Να, που τελικά δεν χρειάζεται να βαφτίσεις Φορτούνη τον Πέλκα και Ιντέγε τον Μυστακίδη για να παίξεις καλό, ορθολογικό ποδόσφαιρο. Γίνεται κι αλλιώς. Αρκεί να ψάξεις καλά μες την ομάδα σου κι όχι μόνο δικαιολογίες.
Όσο υπάρχει μπάλα, ομαδικά σπορ, προπονητής και παίκτες, ο άγραφος νόμος θα είναι αλάνθαστος. Το πρώτο πράγμα που επιφέρει μία αλλαγή στον πάγκο είναι ένα ισχυρό ηλεκτροσόκ. Ακόμα και… τέζα να είναι ο ασθενής, όλο και κάτι θα νιώσει από το ρεύμα που διαπερνά τον οργανισμό του. Και ευθεία γραμμή να είναι το καρδιογράφημα, όλο και κάποια καμπύλη θα εμφανιστεί στο χαρτί. Το θέμα είναι πόσο θα κρατήσει. Αν είναι μόνιμο ή απλά μία ψευδαίσθηση…
Ο τίτλος του συγκεκριμένου πονήματος είναι ειρωνικός. Δεν βγήκε στο γήπεδο καμία δουλειά του Τούντορ. Στο γήπεδο βγαίνει κάθε φορά η δουλειά του εκάστοτε προπονητή, που κάθεται στον πάγκο. Κι όχι μόνο η δουλειά. Η προσωπικότητα. Ο χαρακτήρας. Το ύφος. Η ρέντα, αν θέλετε. Όλα μέσα. Ο Τούντορ είχε 44 επίσημα παιχνίδια για να την δείξει. Κέρδισε μόνο τα 17. Ποσοστό 38,6%. Τραγικό για ομάδα απαιτήσεων.
Τα μαθηματικά είναι σκληρά, δεν υπολογίζουν συναισθήματα, ούτε αποτυπώνουν ανθρώπινες σχέσεις. Ο πρώτος λόγος, για τον οποίο ο Κροάτης δεν έβγαλε την χρονιά στην Θεσσαλονίκη είναι αυτός. Δεν κέρδισε, δεν έφερε τα αποτελέσματα, έφυγε. Έτσι γίνεται παντού. Πάντα. Τα υπόλοιπα (σχετικά με το timing) είναι για λαϊκή κατανάλωση και φτηνούς επικοινωνιακούς λόγους.
Ο Τούντορ έχασε τον κόσμο νωρίς. Σταδιακά έχασε ένα – ένα και τα διοικητικά του στηρίγματα. Στο τέλος, έχασε κι αυτούς που τον στήριξαν και τον κράτησαν σε εκείνο το χειμωνιάτικο μπουρίνι με τις περίφημες «μπαλαρίνες». Τους παίκτες. Αν έμενε κι άλλο, ο ΠΑΟΚ δεν θα έμπαινε στα πλέι-οφ.
Είναι αστείο να μιλάς για προπονητική σφραγίδα από ένα μόνο παιχνίδι. Δεν γίνονται αυτά. Προς το παρόν υπάρχουν μόνο ενδείξεις, που μόνο αν γίνουν αποδείξεις θα έχουν κάποιο νόημα. Πριν από όλα όμως, μία διευκρίνιση προς… ναυτιλομένους. Ο Βλάνταν Ίβιτς δεν είναι υπηρεσιακός προπονητής του ΠΑΟΚ. Είναι προπονητής του ΠΑΟΚ! Σκέτο!
Προσελήφθη με ένα συγκεκριμένο στόχο, την πρώτη θέση στα πλέι-οφ. Αν τον πετύχει, κάτι που ισοδυναμούσε με θαύμα την μέρα που ανέλαβε, αξίζει να δοκιμάσει να χτίσει την δική του ομάδα και την επόμενη χρονιά. Θα έχει κερδίσει την καρέκλα, με την δουλειά του, τον ιδρώτα του, την προσφορά του.
Ο ΠΑΟΚ του Τούντορ είχε μία ελαφρότητα στο γήπεδο, που απεικονιζόταν με την αγαπημένη φράση του Κροάτη, ο οποίος την έλεγε με το ίδιο χαρωπό ύφος, ακόμα κι όταν καιγόταν ο κόσμος: Hi guys! Ο ΠΑΟΚ του Τούντορ έβγαζε μία παροιμιώδη αφέλεια στο γήπεδο, μια έλλειψη σκληράδας (ειδικά στα χαφ), ήταν μία ομάδα που δεν ήθελε να… λερωθεί, να λασπωθεί, να ματώσει στο γήπεδο. Σιγά – σιγά η τακτική με τις ατελείωτες πάσες αποκωδικοποιήθηκε από τους αντιπάλους και ο ΠΑΟΚ έφτασε στο σημείο να μην μπορεί να κερδίσει ούτε… 11 καρέκλες.
Εν αντιθέσει με τον Τούντορ, ο οποίος προσπάθησε να περάσει την φιλοσοφία ότι οι ομάδες χτίζονται από μπροστά, ο Ίβιτς προτίμησε το σχεδόν αλάθητο θεώρημα στην ιστορία του ποδοσφαίρου, το οποίο -έστω και δύσκολα- το πέρασε στην «Τούμπα», ο Φερνάντο Σάντος: οι ομάδες χτίζονται από πίσω. Από την αμυντική τους ασφάλεια. Από το zero. Ότι έρθει από εκεί και πέρα, ευπρόσδεκτο. Κέρδος. Πόσες φορές είχε κρατήσει ο ΠΑΟΚ το μηδέν πίσω στις 25 πρώτες αγωνιστικές. Μόλις 6! Ανεπίτρεπτο!
Στο Αγρίνιο ο ΠΑΟΚ είχε τόσες απουσίες που δεν συμπλήρωνε καλά – καλά 18άδα. Αντίθετα με όσα μπορεί να σας λένε κατά καιρούς, σημασία στο ποδόσφαιρο έχουν αυτοί που παίζουν, όχι αυτοί που λείπουν. Τελικά αποδείχθηκε ότι για να παίξεις καλό ποδόσφαιρο και να βγάλεις ένα άνετο «διπλό» σε μία δύσβατη έδρα, δεν χρειάζεται ο Πέλκας να γίνει Φορτούνης ούτε ο Μυστακίδης να μεταμορφωθεί σε Ιντέγε. Αρκεί να βάλεις τους κατάλληλους παίκτες στις κατάλληλες θέσεις, να βρεις ένα ορθολογικό σχηματισμό και να τους αφήσεις να παίξουν κάτι οικείο. Κάτι που το ξέρουν. Κάτι που τους δίνει ασφάλεια.