Δεν έχει σημασία πόσο καλός πιστεύεις εσύ ότι είσαι. Στην πραγματικότητα, είσαι τόσο καλός, όσο νομίζουν οι αντίπαλοι σου. Διάβαζα τις δηλώσεις του δύσμοιρου προπονητή της Λα Κορούνια, ο οποίος λίγο μετά 3-2 από την Ρεάλ Μαδρίτης έλεγε πως: «μόλις είδα ότι έδωσε 5 λεπτά καθυστερήσεις, κατάλαβα κι εγώ και οι παίκτες μου ότι το ματς δεν θα τελείωνε αν δεν δεχθούμε το 3-2».
Σε πρώτη ανάγνωση, ο Γκαΐθκα Γκαριτάνο έριχνε την σπόντα του στον διαιτητή. Δεν ήταν όμως έτσι. Η Ρεάλ Μαδρίτης σκόραρε στο 85’ και στο 92’. Από δύο κεφαλιές. Βλέποντας την άμμο στην κλεψύδρα να λιγοστεύει, η «βασίλισσα» γέμισε την αντίπαλη περιοχή από λευκές φανέλες. Πίεσε. Έπιασε τον αντίπαλο από τον λαιμό.
Άφησε μόνο τον Κασεμίρο πίσω για να μαζεύει τις απομακρύνσεις και δεν άφησε τον αντίπαλο να ξεμυτίσει από την περιοχή του. Κι αν δε το έβαζε ο Σέρχιο Ράμος, θα το έβαζαν μόνοι τους οι Γαλιθιάνοι. Κι αυτό δεν κερδίζεται σε μία μέρα. Ο φόβος, ο (υπέρμετρος) σεβασμός, η βεβαιότητα του ότι εκεί δεν παίρνεις τίποτα δείχνει πραγματικά πόσο καλός είσαι.
Θα μου πει κάποιος (και δικαίως): Τι σχέση έχει ένα τυχαίο ματς της πρωταθλήτριας Ευρώπης με ένα ματς του ΠΑΟΚ απέναντι στον Πλατανιά; Έχει. Είναι ακτριβώς το συναίσθημα που πρέπει να δημιουργήσει ο ΠΑΟΚ σε κάθε επισκέπτη που πατάει το χορτάρι της Τούμπας. Τα δύο τελευταία παιχνίδια με Σλόβαν Λίμπερετς και Πλατανιά ήταν αυτά που θα έπρεπε να είναι.
Τίποτα πια στο ποδόσφαιρο δεν κερδίζεται με… περπάτημα. Θέλει προσπάθεια, μόχθο, κόπο και τρόπο. Ειδικά όταν τα πόδια είναι βαριά από ευρωπαϊκό παιχνίδι 48 ώρες νωρίτερα και με μηδαμινή δυνατότητα για rotation. Με το ξεκίνημα της επανάληψης, ο Ίβιτς ντύθηκε λιγάκι Ζιντάν και από πολύ νωρίς άρχισε να ταράζει τα λιμνάζοντα νερά.
Ο Τζάλμα Κάμπος έφυγε από τον… ασβέστη και έπαιξε πολύ περισσότερο στον άξονα, όπου είχε μεγαλύτερη επιρροή. Ο Μάτος έγινε κανονικός εξτρέμ. Πίσω έμειναν τρεις (Βαρέλα, Κρέσπο, Λέοβατς) και ο ΠΑΟΚ κέρδισε ένα εξτρά παίκτη μπροστά. Άρχισε να παίρνει πραγματάκια γύρω – γύρω. Ένα φάουλ, δύο φάουλ, κόρνερ, πίεση κανονική. Κάπως έτσι, κάποια στιγμή το γκολ θα ερχόταν. Ήρθε από τον άνθρωπο που (τηρουμένων των αναλογιών) μοιάζει με τον Ντάνι Άλβες του ΠΑΟΚ.
