Είναι έξυπνος. Πολύ έξυπνος. Ξέρει να ελίσσεται. Ξέρει να καλύπτει τα ίχνη του και να θολώνει τα νερά. Ο δημόσιες εμφανίσεις του είναι μετρημένες. Οι κουβέντες του ακόμα πιο σπάνιες. Ελάχιστοι έχουν τον αριθμό του τηλεφώνου του κι όσοι τον έχουν, σπάνια θα καταφέρουν να του πάρουν έστω και μερικές λέξεις ουσίας. Δεν έχει «περιβάλλον». Δεν βγάζει «διαρροές».
Ο Λούμπος Μίχελ έχει καταφέρει το ακατόρθωτο. Να «τρέχει» τον ΠΑΟΚ ανώνυμα. Να είναι ο πιο άφαντος «ισχυρός άνδρας» που πέρασε από τον σύλλογο τα τελευταία χρόνια Δύο τινά συμβαίνουν με δαύτον. Είτε πρόκειται για ιδιοφυΐα είτε για μαριονέτα.
Το βιογραφικό του κάνει την ζυγαριά να κλίνει περισσότερο προς την πρώτη εικασία. Κάποιος, θα τον έλεγε «διαόλου κάλτσα». Από την μικρή κωμόπολη του Στρόπκοφ βρέθηκε να «σφυρίζει» στα καλύτερα γήπεδα της ευρωπαϊκής πιάτσας. Εξελέγη βουλευτής, έγινε επιχειρηματίας, βρέθηκε για 6 χρόνια ως Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην ποδοσφαιρική μηχανή που έχτισε ο πανούργος Ρινάτ Αχμέτοφ στο Ντόνετσκ. Διαιτητής, πολιτικός, μάνατζερ, παράγοντας. Φονικός συνδυασμός. Μαρτυρά άνθρωπο πανούργο. Καπάτσο. Περπατησιά ανθρώπου με βαριά ίχνη πίσω της. Λογικό να «γυαλίσει» στον Σαββίδη.
Αφού μιλήσαμε για… ίχνη, ας επιμείνουμε σε αυτά. Εξάλλου, αυτός είναι ο μόνος τρόπος να εξιχνιάσεις μία υπόθεση, όταν δεν υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες. Ο Λούμπος Μίχελ αφήνει διάφορα ίχνη πίσω του. Στην Μπράγκα, στην Γένοβα, στην Βουλγαρία, στο Ντνιεπροπετρόφσκ. Το μόνο που μένει είναι να ενώσει κανείς τις κουκκίδες για να φτιάξει το περίγραμμα αυτού που προσπαθεί να φτιάξει.
Στην Πορτογαλία προκύπτει ότι του γυάλισε ο Λουίζ Κάρλος, ένας 30άρης Βραζιλιάνος της Μπράγκα, το συμβόλαιο του οποίου λήγει το καλοκαίρι. Από την Βουλγαρία προκύπτει ότι τσέκαρε δύο Βραζιλιάνους της Λουντογκόρετς (Βάντερσον, Νατάναελ) κι άλλον έναν λάτιν της Λέφσκι Σόφιας (Μιγκέλ Μπεντόγια). Στην Ιταλία γεννήθηκε το σενάριο ότι κάποιος άνθρωπος του ΠΑΟΚ, τσέκαρε τον Βραζιλιάνο αριστερό μπακ της Σαμπντόρια Ντοντό, ο οποίος αγωνίζεται εκεί δανεικός από την Ίντερ. Από την Ουκρανία προέκυψε ότι ένας ακόμα Βραζιλιάνος, ο 30χρονος μπακ Λέο Μάτος είναι κι αυτός στην ασπρόμαυρη λίστα και όλα δείχνουν ότι θα αποτελέσει την πρώτη μεταγραφή του ΠΑΟΚ για του χρόνου. Διάολε, πολλές συμπτώσεις για να τις αφήσεις έτσι! Μα, είναι πια ξεκάθαρο. Ο Μίχελ ονειρεύεται να φτιάξει μία ελληνική Σαχτάρ Ντόνετσκ!
Καλό, κακό πλάνο, δεν έχει σημασία. Είναι ένα πλάνο. Μία κατεύθυνση. Ένα μοντέλο. Το έζησε, το ένιωσε, είδε την λειτουργικότητα του και μοιάζει σαν να θέλει να το… ξεπατικώσει. Μόνο που ο σημερινός ΠΑΟΚ είναι η Σαχτάρ Ντόνετσκ του 2004. Το ακόμα χειρότερο; Δεν έχει καν ένα Μιρτσέα Λουτσέσκου στον πάγκο. Για την ακρίβεια, δεν ξέρει καν ποιον θα έχει στον πάγκο του.
Στην ποδοσφαιρική αργκό υπάρχει ένα αλάθητο ρητό. Ένας Βραζιλιάνος σε μία (ευρωπαϊκή) ομάδα είναι καλός. Δύο είναι πολύ καλοί. Τρεις είναι υπέροχοι. Τέσσερις είναι ευλογία. Από τέσσερις και πάνω είναι… κατάρα! Δεν μαζεύονται. Αλήθεια, τότε πως η Σαχτάρ Ντόνετσκ κατάφερε να γεμίσει Βραζιλιάνους και να κατακτήσει τα 8 από τα τελευταία 12 πρωταθλήματα Ουκρανίας (είχε μόλις 1 ως το 2004) και να γιγαντωθεί στην Ευρώπη, όπου έπαιξε ένα τελικό Europa League, άλλο ένα ημιτελικό (φέτος) και να είναι μόνιμο μέλος στους ομίλους του Champions League; Πίσω από το Βραζιλιάνικο μοντέλο της Σαχτάρ κρύβονται πολλές μικρές λεπτομέρειες, που ο Μίχελ τις ξέρει πολύ καλά. Καλύτερα από κάθε άλλον.
