Ημέρα μνήμης η σημερινή για την οικογένεια του ΠΑΟΚ και όχι μόνο. Σαν σήμερα πριν από δεκαπέντε χρόνια έχασαν τη ζωή τους έξι φίλαθλοι του Δικέφαλου. Το τραγικό δυστύχημα συνέβη στην περιοχή των Τεμπών, όταν ανετράπη το λεωφορείο που είχε ναυλωθεί από τον ΣΦ Ελευθερίου-Κορδελιού.
Την Κυριακή 3 Οκτωβρίου 1999 η ομάδα του ΠΑΟΚ είχε αναδειχθεί ισόπαλη με 1-1 στην εκτός έδρας αναμέτρηση με τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ. Οι φίλαθλοι του Δικέφαλου ξεκίνησαν για το ταξίδι της επιστροφής. Τα ξημερώματα της Δευτέρας, στις 4.30, δύο χιλιόμετρα μακριά από τα διόδια των Τεμπών, το λεωφορείο στο οποίο επενέβαιναν 77 οπαδοί του ΠΑΟΚ, συγκρούστηκε με διερχόμενο φορτηγάκι και ανατράπηκε πέφτοντας σε χαντάκι, σκορπώντας το θάνατο σε φιλάθλους καθώς και στον οδηγό του δευτέρου οχήματος.
Αιτία του ατυχήματος η προσπέραση που πήγε να κάνει σε προπορευόμενο όχημα ο γιος-19 χρονών φαντάρος τότε- του ιδιοκτήτη του λεωφορείου, που είχε πάρει το τιμόνι στα χέρια του λίγο νωρίτερα στο Βελεστίνο.
Η ελληνική δικαιοσύνη επέβαλε τη μέγιστη ποινή που μπορούσε να αποδοθεί για τον υπαίτιο του δυστυχήματος: φυλάκιση πέντε χρόνων για φόνο εξ αμελείας. Αυτό όμως δεν επέστρεψε πίσω τις χαμένες ψυχές
Από τα συντρίμμια του λεωφορείου ανασύρθηκαν νεκροί οι Χαράλαμπος Ζαπουνίδης 20 χρόνων, Δημήτριος Ανδρεαδάκης 25 χρόνων, Χριστίνα Τζιόβα 18 χρόνων, Αναστάσιος Θέμελης 22 χρόνων, Γεώργιος Γκανάτσιος 22 χρόνων, Κυριάκος Λαζαρίδης 17 χρόνων.
Από νωρίς το πρωί της Δευτέρας της 4ης Οκτωβρίου 1999 πλήθος ανθρώπων συνέρευσε στα γραφεία του ΣΦ ΠΑΟΚ Ελευθερίου-Κορδελιού. Εκτυλίχθηκαν σκηνές θρήνου και οδυρμού.
“ΠΑΟΚΑΡΑ είμαι Χάρε μου, την ψυχή μου πάρε μου…» έγραφε το αποχαιρετιστήριο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας της Θύρα 4 γ
Το άρθρο του Χρήστου Μιχαηλίδη στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ” δύο ημέρες μετά το τραγικό συμβάν:
“Αφιερωμένο στο Χαράλαμπο, τη Χριστίνα, τον Τάσο, το Γιώργο, τον Κυριάκο, το Δημήτρη και σε όσους έφυγαν από κοντά μας ταξιδεύοντας στους ουρανούς, με τον δικέφαλο της καρδιάς τους να τους συντροφεύει για πάντα.
