Είσαι το κακό παιδί. Ο ταραξίας. Ο φασαριόζος. Ο επικίνδυνος. Αυτός που χαλάει την φανταχτερή και γυαλιστερή μόστρα. Καλή η τρέλα σου, αλλά εμείς στην ΟΥΕΦΑ του modern football δεν θέλουμε τέτοιους. Θέλουμε γήπεδα – θέατρα, φιλάθλους – καταναλωτές, θέλουμε να ακούγεται ακόμα και το χαρτς – χρουτς από το πατατάκι, θέλουμε υπακοή. Εσύ δεν είσαι τέτοιος. Θα σου δέιξω εγώ…
Εσύ είσαι αυτός που έφαγε ένα «τάληρο» χρόνια ποινή αποκλεισμού από την Ευρώπη, διότι κάποτε τα έκανες λαμπόγυαλο με την Παρί Σεν Ζερμέν. Ξέρεις φίλε μου, μπορεί να βγήκες από την μπουζού και την ευρωπαϊκή απομόνωση, αλλά το ποινικό σου μητρώο θα είναι αιώνια λερωμένο. Είσαι αυτός που… τσίμπησε το δόλωμα και τα έκανε λίμπα πέρυσι με την Ραπίντ Βιέννης. Δεν έβαλες μυαλό, ε; Πάρε ακόμα μία για να συμμορφωθείς. Ακόμα κι εκεί όμως, έδειξες ότι εσύ δεν έβαλες μυαλό. Κατάφερες να βάλεις υπεράριθμο κόσμο σε παιχνίδι κεκλεισμένων των θυρών; Σιγά μην κάνω τα στραβά μάτια. Τις τραβάει, μου φαίνεται, ο οργανισμός σου τις τιμωρίες. Ότι κι αν κάνεις, όπου κι αν παίζεις, θα σε περιμένω να σε βγάλω στη σέντρα.
Λένε, ότι το πραγματικό Γιουρόπα Λιγκ ξεκινάει, όταν παύουν να υπάρχουν ομάδες που ο πολύς ο κόσμος δεν ξέρει καν τι χρώματα φοράνε. Μπορεί εμείς εδώ στον μικρόκοσμο μας να νομίζουμε ότι σαν τον ΠΑΟΚ δεν ειν’ άλλος, μα ξέρετε κάτι; Μπροστά στην Μπενφίκα, ο ΠΑΟΚ είναι ένας ευρωπαϊκός νάνος. Εμπορικά, οικονομικά, σε επίπεδο παγκόσμιας αναγνωρισιμότητας, δημοσίων σχέσεων. Όποιος νομίζει ότι αρκεί μία επίσκεψη του Μισέλ Πλατινί στο… τσαρδί μας, μία κουβέντα και ένα πολυτελές τραπέζι για να ψωνιστούμε ότι γίναμε Μπενφίκα είναι βαθιά γελασμένος.
Αν κάποιος (ξανά)δει τα δύο παιχνίδια με τους Λουζιτανούς, ψύχραιμα, αχρωμάτιστα, ψυχρά θα διαπιστώσει πως η ομάδα με το σαφές έλλειμμα ποιότητας, χάρη στην οργάνωση, το φιλότιμο, την αυταπάρνηση, την μαγκιά κόντραρε στα ίσα το θηρίο. Χρειάστηκε ένα γκολ από εμφανή θέση οφσάιντ στο πρώτο παιχνίδι και μία πολύ, πολύ, πολύ συζητήσιμη αποβολή για να γύρει η τραμπάλα. Γιατί και τα δύο λάθη έγειραν στην ίδια (κόκκινη) πλάστιγγα; Για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Οι διαιτητές δεν είναι άσχετοι με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν κατέβηκαν από άλλο πλανήτη. Ξέρουν (;) ποιος είναι ο ΠΑΟΚ, ξέρουν τι μέγεθος είναι η Μπενφίκα. Ξέρουν υπέρ ποιού το λάθος θα περάσει ατιμώρητο, ξέρουν που να δώσουν τα σπόρια ή και κάτι παραπάνω αν χρειαστεί. Για μία υποβαθμισμένη και χωρίς χρώμα διοργάνωση το Μπενφίκα-Τότεναμ το πουλάς πιο εύκολα. Άσε που γλιτώνεις κι από αυτά τα… κακά σπυριά τους Έλληνες, που δεν κάθονται και φρόνιμοι.
