δεν έκανε τατού. Δεν παρασύρθηκε από φουστάνια… Έκανε όμως πραγματικότητα τα όνειρα που είχε όταν πολύ παιδί έφευγε από την Αλβανία για να έρθει στην Ελλάδα. Για τον εαυτό του αγόρασε μόνο ένα αυτοκίνητο. Τα πολλά λεφτά τα έδωσε για να αγοράσει ένα σπίτι της ταλαιπωρημένης από τις κακουχίες της ζωής μητέρας του. Ήταν άλλωστε αυτός ο άντρας της οικογένειας, καθώς ο πατέρας του δεν μπορούσε να πάρει αυτόν τον ρόλο και είχε αρκετά προβλήματα και ζούσε χώρια τους.
Ο Κάτσε δεν κάνει άστατη ζωή. Δεν ξενυχτάει. Δεν πίνει. Τα λεφτά δεν τον άλλαξαν. Αγαπάει τον ΠΑΟΚ και το ποδόσφαιρο.
Παρέμενε όμως ακόμα ένα παιδί που ωρίμασε πριν την ώρα του, με συγκεκριμένες παραστάσεις και χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση. Παρέμενε ένας Αλβανός μετανάστης που ουσιαστικά ποτέ δεν έγινε ένα με την κοινωνία που ζούσε. Ένας μετανάστης που έπρεπε να διαχεριστεί και το γεγονός ότι σε αντίθεση σχεδόν με όλους τους άλλους, αυτός έβγαζε πολλά λεφτά και ήταν αναγνωρίσιμος και όχι στο περιθώριο…
Λείπει άλλωστε από τους Ελληνικούς συλλόγους η απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση, ώστε οι παίκτες να μην βγαίνουν μόνο καλοί ποδοσφαιριστές αλλά και με ειδική Παιδεία και γνώσεις. Γνώσεις που αργότερα θα βοηθήσουν ένα “παιδί” να χειριστεί τα όσα εύκολα και δύσκολα έρχονται στην ζωή ενός επαγγελματία ποδοσφαιριστή. Βοήθεια που χρειάζεται δύο φορές περισσότερο ένα ξένο παιδί.
Ο Κάτσε δεν έκανε κάτι ιδιαίτερο στο σχολείο. Η ζωή του ήταν η μπάλα. Αγαπούσε δε πολύ την πατρίδα του την Αλβανία. Συμβαίνει άλλωστε αυτό στους περισσότερους μετανάστες. Ήταν τόσο η λατρεία του για την πατρίδα του που όταν του έγινε η πρόταση να παίξει στην Εθνική Ελλάδας είπε αρχικά όχι. Είχε πολλούς φίλους συμπατριώτες του και ήταν περήφανοι για αυτόν που προτίμησε την Αλβανία, τα λιγότερα λεφτά και τις λιγότερες διακρίσεις. Αργότερα τελικά είπε το “ναι” στην ΕΠΟ για να παίξει με την Εθνική Ομάδα της Ελλάδας αλλά δεν δικαιούνταν να παίξει ως Έλληνας παρά τις προσπάθειες που έγιναν και έτσι έγινε μέλος της Εθνικής Αλβανίας.
Όλα πηγαίναν καλά για αυτόν μέχρι πριν λίγες ημέρες. Μέχρι δηλαδή που αναρτήθηκε η φωτογραφία με την μπλούζα του UCK. Μία ενέργεια απαράδεκτα βλακώδης! Διότι ο Κάτσε μέχρι τότε και άσχετα με την “ιδιαίτερη νοοτροπία” του που έχουν πολλοί μετανάστες, έδειχνε σεβασμό στην χώρα και στον ΠΑΟΚ. Μία ενέργεια που άλλους μπορεί να πειράξει πολύ, άλλους καθόλου.
Ωστόσο σίγουρα θα προκαλούσε ντόρο και θόρυβο! Είναι δυνατόν ο Κάτσε να έκανε κάτι τέτοιο; Να ντροπιάσει ότι αγαπούσε; Κι όμως το έκανε.Γιατί; Προφανώς διότι η έλλειψη ιδιαίτερης μόρφωσης οδηγεί σε “γκάφες “που μπορεί να στοιχίσουν πολύ σοβαρά.
Την βλακεία του Κάτσε φυσικά την εκμεταλλεύτηκαν διάφοροι επιτήδειοι που δεκάρα δεν δίνουν για τον ίδιο ή τον ΠΑΟΚ παρά μόνο για τα πολιτικά τους συμφέροντα. Αυτό έγινε και στην Ελλάδα και στην Αλβανία.
Οι Αλβανοί πανηγυρίζουν. Οι Έλληνες “κράζουν” και τα πολιτικά κόμματα και “ρεύματα” στήνουν πάρτι στις πλάτες του ΠΑΟΚ και του Κάτσε των δύο μοναδικών ζημιωμένων από όλη την ιστορία.
Προσωπική μου γνώμη είναι ότι ο Κάτσε ίσως να πρέπει και να φύγει από τον ΠΑΟΚ με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.Για να μην έχει πρόβλημα ο ίδιος και η οικογένεια του που τόσο προστάτεψε και αγαπάει αλλά και η ομάδα που τον βοήθησε τόσο πολύ. Από τότε που ήταν ακόμα “φτερό στον άνεμο” και με ιδιαίτερο πρόγραμμα οι προπονητές του, του έδωσαν όγκο και μάζα, μέχρι το πλουσιοπάροχο επαγγελματικό του συμβόλαιο. Θα είναι ένα καλό παράδειγμα και για όλους τους άλλους από εδώ και πέρα να είναι προσχετικοί.
Όσο για τον ΠΑΟΚ; Έχει ευθύνες που μεγάλωσε έναν σπουδαίο παίκτη αλλά δεν του έδωσε τα απαραίτητα άλλα εφόδια που χρειάζεται για να σταθεί εκτός γηπέδου. Και ο Κάτσε δεν είναι ο μόνος φυσικά! Ούτε θα είναι ο τελευταίος. Ίσως πρέπει να χάσει έναν παίκτη ο ΠΑΟΚ για να μην χάσει άλλη φορά, σε ένα, δύο, δέκα χρόνια και άλλους, ή κάποιον, ποιο σπουδαίο ποδοσφαιριστή.
Ο Κάτσε και ο Κατίδης δεν είναι διαφορετικά γεγονότα. Είναι ακριβώς ίδια. Η ευθύνη όμως βαραίνει την κοινωνία και τους συλλόγους και λιγότερο τους ίδιους. Μία κοινωνία που δεν έχει μάθει να “εκπαιδεύει” και να δίνει ειδικές γνώσεις στα παιδιά, πόσο μάλλον στους μετανάστες αλλά και μία κοινωνία τόσο μπερδεμένη που μία ανάρτηση στο facebook είναι ικανή να την κάνει άνω κάτω…
Πάντως είναι κρίμα. Τόσο για τον παίκτη όσο για τον ΠΑΟΚ. Οι δυο τους πορεύτηκαν για αρκετά χρόνια μαζί και όλα έδειχναν ότι τα κατάφεραν.Κι όμως λίγα δευτερόλεπτα που διαρκούν μέχρι να φορτώσει μία φωτογραφία στο facebook, ήταν ικανά να διαλύσουν τόσες θυσίες, τόσα χρόνια πάλης, κόπου δρώτα και αγωνίας.