Δεν φίλησε ποτέ επιδεικτικά το σήμα. Δεν έτρεξε ποτέ στην Θύρα 4 για να πουλήσει οπαδιλίκι. Δεν μπινελίκωσε ποτέ την άμυνα του για να κερδίσει τηλεοπτικά πλάνα. Δεν έριξε ποτέ αλλού την ευθύνη. Δεν έκανε ποτέ του προκλητικές δηλώσεις. Δεν έτρεξε ποτέ να γκρινιάξει στην διοίκηση. Δεν ζήτησε προστασία από κανένα… γραφιά για αβάντα σε κανένα άρθρο.
Κακό του κεφαλιού του! Βλέπετε σε αυτόν τον κόσμο, τα κακά παιδιά πάνε στον παράδεισο και τα καλά… πουθενά.
Ήταν, είναι και θα είναι αυτός που έφαγε γκολ από τον… αέρα! Και τι γκολ! Στην «Τούμπα». Στις καθυστερήσεις. Σε επαναληπτικό προημιτελικό κυπέλλου, που στέρησε ένα τελικό, ένα πιθανό τρόπαιο και μία… μυθική εκδρομή στο «ΟΑΚΑ». Στην πυρά! Ο Παναγιώτης Γλύκος είναι καταδικασμένος εσαεί να είναι ο λιγότερο αρεστός από την εξέδρα παίκτης του ΠΑΟΚ ότι κι αν γίνει. Ζόρικο πράγμα αν παίζεις τέρμα να έχεις την μουρμούρα και την αμφισβήτηση της εξέδρας. Θέλει άντερα για να το αντέξεις.
Να ξεκαθαρίσω κάτι. Δεν είμαι… Γλυκικός. Δεν μπορώ όμως να μην παραδεχθώ πως το παλικάρι ήρθε στον ΠΑΟΚ ως ένα ακατέργαστο επαρχιωτάκι (με την καλή έννοια) με μοναδική συστατική επιστολή μία χρονιά στην τρίτη εθνική και με ατελείωτες ώρες δουλειάς, έφτασε να κρατάει αξιοκρατικά γάντια βασικού σε μία ομάδα που η θέση του τερματοφύλακα μοιάζει με αυτήν της ηλεκτρικής καρέκλας.
Είναι γάτος. Πλαστικός. Έχει μακριά χέρια και καλά ρεφλέξ. Σταδιακά έμαθε να διαβάζει καλύτερα τις φάσεις, να έχει γρήγορη και αποτελεσματική χαμηλή έξοδο, να βελτιώσει το παιχνίδι του με τα πόδια, να τον σέβεται και να τον εμπιστεύεται η άμυνα του. Δυστυχώς όμως η φύση δεν τον προίκισε με μερικούς πόντους παραπάνω από το 1,84, ώστε να βγαίνει ψηλά και να κάνουν όλη στην… μπάντα.
Δίπλα στον Χαλκιά, έμαθε πολλά. Ο Κρέσιτς ποτέ δεν ήταν δα, και πολύ καλύτερος του. Όταν του «έφαγε» την θέση, έφτασε μέχρι την Εθνική Ελλάδας. Άξια. Με το σπαθί του. Όχι μικρό πράγμα.
Κάπου εκεί, έρχεται ο Ιτάνζ. Ακολουθεί ο Χακόμπο. Για ένα αθλητή που στα 26 του νιώθει στα ντουζένια του, στα καλύτερα του, τέτοιο «καπέλωμα» δεν χωνεύεται εύκολα. Ο Γλύκος έκανε πολλά… άχαρα χιλιόμετρα με τον ΠΑΟΚ. Ταξίδι, αποστολή, ζέσταμα βασικού τερματοφύλακα, πάγκος και πάλι πίσω. Σκέτο μαρτύριο για οποιοδήποτε αθλητή. Και τι έκανε για όλα αυτά; Υπομονή, δουλειά, λίγα λόγια.
Δεν είμαι… Γλυκικός. Όμως, όπως λένε και στο… Αμέρικα «nobody is bigger than the team». Κανείς δεν είναι μεγαλύτερος από την ομάδα! Κανείς! Αδιαφορώ αν λέγεσαι Χακόμπο, Πετρ Τσέχ, η Τζίτζι Μπουφόν. Αδιαφορώ για το μέγεθος ή είδος τρέλας που κουβαλάς. Δεν έχεις το δικαίωμα να πλακώνεσαι για ψύλλου πήδημα, να κυνηγάς διαιτητές, να ουρλιάζεις με τέτοιο τρόπο στους αμυντικούς σου, να σε φοβούνται φίλοι και εχθροί, να είσαι ένα κινούμενο ηφαίστειο. Ο τερματοφύλακας πρέπει να εμπνέει ηρεμία και όχι να σκορπά εκνευρισμό. Να ηρεμεί και όχι να τον ηρεμούν. Να έχει κρύο αίμα και όχι αίμα που ανεβαίνει στο κεφάλι.
Ο Παναγιώτης Γλύκος μπορεί να μην γίνει ποτέ του η μεγάλη κλάση. Μπορεί να αποδειχθεί ένας εξαιρετικός αναπληρωματικός με τον οποίον θα έχεις το κεφάλι σου ήσυχο και τίποτα παραπάνω. Η εμφάνιση του όμως στην παγωμένη Αστάνα απέναντι στις κατά κύματα επιθέσεις της Σαχτάρ Καραγκάντι (όπως και δύο – τρεις εξαιρετικές επεμβάσεις του με τον Άρη) μετά από 6 μήνες σκουριάς σε ανταγωνιστικό επίσημο παιχνίδι είναι η επιβράβευση όλων των… καλών παιδιών αυτού του κόσμου.
ΥΓ1: Πλάκα-πλάκα με μερικές ακόμα τέτοιες εμφανίσεις τους Γλύκου ο ΠΑΟΚ θα βρει ακόμα ένα διεθνή που θα ταξιδέψει στην Βραζιλία και καμιά επιπλέον 100άρα στα ταμεία του.
ΥΓ2: Για το «φαινόμενο» Στέλιος Κίτσιου, που έχει περάσει από το στάδιο «φέρελπις πιτσιρικάς», στο ακρογωνιαίος λίθος επιφυλάσσομαι να επανέλθω στο εγγύς μέλλον.