Φταίει η διαιτησία και η ΟΥΕΦΑ λοιπόν που ο ΠΑΟΚ έβαλε το διαβατήριο στο ντουλάπι μέχρι το καλοκαίρι; Ξεκάθαρα. Φταίει όμως και το ξερό του το κεφάλι. Ο ΠΑΟΚ έγκλημάτισε απέναντι στην Άλκμααρ, άσχετα αν είναι αμφίβολο αν μπορούσε εκείνη την εποχή να την κερδίσει, με οποιαδήποτε σύνθεση. Η πρωτιά στον όμιλο, θα άνοιγε άλλο μονοπάτι.
Φταίει όμως και το κακό του το ριζικό. Την έχεις ξαναδεί την φάση. Αυτό το διαολεμένο το déjà-vu. Το μυαλό γύρισε αστραπιαία δύο καλοκαίρια πίσω σε εκείνο τον επαναληπτικό με τον Άγιαξ. Ο Σαλπιγγίδης φεύγει στην τετ-α-τετ πλασάρει τον Στεκέλενμπουργκ, εκείνος αποκρούει με τα… οπίσθια και η μπάλα κυλά σαδιστικά προς την εστία. Ο Ολλανδός τερματοφύλακας απλώνεται και ένα… χιλιοστό πριν περάσει όλη την γραμμή την καπακώνει. Το… μετά το ξέρετε. Η ιστορία θα μπορούσε να είναι γραμμένη αλλιώς στο «Ντα Λουζ», αν οι τάπες του Αρτούρ δεν έπιαναν καλά στο γλιστερό τερέν. Αν έριχνε ένα… σπινιάρισμα. Ακόμα κι εκεί όμως ήσουν σαδιστικά… γκινιάρης. Ας πήγαινε, άουτ. Έτσι κι αλλιώς σουτ απονενοημένο διάβημα ήταν. Εκεί όμως, να παίζει κάποιος με τα νεύρα σου…
Για 70 λεπτά στην Λισσαβώνα ο ΠΑΟΚ κάνει την πιο ώριμη φετινή ευρωπαϊκή του εμφάνιση. Κερδίζει αμέτρητες μονομαχίες 50-50 που χρειάζονται ψυχή. Δεν παίζει ψαρωμένα. Κάνει μία αρσενική, στιβαρή, αρσενική εμφάνιση. Βάζει δύσκολα στους Πορτογάλους, που αν στην Θεσσαλονίκη έκανανrotation, στον επαναληπτικό έριξαν μέσα και Καρντόσο και Γκαράι και Γκαϊτάν, δηλαδή με μία πρόχειρη σούμα έριξαν μέσα 60-70 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον ποιότητας, την ώρα που ο ΠΑΟΚ παίζει χωρίς δύο από τα ακριβότερα του συμβόλαια (Νάτχο, Μάρτενς) και ένα φορ που το φθινόπωρο στο Τσάμπιονς Λιγκ έβαζε γκολ στην Μπαρτσελόνα (Χούσεν).
Κάποια στιγμή μες το παιχνίδι έφτασα να πιστεύω πως όπως το 1999 οι Πορτογάλοι είπαν σε Σάμπρι και Μαχαιρίδη «εσείς μένετε εδώ» μετά τα παιχνίδια με τον ΠΑΟΚ, έτσι και τώρα θα πούνε σε Κάτσε και Κίτσιου: «εσείς παλικαράκια μου, δεν γυρνάτε πίσω». Ναι, ο ΠΑΟΚ είχε έλλειμμα δημιουργικής ποιότητας, έμοιαζε άτολμος, κρατούσε την μπάλα στα πόδια του για μικρό χρονικό διάστημα και έβγαζε επιθέσεις με λίγους παίκτες. Ναι, αλλά κάπως έτσι η Εθνική Ελλάδας δεν λήστεψε δις τους Πορτογάλους στο Euro2004; Αμφιβάλλει κανείς πως με Ρεχάγκελ στον πάγκο, ο Μαντούρο θα ήταν ένα κλικ μπροστά στην μεγάλη χαμένη του ευκαιρία και σαν άλλος Χαριστέας θα άνοιγε το σκορ στο κωμβικότερο σημείο του ματς;
