Τις θυμάμαι σαν τώρα αυτές τις εποχές. Ο Γιώργος Μπατατούδης έχει μπει σαν σίφουνας στον ΠΑΟΚ, το ζεστό παραδάκι από τον Alpha Digital (αιωνία του η μνήμη) και τις λοιπές εργολαβίες ξεχειλίζει από τις τσέπες και η εντολή είναι μία: «Φέρτε μου να αγοράσω ότι κινείται». Δωσ’ του Ζήση Βρύζα (μέσα από τα χέρια του ΠΟΚ), δωσ’ του Φρατζέσκο, Ναλιτζή (πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος τότε), Γ.Χ., Μαραγκό, Βενετίδη, Οκκά, Παντελή, Εγκωμίτη, Οκκά, Τετράτζε και Μπάγεβιτς. Ήταν τέτοιο του γούστο της μετάβασης από την εποχή… Γιουκούδη (σόρι Αντώνη, αλλά βγαίνει ρίμα), στην εποχή Μπατατούδη, που ο λαός μες την κα…α του ξεστόμισε το ιστορικό: «Φέρε τον Ρονάλντο Μπατατούδη, να καεί το πελεκούδι!».
Ο «Μπάτμαν» μπορεί να μην κατάφερε να φέρει το «φαινόμενο» στην «Τούμπα», μα τα ‘σκασε χοντρά όπου του είπαν. Κάπως έτσι, ήρθε για ένα καράβι λεφτά ο Βίντακ Μπράτιτς (με σημερινά λεφτά πάνω από 2 εκατομμύρια ευρώ), κάπως έτσι ήρθε ο Μουντιαλικός Αντόλφο Βαλέντσια, ο «τάπας» Μίλτον Τάισον Νούνιες και ένα σωρό άλλοι πανάκριβοι, απίθανοι τύποι, που άφησαν πίσω τους μόνο χρέη και σπαρταριστά ανέκδοτα.Η εποχή εκείνη σφραγίστηκε από δύο κύπελλα, μα άφησε στον ΠΑΟΚ οικονομικά κουσούρια που είναι ακόμα αγιάτρευτες πληγές στο κορμί του. Είναι η απόδειξη πως τα λεφτά από μόνα τους δεν αγοράζουν ούτε την επιτυχία, ούτε την ευτυχία, αν δεν συνοδεύονται από γνώση, σύνεση, μέτρο.
Οι μεταγραφές είναι περίεργο πράγμα. Είναι δύσκολο σπορ. Δεν αρκεί το πορτοφόλι. Θέλει γνωριμίες, ρέντα. Αλήθεια ποιος θυμάται πως όταν ο ΠΑΟΚ πήρε τον Πάμπλο Γκαρσία, εκείνος είχε δύο σερί κάκιστες σεζόν, γεμάτες τραυματισμούς σε ομάδες που υποβιβάστηκαν διαδοχικά στην Σεγούντα Ντιβιζιόν (Θέλτα, Μούρθια); Ποιος θυμάται πως ο Πάμπλο Κοντρέρας ήρθε ως ρεζέρβα στην Μπράγκα; Χωρίς αυτές τις ευτυχείς (ή δυστυχείς) συγκυρίες, ουδείς από αυτούς θα είχε πατήσει στην Ελλάδα. Είπαμε, το σπορ θέλει ρέντα.
Οσμίζομαι πως ο κόσμος δεν έχει «ψωνιστεί» από τις προσθήκες του Μαντούρο και του Μάρτενς. Σε άλλες εποχές νηστείας, τέτοιες προσθήκες (δηλαδή παίκτης στα 27 του που αγωνίστηκε διαδοχικά σε Αγιαξ, Βαλένθια και Σεβίλλη και ο πρώτος σε ασίστ στο τρέχον ολλανδικό πρωτάθλημα) θα έριχναν το αεροδρόμιο. Τώρα που διάγουμε περίοδο παχιών αγελάδων, μας χαρίζουν ένα γάιδαρο και εμείς τον κοιτάμε στα δόντια.
Οι μεταγραφές είναι περίεργο σπορ. Ταΐζουν την ελπίδα, την ματαιοδοξία, το όνειρο του οπαδού. Το δικό μας το συνάφι τις τυλίγει με ωραίο αμπαλάζ και τις πουλάει. Το κοινό λατρεύει να τις αγοράζει. Το ένα δευτερόλεπτο, η μία ώρα, η μία μέρα που ονειρεύεται, πλάθει στο μυαλό του, συζητάει με τους φίλους του, ταξιδεύει με την ομαδάρα και τους παιχταράδες, που φέρνει δεν ανταλλάσσεται με τίποτα. Δεν θα αναλύσουμε αν η κότα έκανε το αυγό ή το αντίστροφο. Δεν φταίει ο τύπος, ούτε ο κόσμος για την ονοματολογία. Αμφότεροι την λατρεύουν για τους δικούς τους λόγους.