Δεν έχει να κάνει με τα δύο γκολ. Ακόμα κι αν δεν είχε σκοράρει απέναντι στον Πλατανιά, ο Λέο Μάτος δεν κινδυνεύει να χάσει τον τίτλο του άτυπο MVP της μέχρι τώρα χρονιάς του ΠΑΟΚ. Τον βλέπεις και λες πως αυτού του παιδιού δεν του λείπει τίποτα. Μακάρι να υπήρχαν 11 Λέο Μάτος στο γήπεδο. Μακάρι όλες οι μεταγραφές να ήταν ένας Λέο Μάτος. Μακάρι να προλάβαινε τον Λίνο και να βλέπαμε έστω και για λίγο αυτά τα δύο… άλογα στις πτέρυγες.
Δεν μπορεί να είναι Βραζιλιάνος. Οι Βραζιλιάνοι έχουν πρώτα το μυαλό στην σάμπα και μετά σε όλα τα άλλα. Στην ντρίμπλα, στα κορδελάκια, στην ποικιλία, στο περιττό, στο κάτι παραπάνω. Οι Βραζιλιάνοι είναι μποέμ, γλεντζέδες, πέρα βρέχει. Οι Βραζιλιάνοι βαριούνται αφόρητα τα «πρέπει» της τακτικής και ακόμα περισσότερο τα βάρη, την γυμναστική, το τρέξιμο. Σίγουρα ρε Λέο είσαι από την χώρα του καφέ ή μας κοροϊδεύεις όλους;
Είναι ο ορισμός του μοντέρνου μπακ. Ξέρει πότε να ανεβοκατέβει την πτέρυγα και πότε να κάτσει στα αυγά του. Δεν είναι πληγή αμυντικά, μα ούτε δεν λουφάρει επιθετικά. Πηδάει στον… Θεό και το κεφάλι του καθαρίζει όλα τα αμυντικά και τα επιθετικά στημένα. Είναι μπρατσαράς, αλλά όχι πρησμένος. Είναι γρήγορος, μα όχι βιαστικός.
Είναι τόσο «ψημένος» τακτικά, που την σεζόν που η Ντνίπρο έφτασε στον τελικό του Europa League, έπαιζε υποχρεωτικά ως αριστερός μπακ με ανάποδο πόδι, δίχως να είναι φύρα. Έχει παίξει ως εξτρέμ, μέχρι και ως περιφερειακός επιθετικός. Δεν ξέρει απλώς μπάλα. Ξέρει ποδόσφαιρο. Μεγάλη η διαφορά ανάμεσα στα δύο.
Νιώθω ο ΠΑΟΚ ήρθε στην ζωή του την κατάλληλη εποχή και αυτός ήρθε στον ΠΑΟΚ την ώρα που έπρεπε. Ήρθε στα 30 του, μετά από έξι ζόρικα χρόνια στα κρύα και τις μοναξιές της Οδησσού και τις όχθες του Δνίπειρου. Ήρθε σκληραγωγημένος, μα και με παραστάσεις υψηλού πρωταθλητισμού. Ήρθε για να ηγηθεί κι όχι για να ακολουθήσει. Αν ερχόταν στα 25, μετά από ένα – δύο χρόνια σίγουρα θα την… έκανε για κάποιο λαμπερό πρωτάθλημα. Τώρα ήρθε για να…δέσει εδώ.
Είναι «λαχείο» γιατί όλα αυτά τα καλούδια εντός γηπέδου το υποστηρίζει με την ζωή του μακριά από αυτό. Δεν πίνει, δεν καπνίζει, δεν ξενυχτά, είναι οικογενειάρχης εδώ και χρόνια, σπιτόγατος και όλα αυτά από επιλογή. Όχι από ανάγκη. Μετράει πολύ αυτό.
Είναι «περιβόλι» στην παρέα και συνδετικός κρίκος στα αποδυτήρια. Από αυτούς που κάθε προπονητής θέλει για να φτιάξει συνεκτικό ιστό.
Ήρθε χωρίς πολλά φώτα, χωρίς τρελές προσδοκίες, χωρίς υποδοχές, χωρίς μεγάλα λόγια και χωρίς πολλά λεφτά. Ένας οδηγός, ένα φωτεινό παράδειγμα για τις επόμενες μεταγραφές του ΠΑΟΚ…