Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις μια κατοικία, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις ένα «σπίτι».
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις ένα ρολόι, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις χρόνο.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις ένα κρεβάτι, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις ξεκούραση.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις ένα βιβλίο, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις κουλτούρα.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις ένα γιατρό, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις υγεία.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις μία θέση, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις σεβασμό.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις αίμα, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις ζωή.
Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις σεξ, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις αγάπη.
Πίσω από αυτή την αρχαία κινέζικη παροιμία κρύβεται όλος ο ποδοσφαιρικός ΠΑΟΚ. Μία μικρή ελληνική προσθήκη στην κινέζικη σοφία: Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις παίκτες, αλλά δεν μπορείς να φτιάξεις ΟΜΑΔΑ.
Πολλά είχαν δει τα μάτια μου, μα αυτό στην «Λεωφόρο» μου έφερε τρόμο. Ευτυχώς που η ελληνική γλώσσα είναι πλούσια για να περιγράψει την εικόνα αυτής της άμορφης μάζας που, φορούσε στολές ΠΑΟΚ: παθητική, άθλια, μίζερη, αξιολύπητη, ερασιτεχνική, οικτρή, θλιβερή, ντροπιαστική, παραδομένη. Η εικόνα του σιωπηλού, ακίνητου, ανέκφραστου, ανήμπορου, παγωμένου, κοκαλωμένου Γ.Χ. στον πάγκο τα λέει όλα για το mentality αυτής της ομάδας.
Μπορούσες να το δεις, να το οσμιστείς, να το νιώσεις σε κάθε δευτερόλεπτο. Από το ζέσταμα κιόλας. Παίκτες νωχελικοί, παραδομένοι, φαντάσματα. Δεκάρια σπριντ σε… δέκα δευτερόλεπτα! Μηχανικές κινήσεις. Λες και επρόκειτο για ακόμα μία υποχρέωση. Ας χάσουμε, να τελειώνει κι αυτό, να γυρνάμε σπίτια μας. Αποσύνθεση. Ένα πρόβατο επί σφαγή, μεγαλύτερη αντίσταση θα είχε προβάλλει. Αυτό το περίφημο: «Περηφάνια Αντίσταση Όνειρο Κατάκτηση» έχει πάει περίπατο εδώ και καιρό.
Ο ΠΑΟΚ έπιασε πάτο. Πολλοί από εσάς μπορεί να πιστεύουν ότι υπάρχουν και χειρότερα, αλλά δεν πάει πιο κάτω. Όταν ο αντίπαλος σου σταματά να ασχολείται μαζί σου, σε αγνοεί, σε λυπάται και σε αφήνει μόνο στην δυστυχία σου, τότε δεν πάει πιο κάτω. Ο Παναθηναϊκός σε δύο συνεχόμενα ματς μέσα σε τρεις ημέρες, αφού πρώτα διέσυρε το αγωνιστικό κουφάρι του ΠΑΟΚ στα δύο πρώτα ημίχρονα, του έκανε πλάκα με το μαρτύριο της σταγόνας μέχρι να έρθει το λυτρωτικό τελευταίο σφύριγμα. Ήταν η τέταρτη σερί νίκη του Παναθηναϊκού απέναντι στον ΠΑΟΚ σε τέσσερα ματς φέτος! Η πέμπτη αν βάλουμε και τον τελικό κυπέλλου. Έτσι χτίζονται παραδόσεις, σχέσεις, ψυχολογίες, νοοτροπίες. Όχι με ατάκες του στιλ: «αυτό το ματς δεν ήταν το κρισιμότερο για εμάς». Ο ΠΑΟΚ έπιασε πάτο, γιατί δεν (σου) δημιουργεί πια ούτε θυμό, ούτε οίκτο, ούτε έκρηξη, ούτε νεύρα, ούτε τίποτα. Σε αφήνει παγερά αδιάφορο! Κι αυτό είναι ακόμα χειρότερο…
Τα λόγια είναι σαν πλαστελίνη. Μπορείς να τα πλάσεις όπως θες και να δώσεις στην αλήθεια (σου) ότι σχήμα θέλεις. Η ίδια αλήθεια είναι αν πεις πως: στην τελευταία προπόνηση οι παίκτες εξασκήθηκαν στην εξειδικευμένη άσκηση επιθετικής κατοχής με υπεραριθμία και ακριβώς η ίδια αλήθεια αν πεις: στην τελευταία προπόνηση οι παίκτες έπαιξαν κορόιδο. Η έλλειψη αλήθειας στον ΠΑΟΚ ή για την ακρίβεια οι πολλές φτιασιδωμένες (κατά το δοκούν) αλήθειες είναι αυτές που πλημμύρισαν ακόμα περισσότερο δηλητήριο τις ψυχές όσων ψάχνουν εναγωνίως μία απάντηση στην ερώτηση του ενός εκατομμυρίου: «τι φταίει»;
Ο ΠΑΟΚ δεν παίρνει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από αυτό που αξίζει να πάρει. Τίποτα δηλαδή. Μοιάζει με τον αφελή σκύλο που κυνηγάει την ουρά του, νομίζοντας ότι κάποια στιγμή θα την πιάσει και θα βρει την ευτυχία του. Ανακυκλώνει πρόσωπα λες και είναι πράγματα, «καίει» στελέχη, καταστρέφει καριέρες, διχάζει οπαδούς, καίει εγκεφάλους. Απαντάει στα λάθη με νέα λάθη κι όταν αυτά στερέψουν τα ξεκινά και πάλι από την αρχή, ανακυκλώνοντας τα ίδια πρόσωπα που δίχασαν και διχάζουν.