Στην περίπτωση μας, καταλαβαίνω την κάψα του κόσμου για ένα μεγάλο όνομα. Αντιλαμβάνομαι και την δίψα του Σαββίδη να φέρει ένα Ροναλντίνιο, ένα Μπερμπάτοφ, ένα Ντρογκμπά. Κανένα από αυτά τα ονόματα δεν προκύπτει από παρθενογένεση. Μπορώ να σας ορκιστώ πως στα τέλη του 2013 ο ΠΑΟΚ προσέγγισε άνθρωπο από το στενό περιβάλλον του Ροναλντίνιο και έκανε μία φιλολογική κουβέντα μαζί του για να δει τις προθέσεις του! Γνωρίζω πως ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ γνωρίζει πολύ καλά τι ακριβώς συμβαίνει στον ΠΑΟΚ. Μπορώ να σας εγγυηθώ πως οι κουβέντες για τον δανεισμό του Λασινά Τραορέ ήταν πολύ, πολύ σοβαρές και διήρκησαν πάνω από μία εβδομάδα.
Οι επαφές με τον Ελ-Χαμνταουί είχαν μέσα και λεπτομέρειες για προσωπικούς όρους. Ξέρω πολύ καλά πως στο φαξ της ΠΑΕ έχουν φτάσει χαρτιά με προτάσεις για ονόματα επιθετικών, που αν γραφτούν θα πέσουν τα τσιμέντα. Έχει προταθεί κάθε καρυδιάς, καρύδι. Η απόσταση όμως από το φαξ, μέχρι την έγκριση για διαπραγματεύσεις, τις συζητήσεις με ομάδα και παίκτη και εν τέλει τις υπογραφές είναι χαωτική. Γι’ αυτό και οι μεταγραφές είναι δύσκολο σπορ. Γιατί έχουν χιλιάδες δαιδαλώδεις λεπτομέρειες. Τα περισσότερα ονόματα που διαρρέουν είναι πραγματικά, άσχετα ποια είναι η κατάληψη των συζητήσεων. Ένας δημοσιογράφος είναι υποχρεωμένος, αν ξέρει όνομα που προτάθηκε και εξετάζεται να το βγάλει. Τελεία και παύλα.
Στην περίπτωση του σημερινού ΠΑΟΚ, ο λειτουργικός του μηχανισμός κάνει ακόμα πιο χρονοβόρα την διαδικασία των μεταγραφών. Είναι σαν ένα talent show, που για να αποκτηθείς θέλεις πράσινο φως από όλα τα μέλη της κριτικής επιτροπής και στον σημερινό ΠΑΟΚ αυτά τα μέλη που έχουν λόγο είναι πολλά. Ακόμα κι όταν χρειάζεται μόνο ένα τελευταίο «ναι» για να κλείσει η σούπερ μεταγραφή εξ’ Ανατολών και να ανακουφιστούν όλοι (κάτι που έγινε με μεγάλο όνομα πριν από περίπου 10 ημέρες), έρχεται το άκυρο εντελώς απροσδόκητα και παγώνουν όλοι. Κάνω λάθος; Δεν νομίζω…
Η μεταγραφική περίοδος είναι ένα χρήσιμο μάθημα για όλους. Δεν αρκούν τα λεφτά για να έρθει ο (εκάστοτε) παικταράς. Όση προσπάθεια κάνουν στον ΠΑΟΚ για να φτιάξουν το προφίλ του συλλόγου, οι περισσότεροι ξένοι (μιλάμε για κανονικούς ποδοσφαιριστές σε γόνιμη ηλικία) έχουν πολύ συγκεκριμένη εικόνα για την ποδοσφαιρική Ελλάδα. Την θεωρούν ποδοσφαιρική εξορία. Δεν μπορείς πια να τους κρύψεις τα γήπεδα-χωράφια, τις άδειες εξέδρες, το υπανάπτυκτο επίπεδο, την διαπλοκή. Με κάνα δυο κλικ στο διαδίκτυο τα μαθαίνουν όλα. Ακόμα κι αν τους δώσεις παραπάνω λεφτά, στο μυαλό τους είναι η Ελλάδα της κρίσης, που κινδυνεύει ανά πάσα ώρα με φαλιμέντο.
Δεν είμαι μηδενιστής. Αν έχεις λεφτά μαζί με ρέντα και timing μπορείς να φέρεις το μεγάλο όνομα που μπορεί να κάνει την διαφορά. Ο ΠΑΟΚ έχει σαν βιτρίνα την οικονομική ευρωστία του Ιβάν Σαββίδη και την παγκόσμια αναγνωρισμένη προπονητική φιγούρα του Χουμπ Στέφενς. Αν θέλει να γίνει ακόμα πιο ελκυστικός οφείλει να γυαλίσει ακόμα περισσότερο το ευρωπαϊκό του προφίλ. Δύο ηχηρά ματς απέναντι στην Μπενφίκα θα ήταν μεγαλύτερη διαφήμιση από μία ηχηρή μεταγραφή. Την δεδομένη στιγμή, περισσότερο από ένα Ροναλντίνιο ή ένα Μπερμπάτοφ, ο ΠΑΟΚ έχει ανάγκη να ανεβάσει τον μέσο όρο ποιότητας στο ρόστερ του, να καλλωπίσει τα σπίτια του (γήπεδο και προπονητικές εγκαταστάσεις), να βρει τρόπου ώστε να φτιασιδώσει ο ίδιος την εικόνα του κακάσχημου και απωθητικού ελληνικού πρωταθλήματος. Τότε και μόνο τότε, θα σηκώνει το τηλέφωνο και ο παικταράς από την απέναντι γραμμή θα του μιλάει με τον σεβασμό που απαιτεί ένας υποψήφιος εργοδότης…