Πριν από περίπου δυο χρόνια, είχα καταπιαστεί σε αυτό εδώ το blog με την περίπτωση του Χουμπ Στέφενς, ο οποίος δεχόταν, τέτοια πάλι εποχή, τα πρώτα “πυρά” για τη δουλειά του ως προπονητής του ΠΑΟΚ, αλλά και με τη ελληνική φιλοσοφία αλλαγής προπονητών. Το κείμενο, επειδή ακριβώς έχει μια γενικότερη προσέγγιση του ζητήματος, θα μπορούσε να είχε αναδημοσιευτεί και πέρσι, για τον Άγγελο Αναστασιάδη. Ο τελευταίος είχε μείνει περίπου με το ζόρι στα μέσα της σεζόν όταν η αμφισβήτηση είχε πιάσει “κόκκινο”, αλλά τελικά η διοίκηση… υπέκυψε στην παράδοση λίγο καιρό μετά φέρνοντας για άλλη μια φορά τον Γεωργιάδη. Φυσικά, μέχρι το τέλος της σεζόν δεν άλλαξε τίποτα.
Αναδημοσιεύω εκείνο το κείμενο -φαντάζει και πάλι επίκαιρο- αλλάζοντας απλά το όνομα του Στέφενς με αυτό του Τούντορ, για τον οποίον δειλά-δειλά αρχίζουν να εκφράζονται οι πρώτες επιφυλάξεις.
“Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν σιγά-σιγά οι απόψεις, του δημοσιογραφικού κυρίως κόσμου, που είτε αναρωτιούνται είτε αμφισβητούν τη συμβολή της μέχρι τώρα παρουσία του Ίγκορ Τούντορ στον πάγκο του ΠΑΟΚ.
Με αφορμή τη συγκεκριμένη κατάσταση, δηλαδή του προπονητή που δέχεται τα πρώτα «βέλη», της –στα σπάργανα ακόμα- αμφιβολίας για το αν θα πετύχει στον ΠΑΟΚ, θα ήταν καλό να δούμε τι γίνεται και τι λέγεται και λίγο πιο έξω από το καβούκι μας.
Η σπουδαιότητα ενός προπονητή σε μια ομάδα έχει αναχθεί, σε βάθος δεκαετιών, σε μείζον ζήτημα για τους φιλάθλους, τους προέδρους, τους παίκτες αλλά και τους δημοσιογράφους. Πόσο καθοριστική όμως είναι η συμβολή του στην επιτυχία και πόσο αποτελεσματική είναι μια αντικατάσταση του στον πάγκο;
Σύμφωνα με το εξαιρετικό βιβλίο “The Numbers Game”, μετά από πολυετείς μελέτες και στατιστικές αναλύσεις, η επιρροή του τεχνικού σε μια ομάδα και τα περιθώρια βελτίωσης αυτής βρίσκεται μόλις στο 15%! Ακόμα κι αν έρθει ο Μουρίνιο ή ο Φέργκιουσον!
Ακόμα, στο βιβλίο “Dutch Study”, το οποίο κάνει ανάλυση 212 τέτοιων καταστάσεων στην ιστορία του Ολλανδικού πρωταθλήματα (Ολλανδός και ο Στέφενς, αλλά αυτό είναι σύμπτωση…), αναφέρεται το εξής: Ακόμα και χωρίς την απόλυση προπονητή, οι ομάδες έχουν περίπου ανάλογη πορεία με αυτές που τον διώχνουν. Μια ασυνήθιστη περίοδος κακών εμφανίσεων είναι απλά αυτό: ασυνήθιστη. Θα διορθωθεί αυτόματα όταν παίκτες επιστρέψουν από τραυματισμό, όταν τα σουτ δε βρίσκουν σε κάποιο δοκάρι ή όταν η τύχη χαμογελάσει ξανά στην ομάδα. Η θεωρία ότι απολύοντας προπονητές είναι πανάκεια για μια «αρρωστημένη» ομάδα είναι απλά ένα placebo. Είναι μια δαπανηρή ψευδαίσθηση».
