Σύμφωνα με την ιατρική ορολογία η κρίση πανικού είναι μια αιφνίδια περίοδος έντονου άγχους, ψυχολογικής διέγερσης, φόβου, στομαχικών διαταραχών και αδιαθεσίας που σχετίζεται με μια ποικιλία σωματικών και νοητικών συμπτωμάτων.
Η εμφάνιση των επεισοδίων τυπικά είναι απότομη. Μπορεί να μην υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αιτία, ωστόσο υπάρχουν και οι κρίσεις πανικού που εμφανίζονται πάντοτε κάτω από συγκεκριμένες καταστάσεις. Όπως για παράδειγμα ένα ματς στην Αθήνα (λέω εγώ) ή όταν ο ΠΑΟΚ φτάνει κοντά σε κάτι μεγάλο.
Μπορεί μπάλα να μην έχω παίξει (σε επαγγελματικό τουλάχιστον επίπεδο), αλλά αυτή τη ρημάδα την κρίση πανικού την ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά. Μπορώ να διακρίνω τα συμπτώματα της από χιλιόμετρα. Σου κόβει τα πόδια και την ανάσα. Σου φέρνει ταχυπαλμία και σε κάνει να μην μπορείς να διακρίνεις καθαρά τα πράγματα. Φέρνει πανικό. Σε κάνει αγνώριστο. Σε κάνει όπως τον ΠΑΟΚ στο «ΟΑΚΑ» (με την ΑΕΚ») και στη «Λεωφόρο Αλεξάνδρας».
Τα πάντα ξεκινάνε από τη στέρηση. Η αποχή από τους τίτλους έχει δημιουργήσει μία αδιανόητη πίεση, ένα αφόρητο «πρέπει» γύρω από τον ΠΑΟΚ. Μία ψυχολογική αιχμαλωσία από την οποία η ομάδα συνολικά δείχνει ότι δεν μπορεί να ξεφύγει. Κι αυτό της κόβει τα πόδια. Της βάζει ένα βαρίδι, τη φορτώνει με άγχος, της πιέζει τον εγκέφαλο, μέχρι που αυτός σκάει.
Ξέρω. Ο υψηλός πρωταθλητισμός τα έχει αυτά. Είτε μπορείς να τα διαχειριστείς όλα αυτά, είτε δεν κάνεις. Κι εδώ θέλω να καταλήξω. Άραγε μπορούν τα παλικάρια; Μπορούν να γυρίσουν από μία Κόλαση που οι ίδιοι δημιούργησαν; Μπορούν να βγάλουν εγωισμό, τσαγανό, θυμό, νταηλίκι, αυθεντική ποδοσφαιρική μαγκιά και να φτάσουν σε κάτι μεγάλο; Μπορούν να πνίξουν αυτή την κρίση πανικού ή μήπως είναι φτιαγμένοι μόνο για τα εύκολα;
Καταλαβαίνω την διαιτητολαγνεία. Καμιά φορά αποτελεί ένα όμορφο παυσίπονο, ένα καταπραϋντικό της ψυχής, όταν αρνείσαι να παραδεχθείς την αλήθεια. Ε, λοιπόν στα δικά μου μάτια καμία σημασία δεν θα είχε αν ο Σιδηρόπουλος καταλόγιζε πέναλτι στο χέρι του Χουλτ. Απολύτως καμία. Μπορεί να γινόταν το 2-1, μπορεί και όχι. Το σημαντικό είναι πως για μία ακόμα φορά, ο ΠΑΟΚ (κι εδώ αναφέρομαι τόσο στους παίκτες, όσο και στον προπονητή) δεν κατάφερε να ξεπεράσει τους φόβους του. Δεν κατάφερε να φτάσει μία υπέρβαση, να ξεπεράσει τον εαυτό του. Αιχμαλωτίστηκε, παγιδεύτηκε, πνίγηκε μόνος του. Κι αυτό είναι πολύ πιο ανησυχητικό από μία πρόκριση ή έναν αποκλεισμό.
Ναι, το σκορ θα μπορούσε να είναι διαφορετικό. Για παράδειγμα, στο δεύτερο γκολ που έρχεται 7 λεπτά πριν το τέλος, γίνονται όλα τα στραβά του κόσμου. Ο Ουάρντα γλιστράει μόνος του και χάνει τη μπάλα, ένα απονενοημένο αδύναμο, συρτό σουτ γίνεται -μετά από τρίσποντη καραμπόλα- μισό γκολ για τον Μπεργκ, ο οποίος σερβίρει στον Λέτο που πολύ οριακά δεν είναι οφσάιντ. Μαζεμένες συμπτώσεις, καθαρή γκαντεμιά. Έλα όμως που δεν είναι έτσι.
Σε ένα ματς που ο ΠΑΟΚ υποτίθεται ότι έπαιζε για τη ζωή του ήταν δεύτερος σε όλες τις μονομαχίες. Η σούμα στο τέλος δεν έλεγε ψέματα. Ο Παναθηναϊκός έκανε 13 τελικές (8 προς την εστία) και ο Δικέφαλος του Βορρά μόλις τρεις, εκ των οποίων 0 προς την αντίπαλη εστία. Το επαναλαμβάνω για να το εμπεδώσουμε: 0 προς την αντίπαλη εστία! Τα γάντια του Βλαχοδήμου δεν λερώθηκαν ποτέ σε ένα ματς που ο ΠΑΟΚ υποτίθεται πως έψαχνε το γκολ για να πάρει αβαντάζ πρόκρισης, σε ένα παιχνίδι που είχε κυκλωθεί με κόκκινο μαρκαδόρο, με απόλυτη στοχοπροσήλωση.
