Υπάρχουν πράγματα που δεν παλεύονται. Δεν νικιούνται. Δεν έχει νόημα να διαμαρτύρεσαι σε ένα διαιτητή άπαξ και αποφάσισε κάτι. Ειδικά, σε αυτούς που τελούν υπό απαγόρευση εξόδου από την χώρα. Δεν θα αλλάξει τίποτα. Δεν έχει νόημα να ουρλιάξεις, να συφιλιαστείς, να μανουριάσεις, να σου ανέβει το αίμα στο κεφάλι και οι σφυγμοί στο Θεό. Τον εαυτό σου θα χάσεις. Θα θολώσεις. Θα βγεις από το παιχνίδι.
Ένα πράγμα απαγορεύεται να κάνεις στα ομαδικά σπορ και δη στη μπάλα. Να πέσει κάτω δικός σου και να μην τρέξεις να τον σηκώσεις. Να χτυπηθεί και να μην τον υπερασπιστείς. Αυτό -μερικές φορές- έχει μεγαλύτερη σημασία και μαρτυρά πολλά περισσότερα πράγματα από ένα σφύριγμα, μία αποβολή, ένα σηκωμένο σημαιάκι.
Ο ΠΑΟΚ έπαιξε συμπαθητικά, σχεδόν καλά στο «Καραϊσκάκης». Είχε συνοχή. Δομή. Αρχή και τέλος. Δεν πνίγηκε στην τρικυμία που θα μπορούσε να προκαλέσει το γρήγορο γκολ. Δεν κλείστηκε, δεν απειλήθηκε, δεν τρόμαξε, δεν δείλιασε. Στην πραγματικότητα όμως, παραήταν… ευγενικός για ένα τέτοιο γήπεδο.
Ο ΠΑΟΚ παλεύει να βρει σταθερές στο παιχνίδι του, αλλά το σημαντικότερο: παλεύει να βρει συνεκτικούς ιστούς ανάμεσα στα μέλη του. Με ενοχλεί η βρόμική αγκωνιά του Μποτία. Με εξοργίζει που ο ρέφερι την είδε κι έκανε εκπτώσεις σε ένα χτύπημα που θα ανάγκαζε ακόμα και διαιτητή του μουάι-τάι να διακόψει το παιχνίδι και να στείλει σπίτι του τον… «βαρύμαγκα». Με πειράζει όμως που δεν είδα τους συμπαίκτες του Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ να πάνε να τον σηκώσουν. Να κάνουν αυτοί μανούρα στον μόρτη με τους… ακονισμένους αγκώνες. Να χαλάσουν τον κόσμο. Δικός τους χτυπήθηκε και μάλιστα με τον πιο ύπουλο τρόπο. Επιτρέπεται να πέσει, αλλά οφείλουν να έρθουν τρέχοντας άλλοι 10 δικοί του να τον σηκώσουν. Αυτό ναι, μαρτυρά ΟΜΑΔΑ. Σύνολο. Γροθιά. Ατσάλι. Μέχρι ο ΠΑΟΚ να βρει τέτοιες ενστικτώδεις συσπειρωμένες αντιδράσεις από τους παίκτες του μες το γήπεδο, θα μοιάζει λιποβαρής σε τέτοια ντέρμπι, που χρειάζονται (και) μαγκιά, τσαγανό, νεύρο, πονηριά.
Καμιά φορά προσπαθώ να μπω στο μυαλό του Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ. Να μαντέψω τι μπορεί να σκέφτεται εδώ που ήρθε. Αν είχε έρθει σε άλλο ελληνικό σύλλογο (ονόματα δεν λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε) πιθανότατα θα είχε χαρίσει στην ομάδα του την νίκη στην Λιβαδιά με σωτήριο νικητήριο γκολ στις καθυστερήσεις, από αυτά που δείχνουν παίκτη με τεράστια κλάση. Πιθανότατα θα είχε διψήφιο αριθμό τερμάτων, αφού θα μπορούσε να εκτελεί περισσότερα πέναλτι.
