“Μην προκαλείς τη μοίρα σου”, λένε. Τι συμβαίνει, όμως, όταν εκείνη προκαλεί εσένα; Πως αντιδράς; Δύο οι επιλογές. Είτε παραδίνεσαι στις ορέξεις της, είτε αποφασίζεις να ζήσεις, έστω κι αν κουβαλάς πάντα μαζί σου το στίγμα που αφήνει πάνω σου ο πόνος.
Ο Χουμπ Στέφενς έπραξε το δεύτερο. Όσες φορές κι αν βρέθηκε πρωταγωνιστής σε περιστατικά ικανά να τον “σπάσουν”, εκείνος συνέχισε να μάχεται και να κερδίζει τον σημαντικότερο αγώνα. Αυτόν της ζωής. Η πρώτη “από τις πολλές δοκιμασίες” ήρθε όταν ήταν οκτώ χρονών. Στο πατρικό του στο Σιτάρντ της Ολλανδίας. Οι γονείς του έπειτα από πολλές θυσίες βρήκαν τα χρήματα, να του πάρουν καινούριο ποδήλατο.
«Στην εποχή μου δεν υπήρχαν χρήματα για τέτοια πράγματα», είχε παραδεχτεί ο ίδιος σε συνέντευξή του και πρόσθεσε: «Το καλύτερο που μπορούσες να περιμένεις ήταν να πάρεις κάποιο ποδήλατο από δεύτερο ή τρίτο χέρι. Και πάλι πετούσες από τη χαρά σου. Να σου πάρουν καινούριο ποδήλατο ήταν όνειρο».
Όνειρο που παραλίγο να γίνει εφιάλτης. Ο μικρός Χουμπ πήρε το δώρο του και όλο περηφάνια βγήκε για βόλτα στην οδό Γιόζεφστραατ. Ένας κακός υπολογισμός και πριν το καταλάβει βρισκόταν στον πάτο του ποταμού Κέτελμπικ. Δίχως να ξέρει κολύμπι. Για καλή του τύχη από το σημείο περνούσε ένας γείτονας που τον είδε και βούτηξε να τον σώσει.
Η δεύτερη… εμπειρία θανάτου για τον μικρό Χουμπ ήρθε λίγα χρόνια αργότερα και ήταν εξίσου απροσδόκητη. Είχε πάει μ’ ένα φίλο του να μαζέψουν αχλάδια. Πλιάτσικο. Ο φίλος του πέταξε μια κοτρόνα στο δέντρο, η κοτρόνα προσγειώθηκε στο κεφάλι του Στέφενς, του προκάλεσε ακατάσχετη αιμορραγία και τον έριξε σε κώμα. Ξύπνησε μία μέρα μετά, ενώ οι γιατροί φοβούνταν πως έχει μηνιγγίτιδα.
Ο θάνατος του πατέρα του
Ο ίδιος είχε την ικανότητα να προσπερνά τον θάνατο, αλλά ο πατέρας του δεν αποδείχτηκε το ίδιο τυχερός. Στις 4 Μαΐου 1971, ο Ζόζεφ μπήκε στην καρότσα ενός μίνι φορτηγού και ξεκίνησε για τη δουλειά μαζί με οκτώ συναδέλφους του. Δεν έφτασαν ποτέ. Ένα άλλο φορτηγό έφυγε από την πορεία του, έπεσε πάνω τους και τους έριξε στις μπαριέρες. Οι πέντε από τους οκτώ επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ακαριαία. Ο ένας ήταν ο πατέρας του Χουμπ.
Τα τραγικά μαντάτα έφτασαν στο σπίτι τους, μια φάρμα έξω από την Κολωνία, όταν ο 17χρονος τότε Χουμπ έπαιζε ποδόσφαιρο. Η κραυγή της μητέρας του ήταν ένα σοκ που δεν θα ξεχνούσε ποτέ.
Όπως δεν ξεπέρασε τον θάνατο του πατέρα του. Έμαθε να ζει με τον πόνο, αλλά ουδέποτε αποδέχτηκε την απώλεια. «Για ένα διάστημα μετά το θάνατο του πατέρα μου, καταριόμουν τη ζωή μου. Μετά έμαθα να τα βγάζω πέρα με τις αναποδιές, να αναγνωρίζω τα θετικά πράγματα στη ζωή μου. Έτσι, αντιμετωπίζω τις απογοητεύσεις», έχει πει.
Ακόμα και σήμερα, βέβαια, κριτικάρει τους Γερμανούς. Τους θεωρεί υπεύθυνους για το ατύχημα λόγω της κακής κατάστασης του αυτοκινητοδρόμου που οδήγησε στο δυστύχημα.
Η απώλεια του πιο αγαπημένου του προσώπου, ατσάλωσε τον χαρακτήρα του. Ο ατίθασος κι απείθαρχος, όπως τον περιέγραφε η μητέρα του, ο Χουμπ έγινε ένας ιδανικός προστάτης οικογένειας. Σκληρός, αλλά δίκαιος κι έτοιμος να αντιμετωπίσει κάθε νέα δυσκολία. Να εκτιμά τα μικρά πράγματα, διότι ποτέ δεν ξέρεις πότε ο Θεός θα σου στερήσει τα πιο σημαντικά.
Η περιπέτεια της γυναίκας του
Εκτός από τον πατέρα του, ο Θεός παραλίγο να του πάρει μακριά και τη γυναίκα της ζωής του. Οχι τη μητέρα του, αλλά τη σύντροφό του. Γνωρίστηκαν ένα χρόνο μετά το περιστατικό που του σημάδεψε τη ζωή. Το 1972. Στο στέκι του έφηβου Χουμπ, το Καφέ Ντε Χέρμπεργκ στο Σιτάρντ. Η Τοος ήταν δύο χρόνια μικρότερή του, αλλά η μόνη που κατάφερε να τον βγάλει από τον συναισθηματικό λήθαργο.
Γίνονται αχώριστοι, παντρεύονται, κάνουν παιδί και το 1978 ανακαλύπτουν πως η Τόος πάσχει από τη νόσο του Crohn. Μια ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου που η αιτιολογία και η παθογένεια της δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί.
Ο Στέφενς είναι δίπλα στη γυναίκα του ό,τι και αν συμβαίνει, όπου κι αν βρίσκεται. Αφήνει τη δουλειά του για να είναι κοντά της όταν το 2005 η κατάστασή της χειροτερεύει και μπαίνει για πολλοστή φορά στο νοσοκομείο. Χαρακτηριστικό είναι πως το 2007 όταν ο Ολλανδός τεχνικός ανέλαβε το Αμβούργο, μετά από κάθε προπόνηση πήγαινε οδικώς στην πατρίδα του για να την βλέπει. Έκανε 12.000 χλμ. σ’ ένα μήνα, αλλά ήταν δίπλα της όταν την άνοιξη εκείνης της χρονιάς έφτασε ένα βήμα από το θάνατο. Έπεσε σε κώμα, οι γιατροί την είχαν ξεγράψει, αλλά τα κατάφερε. Όπως και ο σύζυγός της. Όχι πάντα νικητής στα τερτίπια της ζωής ή της μπάλας, αλλά σίγουρα μαχητής κόντρα σε όλες τις δυσκολίες.