Και να πει κανείς ότι έπεσε πάνω σε μία καυτή έδρα; Η Λεωφόρος έμοιαζε με «εκκλησία», πιο ήρεμη από ποτέ. Πού πήγε άραγε αυτό το περίφημο ψυχολογικό αβαντάζ μετά το 3-0 της Κυριακής; Την ώρα που οι παίκτες του Ουζουνίδη έβγαζαν πάθος, ενέργεια, σκύλιαζαν σε κάθε φάση, κάνοντας συνεχώς ντουμπλαρίσματα, ο ΠΑΟΚ έμοιαζε παραδομένος στη μοίρα του, δειλός, πελαγωμένος.
Τα άθλια στημένα του Ουάρντα ήταν καθρέφτης όλης της ομάδας. Όλες οι κερδισμένες προσωπικές μάχες του Μπεργκ εντός κι εκτός περιοχής (ο Σουηδός δεν κόπηκε ούτε μισή φορά) μαρτυρούν πολλά. Το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ δεν έβγαλε ούτε μία φορά συνθήκες υπεραριθμίας στην επίθεση για να βγάλει μία σοβαρή φάση δείχνουν πόσο περισσότερο γέμιζε το γήπεδο ο αντίπαλος.
Ο ΠΑΟΚ ήταν απαράδεκτος, όχι γιατί έχασε με 2-0, αλλά γιατί για 90 λεπτά περιφερόταν άσκοπα στο γήπεδο. Δεν κατέστρεψε (έφαγε ουκ ολίγες τελικές με όλους τους πιθανούς τρόπους), δε δημιούργησε, δεν απείλησε, δεν κλώτσησε, δεν μάτωσε. Η ενέργεια του Λέο Μάτος, ο οποίος είχε απίθανα νεύρα σε όλο το ματς, φλερτάροντας σε κάθε φάση με την κάρτα, να παρατήσει τη φάση στο χέρι του Χουλτ και να χοροπηδάει σαν παλαβός, μαρτυρά το ψυχολογικό μπλοκάρισμα μιας ομάδας, που δε βλέπει μπροστά της από την υπερβολική πίεση. Το ακόμα χειρότερο; Η ίδια φόρτιση νιώθω ότι υπάρχει και στον πάγκο.
Είναι άσχημο, άκομψο και άδικο να κρίνεις εκ των υστέρων, μα αποδείχθηκε ότι Ουζουνίδης πλάνεψε για τα καλά τον ΠΑΟΚ με τον Δούρειο Ίππο που εμφάνισε την Κυριακή. Η ομάδα του εμφανίστηκε φρέσκια και με διάθεση για εκδίκηση και απαντήσεις, απέναντι σε ένα αντίπαλο που ενδεχομένως να πίστεψε πως θα μπορούσε να ξανακερδίσει περπατώντας.
Ο καθένας μπορεί να καταλογίσει πολλά στον προπονητή του ΠΑΟΚ, για την επιλογή του να αφήσει το πιο σφιχτό 4-3-3 (δοκιμασμένο και ταμάμ για εκτός έδρας ματς), για την επιλογή του να κόψει από την αποστολή Μπίσεσβαρ και Αθανασιάδη, για διάφορες παικτικές εμμονές, όμως θα προτιμήσω να σταθώ σε κάτι άλλο. Αφού το ματς κυπέλλου ήταν απείρως σημαντικότερο, γιατί δεν προφυλάχθηκαν οι βασικοί την Κυριακή; Γιατί έπρεπε ντε και καλά να παίξει ο επιβαρυμένος Τσίμιροτ με αποτέλεσμα να φάει την κλωτσιά που τον έθεσε νοκ-άουτ; Το ίδιο ισχύει και για τον Βαρέλα. Και να πεις ότι το ρόστερ του ΠΑΟΚ δεν είναι βαθύ; Δόξα το Θεό σε κάθε ματς μένουν εκτός αποστολής 4-5 παίκτες που θα μπορούσαν να παίζουν ενδεκάδα σε κάθε ελληνική ομάδα.
Προτιμώ να είμαι ρεαλιστής, παρά ονειροπόλος. Το 2-0 δεν γυρίζει, παρά μόνο με ένα θαύμα. Ακόμα κι αν γυρίσει όμως σε μία φλεγόμενη Τούμπα, ο ΠΑΟΚ δεν θα έχει λύσει το θέμα με αυτές τις ρημάδες κρίσεις πανικού, κάθε φορά που επιχειρεί να κάνει κάτι μεγάλο, μακριά από την ασφάλεια που του προσφέρει το σπίτι του. Κι αν δεν απατώμαι, ο τελικός κυπέλλου δεν θα διεξαχθεί στην Τούμπα. Άραγε μπορούν τα παλικάρια; Έτσι όπως τα κατάφεραν, οι ίδιοι θα δώσουν την απάντηση στο ερώτημα.