Για να καταλάβουμε όλοι τι ακριβώς συζητάμε, ο ΠΑΟΚ στερήθηκε τον κατά κοινή ομολογία καλύτερο του αμυντικό φέτος. Ο Μιγκέλ Βίτορ ήταν απώλεια για τον Δικέφαλο. Είναι ακριβώς ο ίδιος ο Μιγκέλ Βίτορ, ο οποίος ήταν πέρυσι 5ος στόπερ της Μπενφίκα και ο οποίος ήταν μονίμως παρκαρισμένος στην β’ ομάδα των Λουζιτανών! Για να καταλάβουμε τι ακριβώς συζητάμε πόσοι ακριβώς παίκτες σε αυτό τον πλανήτη μπορούν να εκτελέσουν φάουλ α λα… Πανένκα, όπως ο Γκαϊτάν και να σκοράρουν με τέτοιο πλασέ από φάουλ με την μπάλα στημένη στην γραμμή της περιοχής; Ούτε καν ο Κώστας Φρατζέσκος…
Δεν υπάρχουν μόνο οι –χειροπιαστές- δικαιολογίες για την ανισότητα μεγέθους του ΠΑΟΚ με την Μπενφίκα. Υπάρχουν και ανορθογραφίες. Για πολλοστή φορά ο ΠΑΟΚ τρώει την ίδια κόκκινη κάρτα με φάση στην πλάτη της άμυνας του και επαγγελματικό φάουλ (;) που δίνει την αφορμή στον διαιτητή για αποβολή. Για πολλοστή φορά ο ΠΑΟΚ φροντίζει να χαλάσει την έξωθεν μαρτυρία του και να κάνει τον κόσμο του μαλλιοκούβαρα, χωρίς να αυτοπροστατευτεί επικοινωνιακά στον αποκλεισμό του Σαλπιγγίδη από την αποστολή και την αλλαγή στην αλλαγή του Στοχ. Για πολλοστή φορά ο ΠΑΟΚ γίνεται βορά για κάθε «ουδέτερο», «αντικειμενικό» κριτή που ξαφνικά κόπτεται για την… κατάντια του Δικεφάλου, τον βγάζει… λίγο, απαξιώνει την τεχνική του ηγεσία, τις επιλογές της, το πλάνο, την λειτουργία του, αφήνοντας τον ρόλο του… «αποθεωτή, χειροκροτητή» σε κάποιους άλλους εκεί που χρειάζεται ή του «δεν ξέρω, δεν είδα, δεν είναι δικό μου θέμα», εκεί που κάνει… τζιζ.
Λίγο μετά από εκείνα τα ματς του ΠΑΟΚ με την Μπενφίκα, οι Λουζιτανοί πέρασαν τα δικά τους πέτρινα χρόνια. Για τρεις σεζόν έμειναν εκτός Ευρώπης. Με την παντοκρατορία της Πόρτο έβλεπαν τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ με το κιάλι. Μία ομάδα με 2 Πρωταθλητριών στην τροπαιοθήκη της και συνολικά 9 παρουσίες σε ευρωπαϊκούς τελικούς, έχει πάρει μόνο 2 πρωταθλήματα από το 1994. Παρόλα αυτά όχι μόνο δεν παρήκμασε, αλλά γιγαντώθηκε. Οι Πορτογάλοι κατάφεραν να αναβαθμίσουν το προϊόν τους. Να το προστατέψουν.
Αυτή τη στιγμή ο πρόεδρος της Μπενφίκα σηκώνει το τηλέφωνο και μιλάει ότι ώρα θέλει και μιλάει στα ίσα με τον ομόλογο του στην Ρεάλ (Κοεντράο, Ντι Μαρία), στην Τσέλσι (Νταβίντ Λουίζ, Ραμίρες, Μάτιτς), στην Ζενίτ (Βιτσέλ). Η μεθοδολογία εμπορικής (και όχι μόνο) εξέλιξης την τελευταία δεκαετία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου (χώρα πληθυσμιακά ανάλογη της Ελλάδας) και η εταιρική γιγάντωση της Μπενφίκα θα έπρεπε να αποτελέσει πρότυπο. Και μην ακούσω πάλι για την καραμέλα για την αστείρευτη δεξαμενή Βραζιλιάνων που παίζουν σαν Πορτογάλοι, διότι ο μόνος τέτοιος στην ενδεκάδα της Μπενφίκα ήταν ο γέρο-Λουιζάο. Μέχρι να φτάσουμε λοιπόν να κοιτάμε στα μάτια τέτοια μεγέθη σε όλα τα επίπεδα, είναι λογικό να ακούμε σε κάθε αντάμωμα με κάθε Μπενφίκα το: «πού πας ρε Καραμήτρο;».