Ο νέος τεχνικός του μπασκετικού ΠΑΟΚ, ο Ηλίας Παπαθεοδώρου, παραχώρησε μία νέα μεγάλη συνέντευξη στο «Radio 103,3» και ανέλυσε για ακόμη μία φορά το πλάνο του και τους στόχους του με τον Δικέφαλο.
Μεταξύ άλλων τόνισε:
Για τη συμφωνία του με τον ΠΑΟΚ: «Για μένα μια νέα εμπειρία που θα συναντήσω σε μεγάλο σύλλογο, ιστορικό σωματείο που μου δίνει ευκαιρία να γυρίσω στην Ελλάδα. Βρίσκεται σε άλλο επίπεδο με σχέση με την Κηφισιά. Είμαι πολύ χαρούμενος και ενθουσιασμένος για την επιλογή».
Για τον αν διαπιστώνει διαφορές στο ελληνικό πρωτάθλημα τώρα που επέστρεψε: «Όχι δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές. Οι ομάδες παραμένουν σε τρεις ταχύτητες. Είναι ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός, μετά ΑΕΚ, Άρης, ΠΑΟΚ και οι υπόλοιπες που παλεύουν για τα play off και την παραμονή. Δεν είναι και ότι καλύτερο οι μεγάλες διαφορές. Είναι εις βάρος της ποιότητας και τους ενδιαφέροντος. Όλοι θα ήθελαν να αλλάξει και να αποκτήσει μεγαλύτερη αίγλη το πρωτάθλημα».
Για το αν πρέπει να μειωθούν οι ομάδες στην Basket League: «Οι 14 ομάδες δεν είναι μεγάλος αριθμός, αν αναλογιστούμε πόσες υπάρχουν στην Ισπανία και στην Τουρκία, στα αναπτυγμένα δηλαδή πρωταθλήματα και τι ανταγωνισμός υπάρχει. Τα οικονομικά δεδομένα σε αυτές τις χώρες είναι διαφορετικά. Άλλα πράγματα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εικόνα είναι η καλύτερη διαχείριση, το μάρκετινγκ και οι χορηγοί. Θα μπορούσαν να αλλάξουν την κατάσταση για τις ομάδες από την έκτη θέση και κάτω».
Για τη διαδοχή του Σούλη Μαρκόπουλου: «Είναι κάτι καινούργιο για μένα να διαδεχθώ ένα τεχνικό που άφησε το στίγμα του. Είναι δεδομένο ότι ορισμένες συνήθειες θα τις κρατήσουμε και κάποιες θα τις αλλάξουμε. Είναι ομάδα με απαιτήσεις, με κόσμο, με ιστορία».
Για τους καλοκαιρινούς στόχους του σχεδιασμού: «Πρέπει να θέσουμε τους κανόνες λειτουργίας της ομάδας που είναι πολύ σημαντικό κομμάτι. Το πως θα λειτουργήσουμε ως οργανισμός. Να γνωριστούμε καλύτερα με τους ανθρώπους της ομάδας. Είναι ένα σωματείο που έχει μπασκετική τεχνογνωσία. Από την πρώτη στιγμή με έχει γεμίσει με σεβασμό και αυτοπεποίθηση ότι κάτι καλό θα γίνει».
Για την εμπειρία του στην Αστάνα: «Υπάρχουν πολλά στάδια από τα οποία περνάς στην προπονητική. Οι εμπειρίες από την παρουσία μου στο εξωτερικό, αλλά και η παρουσία μου στην Κηφισιά είναι μια παρακαταθήκη για μένα. Είναι διαφορετικές οι συνθήκες και οι απαιτήσεις. Σε σχέση με το ελληνικό πρωτάθλημα η Αστάνα είχε μεγαλύτερο μπάτζετ. Μεγαλύτερη ευκολία να επιλέξεις παίκτες και μεγαλύτερη αγορά. Ένα από τα τρία καλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης. Στο ελληνικό πρωτάθλημα υπάρχουν δυσκολίες, και λιγότερα χρήματα, αλλά με τις δυσκολίες σκληραγωγείσαι περισσότερο».
Για την ομάδα της Αστάνα πιο ειδικά: «Τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια είχε σπαταλήσει πολλά χρήματα. Πριν από εμένα το αγωνιστικό τμήμα είχε 3,5 εκατομμύρια δολάρια. Δεν είχαν δημιουργήσει όμως τις κατάλληλες συνθήκες για την επόμενη μέρα. Είναι μια ομάδα που χει για το σήμερα. Δεν βρήκαμε υποδομή για να δημιουργήσουμε κάτι, ενώ είχαμε και μείωση μπάτζετ κατά 60%. Οι συνθήκες στη χώρα είναι δύσκολες με το κρύο, όμως προσελκύσαμε δύο Έλληνες παίκτες τον Κασελάκη και τον Κατσίβελη και καλούς ξένους».
Για τη VTB League: «Μιλάμε για πρωτάθλημα που είναι δύο φορές πιο ποιοτικό από το ελληνικό. Η τελευταία ομάδα ήταν η πρώτη στα εισιτήρια. Ήταν η Πάρμα με 7.500 εισιτήρια μέσο όρο. Υπάρχει τρομερή οργάνωση. Ήταν πολύ καλή εμπειρία για εμάς. Ζήλεψα την οργάνωσή τους και τον ανταγωνισμό».
Για το γεγονός ότι δεν παίζουν οι νέοι παίκτες: «Είναι μεγάλο και σύνθετο θέμα. Οι μεγάλες ομάδες θέλουν ότι καλύτερο υπάρχει στις μικτές ηλικίες. Οι ατζέντηδες θέλουν να πηγαίνουν το καλό προϊόν στις καλύτερες ομάδες. Ο τρίτος πόλος είναι οι οικογένειες που θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους. Δεν είναι εύκολο να διακρίνεις τι είναι το καλύτερο ως γονιός. Υπάρχει βέβαια και το οικονομικό που παίζει ρόλο δεν μπορούμε να το κατηγορήσουμε αυτό. Αν δεν βρεθεί λύση όμως οι παίκτες χάνουν χρόνο, δεν κερδίζουν εμπειρίες και αυτό είναι εις βάρος τους».
Για το σουτ που λείπει από τους Έλληνες παίκτες: «Αφορά σε ένα κομμάτι τον τρόπο που μια φουρνιά έφερε επιτυχίες μαζί με τη φιλοσοφία των προπονητών. Ίσως δεν δίνουμε τόσο μεγάλο έμφαση στα βασικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού. Πρέπει να επανέλθουμε στις βασικές αρχές του παιχνιδιού και να μην κρίνουμε θετικά που έχουν μόνο πάθος και μαχητικότητα. Χρειάζονται και αυτά, αλλά χρειάζεται να δουλέψουμε το κομμάτι του σουτ».