Θα το πω να βγει από μέσα μου και αμαρτία ουκ έχω, αφού όπως έλεγε κι ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Πολ Σατρ (για να μου δώσει πάτημα): «Δεν πρόκειται να είμαι μετριόφρων. Ταπεινός, όσο θέλετε, αλλά όχι μετριόφρων. Η μετριοφροσύνη είναι η αρετή των ξενέρωτων». Ετούτος εδώ λοιπόν, μπορεί να εξελιχθεί στην ελληνική έκδοση του Αντρές Ινιέστα! Υπερφίαλο; Υπερβολικό; Πρώιμο; Ριψοκίνδυνο; Παράλογο; Τα δέχομαι όλα. Οφείλεις όμως να στοχεύεις ψηλά. Στο φεγγάρι. Αν αποτύχεις, τουλάχιστον θα βρεθείς στα αστέρια.
Δεν πρόκειται να «χαλάσει» από τα δικά μου καλά λόγια. Δεν τον έχω για τέτοιο. Αυτό που κουβαλάει μέσα στο κεφάλι του είναι καλής ποιότητας. Το.. γύρω του επίσης στεγανό. Μπετόν. Η πρώτη ύλη είναι πολύ καλή για να… αλλοιωθεί από μερικά κομπλιμέντα. Αν -παρά φύση- γίνει αυτό, τότε θα σημαίνει ο μικρός δεν άξιζε για πολλά και τούτα τα λόγια θα γίνουν σενάριο για διαφήμιση τσίχλας με σλόγκαν «καλύτερα να μασάς». Το παίρνω το ρίσκο με αυτόν όμως. Ψήθηκα. Με έψησε για την ακρίβεια.
Δεν το κρύβω, δεν τον είχα σε εκτίμηση. Το ποδόσφαιρο, το μετράω για σκληρό σπορ. Τον κόσμο του, θεωρώ ότι τον αντέχουν μόνο οι… μπρουτάλ τύποι. Αυτοί που εκτός από μούσκουλα, πνευμόνια ή μύες έχουν και σκληρό μέταλλο. Δεν τον είχα για τέτοιο τον… Δημητράκη (sic). Λίγοι τον είχαν. Η όψη του… παιδική. Το σουλούπι του, επίσης. Ένιωθα ότι αν τον φυσήξει κάποιος, θα πέσει κάτω. Πίστευα ότι αν βρει μπροστά του κανένα θεόρατο νταμάρι, θα βάλει τα κλάματα. Φοβόμουν ότι στην πρώτη κλωτσιά, θα… σπάσει. Κοντούλης, ξανθούλης, άτριχος, με ευγενικό πρόσωπο, αθώο βλέμμα, μισή μερίδα άνθρωπος, αναρωτιόσουν τι γυρεύει αυτό το καλό παιδί σε ένα χώρο γεμάτο νταγλαράδες, που άμα λάχει κλωτσάνε και την μάνα τους; Ειλικρινά, χαίρομαι που εδώ και μερικούς μήνες με κάνει να θέλω να… φάω το πληκτρολόγιο!
Δεν… ψωνίστηκα όταν ο Δώνης του φόρτωσε το «10» -πριν καν ενηλικιωθεί- σε μία εποχή αναδόμησης του ΠΑΟΚ, δεν έχαψα τις κουβέντες περί επόμενου Κούδα, δεν θαμπώθηκα από τα πρώτα του δείγματα γραφής στον κόσμο των μεγάλων. Ο Δημήτρης Πέλκας έβγαζε μάτι ότι ξέρει μπάλα. Πολύ μπάλα. Αυτό όμως δεν έφτανε. Είχε μαγουλάκια, κοιλίτσα και προγούλι. Δεν μπορούσε να σπριντάρει, να μείνει όρθιος στα τζαρτζ, δεν είχε επιρροή στα ματς. Έμοιαζε με μία από τις δεκάδες περιπτώσεις που ξέρουν μπάλα, αλλά…
Ομολογώ ότι τον είχα βγάλει από τα ραντάρ μου, όταν άρχισε ο ίδιος να κάνει θόρυβο για τους… σωστούς λόγους. Ο ίδιος… τσίνισε και ζήτησε να πάρει «δυσμενή μετάθεση» στο εξωτερικό και να αφήσει τα σίγουρα, το σπίτι, τα παρεάκια, τους φίλους, την ασφάλεια, τα εύκολα. Αντί να αραχνιάσει πέρυσι στα αζήτητα με τον Άγγελο, αλλά να μοστράρει δεξιά κι αριστερά το περιβόητο «παίζω στον ΠΑΟΚ» που αποτελεί διαβατήριο σε κάθε στενό της πόλης, επέλεξε το δύσκολο. Το σωστό. Απομόνωση, εξορία, δουλειά, βελτίωση κι ότι βγει. Δεν είναι εύκολο να σκεφτεί έτσι ένα παλικαράκι 21 ετών, όταν ζει το όνειρο του «παιχταρά».
