Σε παλαιότερο blog, είχα αναφερθεί και πάλι στις τάσεις νεοπλουτισμού που επέδειξε ο ΠΑΟΚ κατά την περίοδο του Ιβάν Σαββίδη, στο πώς τόσα λεφτά για μεταγραφές είχαν καταλήξει στο καλάθι των αχρήστων, αλλά και στο φόβο ο Δικέφαλος να φτιάξει την εταιρία αλλά όχι την ομάδα του.
Φέτος, η λειτουργία του αγωνιστικού τμήματος στον τομέα των μεταγραφών, υπό την ευθύνη του Λούμπος Μίχελ, δείχνει να είναι πιο εύρυθμη, να χαρακτηρίζεται από περισσότερο ορθολογισμό, σταθερότητα και σοβαρότητα.
Αυτό δεν μας εμποδίζει όμως να κοιτάξουμε λίγο γύρω μας και να παρατηρήσουμε τι γινόταν και τι γίνεται έξω από τα στενά όρια της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας. Βοήθεια σε αυτό, μου πρόσφερε το εξαιρετικό βιβλίο “Soccernomics” των Simon Kuper και Stefan Szymanski, το οποίο, μεταξύ άλλων, καταπιάνεται με το θέμα των μεταγραφών στο ποδόσφαιρο.
Η γενικότερη διαπίστωση είναι ότι οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι ξοδεύουν περιουσίες σε λάθος μεταγραφές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Λίβερπουλ της δεκαετίας του 2000. Χαρακτηριστικό είναι ότι από το 2004 έως το 2010, ο Ράφα Μπενίτεθ ξόδεψε για μεταγραφές 122 εκατομμύρια λίρες περισσότερες, από όσες εισέπραξε, την ίδια περίοδο που το αντίστοιχο νούμερο του Άλεξ Φέργκουσον στη Γιουνάιτεντ ήταν 27 εκατομμύρια, ενώ ο Αρσέν Βενγκέρ είχε πλεόνασμα (!) 26 εκατομμύρια λίρες.
Ο αμυντικός της Λίβερπουλ Τζέιμι Γκάραχερ, που έζησε από κοντά όλο αυτό το “πάρτι” σχολίασε σχετικά: “αυτό που έχω μάθει είναι ότι το να έχεις χρήματα δεν είναι εγγύηση επιτυχίας. Η ικανότητα είναι να ξοδεύεις στους σωστούς παίκτες”.
Οι σύλλογοι χρειάζεται να κάνουν λιγότερες μεταγραφές. Και σίγουρα πιο στοχευμένες. Αυτοί που τα έχουν καταφέρει είναι λίγοι και μνημονεύονται. Πρώτος διδάξας ήταν ο Μπράιαν Κλαφ, μαζί με τον Πίτερ Τέιλορ, στην Νότινχαμ Φόρεστ, ο Αρσέν Βενγκερ στην πρώτη του δεκαετία στην Άρσεναλ και… μυστηριωδώς η Λυών, ο Λεβαδειακός της Γαλλίας, που την περίοδο 2002-2008 κατέκτησε επτά πρωταθλήματα, δουλεύοντας απλά πάνω στα μυστικά της μεταγραφικής αγοράς.
Το βιβλίο αναφέρει μερικές από τις πιο προφανείς λάθος καταστάσεις στο θέμα των μεταγραφών:
*Ο νέος μάνατζερ ξοδεύει λεφτά. Θέλει να αφήσει την προσωπική του σφραγίδα αγοράζοντας πολλούς “δικούς” του παίκτες και αποδεσμεύοντας παίκτες του προκατόχου του.
Εξαίρεση: Ο Βενγκέρ “τρέχει” την Άρσεναλ με τρόπο που νομίζεις ότι θα είναι ο ιδιοκτήτης της για τα επόμενα 100 χρόνια!
*Τα αστέρια των πρόσφατων Μουντιάλ ή Euro είναι υπερεκτιμημένα. Η χειρότερη χρονική περίοδος για να πάρεις έναν παίκτη είναι το καλοκαίρι που έχει κάνει ένα μεγάλο τουρνουά. Τον κρίνεις μέσα από ελάχιστα ματς.
Η Ρέαλ Μαδρίτης είναι ένα από τα κατεξοχήν παραδείγματα που πέφτει σε τέτοιες παγίδες. Κυρίως γιατί το απαιτεί το κοινό της. Το να παίρνεις ένα μεγάλο όνομα είναι σα να λες: “ναι, είμαστε μεγάλος σύλλογος”. Και δίνει την αίσθηση (ή ψευδαίσθηση) προσδοκίας τίτλων στους φιλάθλους.
