Δεν έγινε ποτέ του πιλότος -όπως ονειρευόταν μικρός- αλλά κατάφερε και πέταξε ψηλά ως παίκτης. Με τον ΠΑΟΚ να πατάει το emergency button ο Βλάνταν Ίβιτς με περίσσια άγνοια κινδύνου αναλαμβάνει στα 38 του να πιάσει για πρώτη φορά το πηδάλιο…
Λενέ πως το θαυματουργό νερό του Ζρένιανιν έχει μαγικές ιδιότητες. Όποιος παιδάκι πιει για να ξεδιψάσει αποκτά μαγικές δυνάμεις σαν τους υπέρ-ήρωες που βλέπει στα καρτούν και μπορεί να κάνει ζόρικα κόλπα με την μπάλα -ανεξαρτήτως χρώματος.
Την πορτοκαλί την έκανε ότι ήθελε κάποιος… Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Την λευκή την έκρυβαν τα αδέρφια Νίκολα και Βλάντο Γκρμπιτς, πιθανώς οι καλύτεροι βολεϊμπολίστες στην ιστορία της Σερβίας. Για την ασπρόμαυρη φρόντιζαν δύο άλλα αδέρφια, οι αφοί Ίβιτς που μαζί με τον Ζβόνιμιρ Βούκιτς και τον Ζόραν Τόσιτς αποτελούν τα πιο ξακουστά ποδοσφαιρικά τέκνα της πόλης. Παράξενο για μία μικρή κουκκίδα στον χάρτη που δεν αριθμεί περισσότερες από 60.000 ψυχές να έχει παράξει τόσες μεγάλες αθλητικές προσωπικότητες. Θα πρέπει να είναι το νερό, δεν εξηγείται αλλιώς.
Πάντα έμαθε να ζει στην σκιά του… μεγάλου. Ο πρεσβύτερος κατά 6 χρόνια αδερφός Ίλια υπήρξε ένας ευλογημένος φαντεζί ντριμπλέρ με την βαλκανική αλητεία μες το αίμα του. Ο Βλάντο ήταν άλλο πράγμα. Πιο ψηλός, πιο ευθυτενής, πιο «τετράγωνος» σαν παίκτης. Της πάσας, όχι της ντρίμπλας. Του «εμείς», όχι του «εγώ».
Παντού τον έβρισκε μπροστά του. Τον ακολούθησε στην τοπική Πρόλετερ, στην Ελλάδα, συμπτωματικά έπαιξε κι αυτός στην ΑΕΚ (όπου είχε ως τεχνικό διευθυντή τον μεγάλο του αδερφό) και στον Άρη. Μόνο σε ένα κεφάλαιο επέλεξαν να έρθουν σε απόλυτη ιδεολογική ρήξη. Ο Ίλια συνέδεσε το όνομα του με τα ερυθρόλευκα του Ερυθρού Αστέρα και του Ολυμπιακού, ο Βλάνταν με τα ασπρόμαυρα της Παρτίζαν και του ΠΑΟΚ.
Πάντοτε λειτουργούσε στο γήπεδο σαν… κόλλα. Ήταν αυτός που ένωνε την μεσαία γραμμή με την επίθεση. Δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά κάτι ενδιάμεσο. Κάτι υβριδικό που δεν μπορούσε να το χαρακτηρίσεις, εκτός από το υπέροχο «trequartista» που χρησιμοποιούν οι Ιταλοί. Δεν ήταν γοργοπόδαρος (το αντίθετο μάλιστα), δεν πηδούσε βρεγμένη εφημερίδα, όμως είχε άλλα καλούδια που κάλυπταν το πολλές φορές εκνευριστικά ράθυμο για την εξέδρα στιλ του.
Γρήγορη σκέψη, κρύο αίμα, αντίληψη, τακτική γνώση και μία διαολεμένη αίσθηση του positioning, ήξερε δηλαδή που και πότε έπρεπε να σταθεί. Τα υπόλοιπα έρχονταν από μόνα τους. Σαν «κόλλα» έρχεται και τώρα στον πάγκο του ΠΑΟΚ για να ενώσει τα κομμάτια της τελευταίας αληθινά μεγάλης ομάδας του ΠΑΟΚ (αυτή που έβαλε τίτλους τέλους το 2012) με την σημερινή εποχή.
Το ήξερε από νωρίς ότι το πεπρωμένο του είναι η Θεσσαλονίκη. Τον «έδεσε» για τα καλά με την πόλη η σύζυγος του η Άρτεμις Ευθυμιάδου, με την οποία έχει αποκτήσει δύο υπέροχες κόρες, την Ηλέκτρα και την Λυδία. Με τον καιρό έμαθε ποια μέρη της να αποφεύγει και ποια του ταιριάζουν. Ένας ήρεμος καφές στο κέντρο, μία βόλτα στην θάλασσα, ένα καλό φαγητό. Ήσυχα πράγματα, όπως κι εκείνος.