Η Πορτογαλία τον έκανε άντρα. Πρώτα ψυχολογικά και μετά σωματικά. Τον ατσάλωσε. Το Σετούμπαλ -όπως μου εξομολογήθηκε κι ο ίδιος- είναι ένα μέρος γεμάτο παππούδες και γιαγιάδες που κρατούν τα εγγόνια όσων γονιών βγάζουν το βιος τους, δουλεύοντας στην κοντινή Λισαβώνα! Καμιά σχέση με την.. Θεσσαλονικάρα δηλαδή. Εκεί, είτε θα μελαγχολήσεις, είτε θα στρωθείς και θα σκυλιάσεις στην δουλειά. Μου έκανε εντύπωση ο… πληθυντικός του σε εκείνη την συνέντευξη. Είχε ήδη πετύχει τρία γκολ σε λιγότερο από ένα μήνα, αλλά δεν είχε «ψηλώσει». Ήταν ήρεμος, ταπεινός, συνειδητοποιημένος. Ωριμόερος. Μεγαλύτερος. Κι ας ήταν ακόμα επί ξύλου κρεμάμενος σε ότι είχε να κάνει την σχέση του με τον ΠΑΟΚ.
Δεν θα βρεις αυτή την εποχή καλύτερα ποδοσφαιρικά σχολεία από τις επαρχιακές ομάδες της Πορτογαλίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου. Είναι σαν μεταπτυχιακά. Αν αποφοιτήσεις, βγαίνεις ποδοσφαιριστής. Κανονικός. Όχι ατελής, όπως αν μείνεις εδώ. «Εδώ, υπάρχει περισσότερος ρυθμός στο παιχνίδι. Όλα τα ματς είναι στα… κόκκινα και έχω μάθει να αντέχω σε αυτούς τους ρυθμούς. Ο καθαρός χρόνος ποδοσφαίρου είναι περισσότερος. Στην Ελλάδα κάθε 30 δευτερόλεπτα υπάρχει διακοπή», μου είχε πει επί λέξη. Για να το πω και με ορολογία στρατού, ο Δημήτρης Πέλκας έφυγε από την Ελλάδα «γιωτάς» και γύρισε «κομάντο». Στέγνωσε, γέμισε μύες, βελτίωσε την αντοχή, την έκρηξη, τις ταχύτητες (σκέψης και εκτέλεσης) στο παιχνίδι του. Ακόμα και το βλέμμα του, ακόμα κι αυτό αγρίεψε! Άλλος άνθρωπος!
Ακόμα και τότε, στις αρχές του καλοκαιριού πίστευα ότι ο Τούντορ τον χώρεσε στην ενδεκάδα στα πρώτα φιλικά, επειδή… δεν είχε άλλους. Ο παίκτης που έβλεπα όμως, ήταν άλλος από αυτόν που είχε φύγει. Η νέα έκδοση του Δημήτρη Πέλκα, φώναζε «δώστε μου την μπάλα». Η νέα έκδοση του Δημήτρη Πέλκα έμπαινε με χίλια στις φάσεις και ήταν το αλατοπίπερο πίσω από κάθε ενέργεια που ήθελε λίγο… τεμπεσίρι παραπάνω. Ήταν ο καλύτερος σχεδόν σε όλα τα φιλικά. Σοκαρίστικα από το πόσο αγριεμένα πανηγύρισε εκείνο το γκολ στον επαναληπτικό με την Λοκομοτίβα! Ακόμα και το γεγονός ότι πατούσε περιοχή (την οποία παλιότερα έβλεπε σαν ναρκοπέδιο) μαρτυρούσε πολλά. Οι επαφές του με την μπάλα ήταν αλλιώτικες. Τα σουτ του δεν ήταν άψυχα, όπως παλιά, αλλά με ψαγμένα φάλτσα, πιο δυνατά, με περίεργα κατεβάσματα στην μπάλα. Κόλπα που -ήταν φανερό ότι- έμαθε αλλού. Ακόμα, όμως έλειπε κάτι.