Η άλλη πλευρά πάντως λέει πως το ποδόσφαιρο είναι ένα σπορ λεπτών ισορροπιών και αυτό το 15% είναι κάποιες φορές αρκετό για να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στη νίκη και την ήττα, ανάμεσα στη δόξα και την αποτυχία.
Σε ένα πιο πρόσφατο δημοσίευμα, ο Κέβιν Πουλέιν της εφημερίδας “Racing Post” αναλύει γιατί οι ομάδες δεν κερδίζουν τίποτα απολύοντας τον προπονητή τους. Με αφορμή το παράδειγμα της Σάντερλαντ, ο Πουλέιν μιλάει για το ίδιο θέμα και λέει μεταξύ άλλων: «Εδώ είναι το ρεκόρ του ιδιοκτήτη της Σάντερλαντ Έλλις Σορτ με τους προπονητές: Αντικατέστησε τον Στιβ Μπρους με τον Μάρτιν Ο’Νιλ, ο οποίος δεν τα πήγε καλύτερα, ύστερα αντικατέστησε τον Ο’Νιλ με τον Πάολο Ντι Κάνιο, τον οποίο απέλυσε μετά από 12 παιχνίδια.
Οι ιδιοκτήτες των ομάδων στο σύνολο τους έχουν ελάχιστο ποσοστό επιτυχίας στις προσλήψεις προπονητών. Τα ποδοσφαιρικά σωματεία που διώχνουν τον τεχνικό τους, δεν τα πάνε καλύτερα μετά αν τις συγκρίνουμε με ομάδες που βρίσκονται σε ανάλογη κατάσταση και που δε φτάνουν σε μια τέτοια απόφαση.
Αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι προπονητές είναι άχρηστοι. Μας δείχνει όμως τρία άλλα πράγματα.
Πρώτον, οι προπονητές πιθανώς έχουν λιγότερη επιρροή στα αποτελέσματα από ότι όλοι πιστεύουν. Δεύτερον, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει μεγάλη διαφορά στις ικανότητες των διαθέσιμων υποψηφίων προπονητών που μπορεί να αντικαταστήσουν τον απολυμένο. Και τρίτον, κάποιοι προπονητές είναι καλύτεροι από τους άλλους αλλά κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι αυτοί. Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος κατέκτησε περισσότερα τρόπαια από κάθε άλλο Βρετανό τεχνικό στην ιστορία, είχε απολυθεί από την Σεντ Μίρεν.
Σε ένα βιβλίο που λέγεται Playbooks and Checkbooks, ο συγγραφέας γράφει: «Ακόμα και με μια σύντομη σπουδή οι επιτυχημένοι προπονητές χρησιμοποιούν ποικίλες μεθόδους – κάποιοι είναι σκληροί, κάποιοι ευγενικοί, κάποιοι αυστηροί, κάποιοι ανεκτικοί, κάποιοι φιλικοί, κάποιοι απόμακροι». Αν προπονητές με εντελώς αντίθετη προσέγγιση, δούλεψαν σε κλαμπ που είχαν επιτυχίες, ίσως αυτά τα κλαμπ να ήταν πετυχημένα για λόγους που λίγο έχουν να κάνουν με τον προπονητή.
Ο Μπράιν Κλαφ, που κατέκτησε δυο φορές το κύπελλο πρωταθλητριών ως προπονητής της Νότινγχαμ Φόρεστ, όταν ρωτήθηκε για αυτό που όλοι θα «σκότωναν» να μάθουν, το μυστικό της προπονητικής του επιτυχίας, απάντησε: «κι εγώ θα ήθελα να ξέρω…».