Αδυνατώ να βρω ομάδα που να τερμάτισε τρεις διαφορετικές σεζόν με τον ίδιο υπηρεσιακό προπονητή. Αδυνατώ να βρω υπηρεσιακό προπονητή που να δέχθηκε να τελειώσει τρεις διαφορετικές σεζόν στην ίδια ομάδα και δέχθηκε (πάνω από μία φορά) προεδρική παρέμβαση στα αποδυτήρια και το γήπεδο που εξέθεσε / μείωσε / υποτίμησε τον θεσμικό του ρόλο. Αδυνατώ να βρω ομάδα που δεν βελτίωσε ούτε ένα παίκτη της, αδυνατώ να βρω ομάδα που δεν εξέλιξε κανέναν από τους πλούσιους καρπούς που προσφέρουν τα τμήματα υποδομής της, αδυνατώ να βρω ομάδα, που μέσα στο εσωτερικό της υπάρχει τόση αυτοκαταστροφή.
Ο σύγχρονος ποδοσφαιρικός ΠΑΟΚ σε όλα του τα επίπεδα έγινε συνώνυμος της προχειροδουλειάς, του φαίνεσθαι, της μόστρας, του δήθεν στα social media, της ανεπάρκειας, της μετριότητας, του… βολέματος. Κι από κάτω διάφοροι αυλικοί να ταυτίζονται με πρόσωπα, να αφορίζουν τους «εχθρούς», προσπαθώντας να κερδίσουν μερικά ψίχουλα από την διχόνοια. Φαύλος κύκλος που δεν οδηγεί πουθενά. Αγγελικοί, Βρυζικοί, Γκαρσιακοί, Ιβανικοί (τώρα οσονούπω έρχονται και οι γιο-Σαββιδικοί) και το νερό να πέφτει κάθε δευτερόλεπτο στον μύλο της διχόνοιας σε μία αρρωστημένη κατάσταση γεμάτη ψέματα, υπερβολές και στοχευμένες επιθέσεις ή προστασίες.
Από τις ίδιες αρρώστιες νόσησαν και θα νοσήσουν χιλιάδες αθλητικοί οργανισμοί στην ιστορία. Η φαγωμάρα στις ομάδες είναι τόσο παλιά, όσο και τα ομαδικά αθλήματα. Λύνεται με ένα όχι και τόσο δημοκρατικό τρόπο, μα ποιος είπε ότι η δημοκρατία λύνει όλα τα προβλήματα; Από τον ΠΑΟΚ, εδώ και χρόνια λείπει η αυθεντία. Η γνώση. Η προσωπικότητα. Η επιβολή της μίας και μοναδικής άποψης. Είναι αυτό και… τέρμα. Είναι αυτό και… βγάλτε όλοι τον σκασμό. Είναι αυτό γιατί το λέω… εγώ.
Ο Φερνάντο Σάντος μπορεί να είχε χίλια στραβά, μα επί των ημερών του, η δική του αυθεντία δεν αμφισβητήθηκε ποτέ στο εσωτερικό του συλλόγου, ακόμα και τις στιγμές που ο Πορτογάλος είχε άδικο. Εκείνη η περίοδος της δικής του αυθεντίας ήταν η μοναδική στην σύγχρονη ιστορία του ΠΑΟΚ, που η γνώμη του ενός, του αρμοδίου, του υπεύθυνου για το αγωνιστικό τμήμα, προστατεύτηκε τόσο πολύ από τον ίδιο τον ΠΑΟΚ. Για όσους δεν θυμούνται ήταν η περίοδος που ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ δεν έβγαζε μιλιά, ο τεχνικός διευθυντής καθόταν σούζα μπροστά στον προπονητή και σεβόταν κάθε του υπόδειξη / επιθυμία / παρέμβαση, η εποχή που ο ΠΑΟΚ είχε σε καίρια πόστα ανθρώπους που ένιωθαν / καταλάβαιναν / γνώριζαν τα βαθιά μυστικά του ποδοσφαίρου σε πρακτικό επίπεδο και όχι σε θεωρητικό, αναλύοντας νούμερα σε βαθύπλουτους προέδρους και φυσικά όχι μέσω του Playstation, του Youtube, του Football Manager και του Instagram.