Υπάρχει πάντα ένα «κλικ» που γυρνάει τον διακόπτη. Αυτό το ένα χάι-λάιτ που σε κυνηγά. Σε καθορίζει. Ξαφνικά, ο Ντάνιελ Άγκερ θα πρέπει να αισθάνθηκε ο πιο τιποτένιος αμυντικός του κόσμου κι ας κουβαλά χιλιάδες γαλόνια από αμέτρητες μάχες με την φανέλα της Λίβερπουλ. Χαμήλωσε ψαρωτικά το κορμί για να έρθει στο ύψος του, μα τα πόδια του άνοιξαν. Ο «αλητάκος» που μέχρι πρόπερσι έπαιζε στον Απόλλωνα της Καλαμαριάς του σκάρωσε μία θρασύτατη «ποδιά» και ο Δανός θόλωσε. Ενστικτoδώς πήγε να τον κλαδέψει με το αριστερό. Απέτυχε! Προσπάθησε να τον πάρει αγκαλιά για να τον ρίξει κάτω. Απέτυχε ξανά! Στην εξέλιξη της φάσης ήρθε το 1-0 επί της Μπρόντμπι από τον Μακ. Ο Δημήτρης Πέλκας πριν σκαρώσει με εκείνο το απίθανο ψηλοκρεμαστό βολέ το 2-0 επί των Δανών, είχε ψηλώσει ήδη 20 πόντους στα μάτια ολόκληρης της ποδοσφαιρικής υφηλίου!
Ούτε κι απ’ αυτό «ψήλωσε» όμως. Στην Βέροια, επιστρέφοντας από τραυματισμό, ήταν ξανά οργιαστικά… απλός! Σκανδαλωδώς καλός, παίζοντας κανονικό, σωστό ποδόσφαιρο. Σημαδεύντας τα σπριντ των συμπαικτών του με κάθετες πάσες. Βλέποντας (μπαλιές) τρύπες, σημαδεύοντας ανάμεσα στα πόδια των αντιπάλων του. Στο ποδόσφαιρο μικρών χώρων (που ως επί το πλείστον παίζεται στην Ελλάδα), το «ποδόσφαιρο δωματίου», όπου χρειάζεται χειρουργική ακρίβεια, ο Πέλκας στο πρώτο ημίχρονο έβγαλε τρεις κάθετες «πάρε-βάλε» τις οποίες ναι, μόνο ένας «Έλληνας Ινιέστα» θα έβγαζε.
Δεν είναι όλα ρόδινα, ούτε όλα τέλεια. Στην επανάληψη που το ματς έγινε παιδική χαρά λόγω του σκορ έκανε λάθη ενθουσιασμού. Παρασύρθηκε. Έκανε κατάχρηση ντρίμπλας, αγνόησε εύκολες και απλές επιλογές. Λάθη επιπολαιότητας. Ηλικίας. Αν δεν πάθεις, δεν θα μάθεις.
Ο ΠΑΟΚ έχει να βγάλει τέτοιου είδους δικό του παίκτη από την εποχή Τουρσουνίδη. Δεν έχει την πολυτέλεια να τον χαραμίσει, όπως εκείνον. Ο εκ Γιαννιτσών ορμώμενος χαφ έχει ότι χρειάζεται για να αφήσει το στίγμα του στην νέα εποχή του ΠΑΟΚ. Αρκεί να το μυαλό του να μείνει στο… Σετούμπαλ.
Η στοργική αγκαλιά που τον πήρε ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ λίγο μετά το τελευταίο σφύριγμα και το ύφος του Βούλγαρου μαρτυρούσαν πολλά. Έκρυβαν λίγα νεύρα για μία πάσα που ο μικρός αγνόησε και δεν του έκανε, επιλέγοντας να παίξει στο πλάι.
Έκπληξη, που λίγο αργότερα σε μία απόπειρα για ένα-δύο, ο Πέλκας δεν έκανε το αυτονόητα εύκολο αλλά έβαλε γλυκό ανάποδο φαλτσάκι στην μπάλα για να σβήσει η δύναμη της -όπως θα έκανε κι ο Μπέρμπα- που έμεινε σχεδόν ακούνητος, καρφωμένος περιμένοντας μία απλή μεταβίβαση! Κάτι μου λέει πως στην Βέροια γεννήθηκε μία νέα ποδοσφαιρική αδυναμία.
Να τον παρατηρείτε και να τον πιστεύετε τον «Μπέρμπα». Έχουν δει πολλά τα μάτια του. Ξέρει να κόβει με την μία, ποιος ξέρει την περισσότερη μπάλα σε κάθε ομάδα…