“Όποιος δεν έχει ταξιδέψει με πούλμαν για να δει την αγαπημένη του ομάδα ν’ αγωνίζεται εκτός έδρας, πολύ δύσκολα θα καταλάβει αυτό το σημείωμα. Ημέρα χθες που η Θεσσαλονίκη έθαψε έξι παιδιά της, άκουσα στις συνηθισμένες, κατά την διάρκεια των τηλεοπτικών ειδήσεων συζητήσεις, μεταξύ γνωστών και φίλων, πολλούς να αναρωτιούνται, κάπως απαξιωτικά: “Τι το ‘θελαν, μωρέ να ΄ρθουν στην Αθήνα με τον ΠΑΟΚ;”. Και κατά καιρούς, όταν συμβαίνει να έχουμε συμπλοκές φιλάθλων σε διάφορες πόλεις, ακούω τους γνωστούς, τυποποιημένους ανθρώπους να καταλήγουν εύκολα στο “ηθικόν δίδαγμα”: “Να δούμε τι ανατροφή έχουν πάρει αυτά τα παιδιά”.
Το ταξίδι, λοιπόν, για το παιδί της εξέδρας είναι ένα κομμάτι μονάχα, ίσως και το ωραιότερο όμως, αυτής της συγκλονιστικής του διαδρομής μέσα από τα πιο όμορφα του χρόνια. Ταξιδεύει, γιατί είναι έγκλημα σ’ αυτή την ηλικία να παραμένεις στάσιμος. Η ομάδα του είναι πολλές φορές απλώς ένα πρόσχημα.
Στις ποδοσφαιρικές αυτές εκδρομές αναπτύσσεται, όσο πουθενά αλλού, η έννοια της αλληλεγγύης και της ανιδιοτελούς συμπαράστασης του ενός προς τον άλλον. Αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε “χαρά της παρέας”, μέσα στα πούλμαν των οπαδών είναι χειροπιαστή πραγματικότητα. Το σάντουιτς του ενός ανήκει και στον άλλον. Το “κερνάω μια μπύρα ή ένα αναψυκτικό” είναι ενέργεια απολύτως φυσική, σαν να σκουπίζεις -ας πούμε- τον ιδρώτα από το κούτελο, δεν το σκέφτεσαι, το κάνεις.
Πολλές φορές, όταν ο ένας πει “δεν μπορώ να έρθω αυτό το Σαββατοκύριακο, δεν έχω φράγκα”, είναι εκπληκτικό το πόσο γρήγορα θα πέσει σύρμα στους υπολοίπους και θα βρεθούν λεφτά. Λεφτά, που κανείς δεν απαιτεί να επιστραφούν ποτέ. Στα ταξίδια τους αυτά -που εμείς οι βολεμένοι βλέπουμε πάντοτε με κακό μάτι- τα παιδιά είναι χαρούμενα.
Όπως δεν είναι, δηλαδή, στο σπίτι τους, στο σχολείο, στη γειτονιά, στην πόλη. Ερωτεύονται, συζητάνε, καβγαδίζουν, λένε σαχλαμάρες, τραγουδάνε, μερικές φορές υπερβαίνουν τα όρια. εντάξει Αλλά, γιατί είναι έγκλημα να υπερβαίνει τα όρια ένα παιδί 20 χρονών και δεν είναι όταν τα υπερβαίνει ένας πολιτικός 60 χρονών ή ένας δημοσιογράφος 40;
Ειρωνεία! Τη στιγμή που ο μισός πληθυσμός αυτής της τερατούπολης, της Αθήνας, την εγκατέλειπε από τον φόβο των σεισμών, αυτά τα παιδιά, οι οπαδοί του ΠΑΟΚ, ήρθαν εδώ. Και σκοτώθηκαν φεύγοντας, όταν οι αλαφιασμένοι Αθηναίοι είχαν πια επιστρέψει.
Τη στιγμή της σύγκρουσης κοιμόντουσαν. Ήταν γλυκός ο ύπνος τους, όχι τόσο γιατί ο ΠΑΟΚ πήρε καλό αποτέλεσμα από τον Παναθηναϊκό, όσο γιατί απλώς είχαν περάσει ωραία. Είχαν ζήσει. Δεν είχαν μουχλιάσει, όπως όλοι εμείς. Στο καλό ρε φιλαράκια! Και μην ξεχάσετε να πάρετε μαζί και τα κασκόλ σας, να τον ομορφύνετε πιο πολύ τον ουρανό.”