*Μερικές εθνικότητες παικτών είναι υπερεκτιμημένες. Οι ομάδες πληρώνουν περισσότερα για έναν παίκτη από μια “μοδάτη” χώρα.
Ο Αμερικάνος τερματοφύλακας Κέισι Κέλερ έλεγε ότι στην μεταγραφική αγορά είναι χρήσιμο να είσαι Ολλανδός. Η πιο φανταχτερή εθνικότητα όλων είναι να είσαι Βραζιλιάνος. Είναι πιο εύκολο να πουλήσεις έναν μέτριο Βραζιλιάνο από έναν εξαιρετικό Μεξικανό. Ένα κλαμπ όμως που λειτουργεί με σοφία, προτιμά λιγότερο διαφημισμένες αγορές, όπως Βολιβιανούς ή Λευκορώσους σε εκπτώσεις…
Παρακάτω ακολουθούν μερικοί ενδιαφέροντες κανόνες, πάνω στους οποίους στηρίχτηκαν οι Κλαφ και Τέιλορ για να φτιάξουν τη μεγάλη Νότινγχαμ Φόρεστ:
*Να είσαι πρόθυμος να πουλάς καλούς παίκτες, ειδικά, όταν αυτοί έχουν φτάσει στο πικ της καριέρας τους. Το σημαντικό στο ποδόσφαιρο είναι να πουλάς στην κατάλληλη στιγμή.
*Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία παίκτες υπερεκτιμώνται. “Μανούλα” στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων είναι και ο Αρσέν Βενγκέρ, ο οποίος -εκτός των άλλων- έχει σπουδάσει οικονομικές επιστήμες. Ο Γάλλος βλέπει ότι στο μεταγραφικό παζάρι, οι ομάδες τείνουν να υπερεκτιμούν την πρότερη καλή παρουσία των παικτών και προσφέρουν περιουσίες για αυτούς, χωρίς να δίνουν σημασία αν έχουν περάσει τα πιο παραγωγικά χρόνια της καριέρας τους.
*Αγόρασε παίκτες που έχουν προσωπικά προβλήματα. Μετά βοήθησε τους να τα ξεπεράσουν. Οι Κλαφ και Τέιλορ, όταν διαπραγματεύονταν με έναν νέο παίκτη, έφταναν πάντα στην ερώτηση: “και τώρα πες μας, πριν υπογράψουμε, ποιο είναι το ελάττωμά σου. Οι γυναίκες, το ποτό, τα ναρκωτικά ή ο τζόγος;”.
Προσαρμογή, αυτός ο άγνωστος…
Ένα από τα πλέον σημαντικά κεφάλαια στο θέμα των μεταγραφών, στο οποίο μέχρι πρότινος ελάχιστοι έδιναν σημασία, είναι η μετεγκατάσταση, η μετακόμιση, ή αλλιώς η προσαρμογή ενός παίκτη σε μια νέα ομάδα και ένα νέο περιβάλλον.
Το να μετακομίζεις για μια δουλειά σε μια άλλη πόλη δημιουργεί πάντα άγχος και ανασφάλεια. Ακόμα περισσότερο όταν πηγαίνεις σε μια άλλη χώρα, ή μια άλλη ήπειρο. Οι συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων ξοδεύουν εκατομμύρια για έναν ξένο ποδοσφαιριστή, αλλά δεν είναι πρόθυμες να δώσουν μερικά χιλιάρικα παραπάνω για να βοηθήσουν το νέο απόκτημα να προσαρμοστεί στις καινούριες συνθήκες. Να τον βοηθήσουν με τη νέα γλώσσα, να βοηθήσουν ακόμα τη γυναίκα ή το παιδί του που δυσκολεύονται με πράγματα της καθημερινότητας. Έτσι, συνήθως, η πλευρά του ποδοσφαιριστή δεν μπαίνει ποτέ στο κλίμα, ο παίκτης δε φτάνει ποτέ στις επιδόσεις που μπορεί, και τελικά τα λεφτά της μεταγραφής πηγαίνουν στον κάδο ανακύκλωσης.