Πιθανότατα θα έβρισκε χώρο για να κάνει τα μαγικά του, αφού θα απαγορευόταν στους αντιπάλους έστω και να τον… μυρίσουν ή να πλησιάσουν σε απόσταση ενός μέτρου τα πόδια του. Η κίνηση του να «χαρτζιλικώσει» τα μέλη του τεχνικού τιμ που ζουν με τον βασικό μισθό και κάνουν όλη την βρόμικη δουλειά πριν τα Χριστούγεννα ή να στείλει τριπλάσιο νούμερο από μερίδες φαγητού στους αγρότες που φυλάνε σκοπιά στα μπλόκα θα είχε διαφημιστεί επικοινωνιακά και θα τον είχε εξισώσει με την Μητέρα Τερέζα, την Unicef και τον Ερυθρό Σταυρό. Θα ήταν η κολόνα στην επικοινωνιακή πολιτική «ρίχτε λεφτά, φέρτε παιχταράδες, κάντε επενδύσεις» και θα προστατευόταν ως κόρη οφθαλμού, παίζοντας στην θέση του, σε σχήμα που του ταιριάζει κι όχι σκάρτα 30λεπτα, όπου να ΄ναι για να γίνει το χατίρι αυτού που τον έφερε και τον γουστάρει. Σίγουρα, πάντως αν κάποιος είχε τολμήσει να του ρίξει αγκωνιά στον κρόταφο, θα είχε εξοστρακιστεί διά βίου από την χώρα κι απ’ το ποδόσφαιρο της, ως ένα… πληρωμένο τσεκούρι, που πάει να σκοτώσει τους παικταράδες που φέρνει ο πρόεδρος.
Μπορεί να πει κανείς ότι θέλει για τον «Μίτκο». Ότι είναι περιπατητής, μπλαζέ, ράθυμος. Ότι έχει προσφέρει λιγότερα από αυτά που θα περίμενε κάποιος. Ένα πράγμα δεν μπορεί να πει κανείς. Ότι δεν είναι αρσενικός μες το γήπεδο. Δεν ήταν και πιθανότατα δεν θα γίνει ποτέ «βουτηχτής». Δεν θα λερώσει τώρα το όνομα του.
Θα μπορούσε να χαλάσει τον κόσμο στην Λιβαδειά, αλλά έμεινε κάπου στο κέντρο να κοιτά απορημένος το κουβάρι όσων διαμαρτύρονταν για το ακυρωθέν του γκολ. Θα μπορούσε να πέσει κάτω και να σφαδάζει σαν το ψάρι, μετά την αγκωνιά του Μποτία. Θα μπορούσε να αποφύγει την αποβολή του με την ΑΕΚ και να πέσει για να εκμαιεύσει σφύριγμα στα τόσα τραβήγματα ή τις κλοτσιές του Σιμόες. Δεν έχει μάθει όμως έτσι. Γι’ αυτό και σήμερα απαξιώνεται. Δεν «κέρδισε» αποβολές, δεν «κέρδισε» πέναλτι, δεν πήρε κάλπικα σφυρίγματα, πράγματα που αποθεώνονται στην ποδοσφαιρική Ελλάδα, που βαφτίζει ως «έξυπνους» τους «απατεώνες».
Αντί ο οργανισμός του ΠΑΟΚ να «ξοδεύεται» με κλαυθμούς, οδυρμούς και κατάρες για την διαιτησία σε ένα γήπεδο όπου δεν περίμενε να τύχει και διαφορετικής αντιμετώπισης, καλό είναι να εστιάσει σε όσα καλά προέκυψαν στο χορτάρι και να χτίσει πάνω σε αυτά.
Ο Δημήτρης Χατζηϊσαΐας, όχι μόνο δεν έτρεμε σαν το ψάρι, όχι μόνο δεν είχε το άγχος του «ψάρακα» στο στρατό ο οποίος ρίχνεται από την πρώτη μέρα στην πρώτη γραμμή του μετώπου, αλλά ήταν το πρωτοπαλίκαρο του ΠΑΟΚ. Μέσα σε 90 λεπτά κατάφερε να κερδίσει τον προπονητή του, τον κόσμο, μα το κυριότερο: τους συμπαίκτες του. Σε ένα γήπεδο όπου διαχρονικά όλοι οι ευάλωτοι στόπερ του ΠΑΟΚ σημαδεύονταν με κάρτες, ο «Χάτζη» έβγαλε το ματς κάνοντας μόνο ένα φάουλ, εξαφανίζοντας το θωρηκτό που λέγεται Ιντέγε! Έδωσε ύψος και μούσκουλα στην άμυνα, έγινε σημείο αναφοράς, ξεχώριζε σαν φάρος, πίσω. Προσωπικά, δεν έχω ξαναδεί αμυντικό φέτος να εκτοπίζει σε τζαρτζάρισμα ώμο με ώμο τον Ιντέγε, χωρίς καν υποψία φάουλ και ο Χατζηϊσαΐας το έκανε δις! Μετά από ατελείωτα πειράματα στο κέντρο της άμυνας, με παίκτες που δεν ήταν στόπερ, με αμέτρητα διαφορετικά ζευγάρια, ο ΠΑΟΚ δείχνει να βρίσκει μία σταθερά πίσω. Μένει να του βρει και το κατάλληλο ταίρι.