Ο Φρανκ Άρνεσεν δεν είναι κανένα παιδάκι ή κανένας χθεσινός στην πιάτσα. Η ατζέντα με τις επαφές του ζυγίζει τόνους. Άνθρωπος που συγχρωτίστηκε με τον Ζοσέ Μουρίνιο, συνεργάστηκε με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς και «έτρεξε» οργανωτικά το πανάκριβο… παιχνίδι του, που λέγεται Τσέλσι, μας πουλάει και μας αγοράζει εμάς τους κουτόφραγκους, δίχως να το πάρουμε χαμπάρι. Τη δεδομένη στιγμή όμως είναι σαν να φέρνεις ένα φημισμένο ντεκορατέρ σε ένα σπίτι ρημαδιό, γεμάτο χαλάσματα. Αν θέλει να πετύχει, θα πρέπει να λερωθεί. Να τσαλακωθεί. Να σηκώσει μανίκια και να βάλει στολή εργασίας. Να σπάσει αυγά. Να τσακωθεί. Να θυμώσει. Να διώξει. Να απολύσει. Να μπει βαθιά μες το πρόβλημα.
Τρεις – τέσσερις ψαγμένες μεταγραφές και ένας κανονικός προπονητής, δεν λύνουν το πρόβλημα. Θα είναι σαν ασπιρίνη, σαν παυσίπονο σε ένα ασθενή που αργοσβήνει. Μπορεί να επιβάλει την γνώμη του σε έναν πρόεδρο, ο οποίος πιστεύει πως επειδή πληρώνει οφείλει να είναι απόλυτα συγκεντρωτικός και παρεμβατικός ακόμα και σε αγωνιστικά θέματα που δεν ξέρει; Μπορεί να ελέγξει τις συναισθηματικές του εξάρσεις; Να νικήσει την κωλυσιεργία που προκύπτει από την ανάγκη επικοινωνίας μέσω Skype; Μπορεί να βάλει φρένο στην ακατάσχετη μπουρδολογία, όσων σχετικών ή άσχετων που ένεκα της εποχής βρέθηκαν ξαφνικά με το υπερ-όπλο που λέγεται δημόσιος λόγος και πυροβολούν όπου και όπως να ‘ναι και όποιον πάρει ο χάρος; Μπορεί να εμπνεύσει; Να ξυπνήσει παικτικούς εγωισμούς; Μπορεί να δημιουργήσει όραμα; Καύλα; Μπορεί να μας / σας πείσει ότι με αυτόν μπροστάρη έρχονται καλύτερες μέρες; Μπορεί να βγει μπροστά;
Ο ΠΑΟΚ δεν είναι Τσέλσι, ούτε Αμβούργο, ούτε κάτι ανάλογο από τα λαμπερά και πολιτισμένα κλαμπ που έχει βιώσει εκ των έσω. Είναι μία συνεχής ακροβασία ανάμεσα στο παράλογο και το ανεξήγητο. Είναι μία φολκλόρ και καλτ κατάσταση, που αν ο Άρνεσεν προσπαθήσει να ερμηνεύσει με τα δικά του Δυτικοευρωπαϊκά κριτήρια θα βγει χαμένος από χέρι. Θα αποδομηθεί από την πρώτη μεταγραφή. Θα βγει μιζαδόρος. Άσχετος. Άμπαλος. Κλέφτης. Μπορεί και να είναι όλα αυτά. Ας τον αφήσουν όμως να φτιάξει ένα ολοκληρωμένο πρότζεκτ από το Α ως το Ω. Όπως θέλει. Όπως γουστάρει. Όπως του καπνίσει. Στην τελική, ότι και να φτιάξει αποκλείεται να είναι χειρότερο από αυτό που βλέπουν τα μάτια μας εδώ και μερικούς μήνες. Ο Φρανκ Άρνεσεν (νιώθω ότι) μπορεί και να είναι το τελευταίο κανονικό χαρτί του Ιβάν Σαββίδη. Αν καεί κι αυτό, τότε έρχονται τα τανκς…