Από τότε που η Σάντερλαντ επέστρεψε στην Πρέμιερ Λιγκ το 2007 έχει μέσο όρο 1.1 βαθμό ανά παιχνίδι. Πως είναι οι αναλογίες στους πέντε προπονητές που είχε; Ρόι Κιν 1.0, Ρίκι Σμπράγκια 0.9, Στιβ Μπρους 1.2, Μάρτιν Ο’Νιλ 1.2, Πάολο Ντι Κάνιο 0.8. Το μόνο που μπορούμε πραγματικά να πούμε είναι ότι δεν υπάρχει καμιά πειστική απόδειξη ότι κάποιος από αυτούς ήταν καλύτερος από τους άλλους. Ο Ντι Κάνιο για παράδειγμα που έμεινε για 12 ματς, αν είχε απλά κερδίσει ένα από αυτά που έχασε –κάτι που άνετα θα μπορούσε να γίνει- θα έφτανε την αναλογία του στο 1.0.
Σπάνια θα υπάρξει ένας σοβαρός λόγος για μια ομάδα να διώξει τον προπονητή της. Αυτή η συνήθεια είναι δαπανηρή και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύεις ότι θα φέρει εμφανή διαφορά. Παρόλα αυτά γίνεται».
Τι γίνεται φέτος;
Αν για τον Στέφενς, τον Αναστασιάδη ή τον Δώνη η ματαιότητα της απόλυσης ίσχυε μια φορά, στην περίπτωση του Ίγκορ Τούντορ ισχύει δέκα. Σε τέτοιο βαθμό που η ματαιότητα, δίνει τη θέση της μάλλον στην γελοιότητα. Ακόμα και η επιχείρηση διάψευσης από την ΠΑΕ ΠΑΟΚ που κυκλοφόρησε χθες, προσωπικά δε μου “έκατσε” καλά. Θεωρώ πως είναι τόσο μακριά από τη σοβαρότητα ένα ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Κροάτη, που κανένας δε θα έπρεπε να ασχολείται.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για να ένα συγκεκριμένο πλάνο που ξεκίνησε ο Φρανκ Άρνεσεν και το οποίο έχει βάθος τριετίας. Ένα οικοδόμημα που στήνεται από την αρχή, με εντελώς νέο ρόστερ, νέα φιλοσοφία, νέο προπονητή και νέες αρχές.
Από εκεί και πέρα, είναι μάλλον τυφλός όποιος δε βλέπει ότι ο Τούντορ βγάζει δουλειά μέσα σε μια χρονική περίοδο που τα είχε σχεδόν όλα εναντίον του. Πρώιμη έναρξη της σεζόν, δέκα και πλέον νέοι παίκτες που εντάχθηκαν στην ομάδα ουσιαστικά στο τέλος του καλοκαιριού, βαρύ και συνεχόμενο πρόγραμμα με δύσκολους αντιπάλους. Όλα αυτά για έναν νεαρό προπονητή που έπρεπε να τα μάθει όλα γρήγορα, να εγκλιματιστεί και να εγκλιματίσει και τους υπόλοιπους.
Λάθη δεν κάνει ο Κροάτης; Αλίμονο, αν δεν έκανε. Αν κάτι δε μου αρέσει σε αυτόν είναι οι υπερβολικές αντιδράσεις του στον πάγκο αλλά και εμμονές που έχει σε πρόσωπα και σχήματα. Και στα δύο πάντως έχει παρατηρηθεί βελτίωση, κάτι που αποδεικνύει ότι δεν είναι δογματικός.
Καταλήγοντας, όλα τα παραπάνω δεν γράφτηκαν για να υπερασπιστούν την όποια στήριξη και παραμονή του Τούντορ στον ΠΑΟΚ. Κανονικά αυτή θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Απλά τα μυαλά, όπως και τα αλεξίπτωτα, λειτουργούν καλύτερα όταν είναι ανοιχτά…
Επικοινωνία στο…
Facebook: Thodoros Hastas
Twitter: ThodorosHas