Το ίδιο ισχύει και δύο βήματα μπροστά του. Ο Γκόικο Τσίμιροτ με περίσσια άγνοια κινδύνου και με τρελά ρίσκα καμιά φορά, σιγούρεψε την πρώτη μπάλα, έκλεψε μπάλες, χάλασε το παιχνίδι του Ολυμπιακού και ήταν ο καθοριστικός κρίκος, ώστε ο ΠΑΟΚ να πάρει την κατοχή, κάτι που καμία ομάδα δεν έχει κάνει φέτος με τους «ερυθρόλεκους». Αν ο ΠΑΟΚ μπορέσει να βρει ένα συμπαγές κορμό, πατώντας σε αυτό τον άξονα (Χατζηϊσαΐας, Τσίμιροτ, Μπερμπάτοφ), τότε ίσως και να έχει κάνει άλλο μισό βηματάκι μπροστά.
Οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια. Στα χαρτιά ο ΠΑΟΚ είχε μία τελική, ένα ακίνδυνο μακρινό σουτ του Πέλκα, αλλά οι αριθμοί είναι ο επιστημονικότερος τρόπος να πεις ψέματα. Στο πρώτο ημίχρονο, ο Κίτσιου «τρύπησε» δύο φορές την πλάτη του Μαζουακού, όμως αντί να βρει την πάσα πάρε-βάλε είχε δύο μέτριες παράλληλες σέντρες. Στα δικά μου μάτια, αυτές είναι καθαρές ποδοσφαιρικές φάσεις. Στην επανάληψη, ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να βγάλε καθαρό τετ-α-τετ σε κλέψιμο ψηλά, όμως ο Πέλκας τρομάζει στην πιθανότητα να βγει τετ-α-τετ και πασάρει φοβισμένα στον Μακ που είναι οφσάιντ. Κι αυτό καθαρή φάση, έστω κι από σπόντα. Ακόμα κι έτσι όμως, το πρόσημο δεν είναι θετικό. Και δεν έχει να κάνει μόνο με το συγκεκριμένο ματς.
Ο ΠΑΟΚ δείχνει αδυναμία να βγάλει καθαρές φάσεις στην κόντρα, όταν περιμένει πίσω από την μπάλα και θέλει να βγει στο επιθετικό τρανζίσιον. Φάνηκε στην Ξάνθη, όταν δεν μπόρεσε να βγάλει φάσεις και να βρει δεύτερο γκολ κι ας είχε στρέμματα γηπέδου ελεύθερα. Φάνηκε στο ΟΑΚΑ, στην Νέα Σμύρνη, στο «Καραϊσκάκης». Δεν είναι θέμα αργών ή γρήγορων παικτών. Είναι θέμα αυτοματισμών. Και ο ΠΑΟΚ δείχνει να μην είναι καλά δουλεμένος, όταν οι παίκτες του πρέπει να διανύσουν γρήγορα αρκετά μέτρα για να βγάλουν φάση.
Το μισοάδειο ποτήρι λέει ότι ο ΠΑΟΚ έχει να κερδίσει 5 επίσημα ματς, ότι τον έπιασε ο Πανιώνιος κι ότι ο 6ος Αστέρας Τρίπολης απέχει πια μόλις μία νίκη! Το μισογεμάτο ποτήρι λέει ότι ο Δικέφαλος του Βορρά έχει την δυνατότητα με ένα συμβατικό αποτέλεσμα να περάσει στα προημιτελικά του Κυπέλλου και πως μπορεί να σώσει την χρονιά στα πλέι-οφ. Στην πραγματικότητα, η χρονιά τώρα αρχίζει. Τα σοβαρά τώρα ξεκινάνε. Τώρα πρέπει να βρει τρόπο να πάρει πράγματα από τον Μπερμπάτοφ, να κολλήσει επιτέλους σε ένα τακτικό σχηματισμό που του πάει, να βρει σταθερές σε παίκτες που θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς στο παιχνίδι του. Το κυριότερο όμως. Ο ίδιος ο οργανισμός του ΠΑΟΚ να πάψει να απαξιώνει οτιδήποτε φοράει την φανέλα του. Η ποιοτική διαφορά με αυτούς που βρίσκονται από πάνω δεν είναι τόσο μεγάλη, όσο κάποιοι θέλουν να την παρουσιάζουν…