Ο πρώτος Βραζιλιάνος, ο οποίος προσγειώθηκε σε ένα από τα ανατολικότερα κομμάτια της Ευρώπης ήταν ο Μπραντάο εν έτει 2002. Έμεινε εκεί για 7 χρόνια. Το 2004 τον ακολούθησε ο Ματουζάλεμ. Στα ηγετικά του προσόντα χτίστηκε όλη η Σαχτάρ. Αυτοί οι δύο ήταν ο μαγνήτης για να χτιστεί ένα κράτος εν κράτει. Μία μικρή βραζιλιάνικη πόλη. Έκτοτε τους ακολούθησαν καμιά τριανταριά.
Μένουν όλοι μαζί. Δίπλα – δίπλα. Σε νεόκτιστες πολυκατοικίες. Τους άνοιξαν παντοπωλεία, που έφερναν προϊόντα από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, ώστε να μην τους λείψει η κασάσα, η φαϊζουλάδα, το σουράσκο, ο καφές. Τους άνοιξαν μέχρι και μαγαζί με λάτιν μουσική για να ξεσκάνε, ελεγχόμενα. Έκαναν ότι μπορούσαν για να εκμηδενίσουν την απόσταση με την μαμά πατρίδα. Με εξαίρεση το κρύο και το χιόνι, όλα στο Ντόνετσκ μύριζαν Βραζιλία, μολονότι μιλάμε για μία άχρωμη βιομηχανική πόλη. Ο προηγούμενος βοηθούσε στην προσαρμογή τον επόμενο. Η Σαχτάρ έγινε μία πραγματική οικογένεια.
Το πλάνο του Λουτσέσκου ήταν ευφυές. Ουκρανοί για τις χαμαλοδουλειές σε τέρμα, άμυνα και κέντρο, Βραζιλιάνοι για τις δημιουργικές θέσεις. Κάπως, έτσι η Σαχτάρ απέκτησε αυτοματισμούς, ταυτότητα, ποδοσφαιρικό ύφος. Με την βοήθεια του δαιμόνιου (Γαλλο-Βραζιλιάνου) σκάουτ Φρανκ Χενουντά, η Σαχτάρ άρχισε να ψωνίζει όλο και πιο ψαγμένα. Να διαλέγει πρώτη, αυτά που οι μεγάλες ομάδες της Ευρώπης έβλεπαν μετά.
Σιγά – σιγά έχτισε το brand name της ομάδας που δημιουργεί καριέρες. Ο Ουίλιαν παίζει σήμερα στην Τσέλσι, ο Ντόουγκλας Κόστα διαπρέπει στην Μπάγερν, ο Φερναντίνιο πήρε την φανέλα του βασικού στην Μάντσεστερ Σίτι στο σπίτι του, ο Αλεξ Τεϊσέιρα χρυσοπουλήθηκε στην Κίνα, ακόμα και ο Λουίζ Αντριάνο παίζει στην Μίλαν. Ξαφνικά, μία ομάδα στην μέση του πουθενά έγινε η πρώτη επιλογή κάθε Βραζιλιάνου πιτσιρικά που θέλει να φτιάξει το όνομά του στην Ευρώπη. Η ομάδα που λίγο έλειψε να φτάσει στον τελικό και του φετινού Europa League μετρά 8 εκπροσώπους από την χώρα του καφέ. Ο Μιρτσέα Λουτσέσκου θα φύγει το καλοκαίρι, αλλά η συνταγή δεν πρόκειται να αλλάξει.
Ο Μίχελ το έζησε αυτό. Είδε πως πρόκειται για ένα μοντέλο που πιάνει. Τόσο αγωνιστικά, όσο και εμπορικά. Χρειάζεται όμως συγκεκριμένα κομμάτια για να μπουν τα θεμέλια. Βραζιλιάνους με ευρωπαϊκή εμπειρία και τακτική παιδεία. Οικογενειάρχες. Παιδιά, που ξέχωρα από ποιότητα θα έχουν και μυαλό στο κεφάλι. Ο Λέο Μάτος μοιάζει με κάτι τέτοιο.
Τι λείπει; Μία «γριά αλεπού» για να τρέξει από τον πάγκο όλο αυτό το πρότζεκτ. Ένας «μπαμπούλας». Ένας λάτρης της πειθαρχίας που θα καλουπώσει την έμφυτη λάτιν αλεγρία. Σε όλη του την ποδοσφαιρική πορεία, ο Λούμπος Μίχελ έναν προπονητή γνώρισε. Τον 70χρονο δεδηλωμένο λάτρη του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου Μιρτσέα Λουτσέσκου, ο οποίος μιλούσε τα πορτογαλικά σαν την μητρική του γλώσσα και ο οποίος ως καλλιτεχνική ποδοσφαιρική φύση στα νιάτα του μπορούσε να μπει μέσα στην λάτιν ψυχοσύνθεση. Αν ποντάριζα τα λεφτά μου για τον επόμενο προπονητή του ΠΑΟΚ (αν τελικά δεν παραμείνει και του χρόνου ο Βλάνταν Ίβιτς) σε έναν κλώνο του Ρουμάνου θα πήγαινα…