Το θαύμα της Λυών
Μία από τις πετυχημένες ομάδες στο τρίπτυχο μεταγραφών-οικομομικών-τίτλων είναι αναμφισβήτητα η Λυών. Μια σχετικά άσημη γαλλική πόλη έγινε γνωστή από το ποδόσφαιρο, με το οποίο δεν ασχολούνταν καθόλου οι ντόπιοι. Μέχρι να εμπλακεί με την ομάδα ο πανέξυπνος επιχειρηματίας Ζαν Μισέλ Ολά, αλλά και το ποδοσφαιρικό “μάτι” του Μπερνάρντ Λακόμπ. Οι δυο τους ακολούθησαν κάποιους κανόνες που τους βοήθησαν να γράψουν ιστορία.
Επιγραμματικά:
* “Η σοφία των πολλών”. Στις μεταγραφές γινόταν πάντα συμβούλιο με τον Ολά, τον Λακόμπ, τον προπονητή και άλλους 2-3 ακόμα τεχνικούς της ομάδας. Καταγράφονταν οι γνώμες και η απόφαση ήταν συλλογική. Δυο μυαλά, είναι καλύτερα από ένα. Τρία καλύτερα από δύο. Κι όσοι ήταν παρόντες στο συμβούλιο, ήταν και υπεύθυνοι για τη μεταγραφή. Όλοι μαζί.
*Η καλύτερη στιγμή για να αγοράσεις έναν παίκτη είναι όταν βρίσκεται λίγο πάνω από τα 20. Το πόσο καλός είσαι στα 17-18, δεν είναι χρήσιμη ένδειξη για το πως θα παίζεις ως ενήλικας. Έχεις λίγες πληροφορίες να τον κρίνεις. Το “μαγικό” εύρος ηλικίας είναι 20-22. Είναι αρκετά μεγάλος για να φτάσει κοντά στη φουλ φόρμα του, και αρκετά νεαρός για να μη θεωρείται ένα πανάκριβο αστέρι.
*Προσπάθησε να μην αγοράζεις επιθετικούς. Είναι η πιο υπερεκτιμημένη θέση στην αγορά. Οι γκολκίπερ, από την άλλη, είναι οι πιο υποτιμημένοι, παρά το γεγονός ότι κάνουν μεγαλύτερες καριέρες σε χρόνια.
*Βοήθησε τους ξένους παίκτες να προσαρμοστούν. Το εξηγήσαμε παραπάνω αυτό…
*Πούλησε οποιονδήποτε παίκτη, αν η προσφορά που έρθει είναι μεγαλύτερη από αυτή που αξίζει. Σε αυτά δεν υπάρχουν συναισθηματισμοί. Η ομάδα γνωρίζει ότι αργά ή γρήγορα, οι καλύτεροι της παίκτες της θα προσελκύσουν ενδιαφέρον. Επειδή, κάποια στιγμή η πώληση θα γίνει, έχεις φροντίσει να τους αντικαταστήσεις πριν φύγουν, 6 μήνες, ή ακόμα και ένα χρόνο πριν. Έτσι, αποφεύγεις την “πανικοβλημένη” μεταγραφή για να καλύψεις το κενό.
*Αποχή: Απλά, πες όχι στις μεταγραφές. Βελτίωσε τις ακαδημίες σου και “ανέβασε” παίκτες στην πρώτη ομάδα. Προσπάθησε να δημιουργήσεις έναν “κορμό”. Το πρόβλημα στο ποδόσφαιρο είναι ότι διοικείται με πολύ βραχυπρόθεσμους στόχους. Μετά από μια άσχημη σεζόν, είναι δύσκολο να μην μπεις στον πειρασμό να αγοράσεις παίκτες. Έτσι, ξοδεύεις αλόγιστα και καταναγκαστικά.
Μέσα στους παραπάνω κανόνες, καταστάσεις και παραδείγματα, είμαι σίγουρος ότι οι περισσότεροι αναγνωρίσατε και υποθέσεις που αφορούν τον ΠΑΟΚ. Η περίπτωση του Έρικ Σάμπο που δεν έμαθε ποτέ αγγλικά, ο Ρόμπερτ Μακ που πωλείται, το “παιδομάζωμα” του Φρανκ Άρνεσεν. Οι μεταγραφές δεν είναι τύχη αλλά μελέτη, σχεδιασμός, επαγγελματισμός και υπομονή. Έστω κι αν για όλους εμάς, αυτή η λέξη δε θα γίνει ποτέ φίλος, δε θα φιλοξενηθεί ποτέ ως τίτλος εφημερίδας και δε θα “γεμίσει” ποτέ κανένα αεροδρόμιο…
Επικοινωνία στο…
Facebook: Thodoros Hastas
Twitter: ThodorosHas