Ο Χάρης Χαρίσης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς στο πρώτο χρόνο παρουσίας του στην Τούμπα, έδειξε να ξεπερνά γρήγορα την διαφορά ανάμεσα στην φανέλα του ΠΑΣ Γιάννενα και αυτή του ΠΑΟΚ, και να αντεπεξέρχεται παρά τις όποιες δυσκολίες είχαν εμφανιστεί.
Το καλοκαίρι του 2015, ο Χαρίσης έκανε τη πρώτη του προετοιμασία με τον ΠΑΟΚ, έχοντας στα χέρια του το “διαβατήριο” του “καλύτερου νέου παίκτη της Σούπερ Λιγκ” όπως τον ψήφισαν οι παίκτες και οι προπονητές του πρωταθλήματος. Η ατυχία είχε χτυπήσει την πόρτα του Χαρίση, καθώς στις τελευταίες ημέρες της προετοιμασίας υπέστη θλάση, με τον Ιγκόρ Τούντορ να αναγκάζεται να αλλάξει πλάνα ενόψει του πρώτου επίσημου αγώνα της σεζόν, καθώς υπολόγιζε να του δώσει φανέλα βασικού. Ο τραυματισμός τον είχε φρενάρει αλλά στο ξεκίνημά του, στα πρώτα του παιχνίδια με τον Δικέφαλο στο στήθος, άρχισε να παρουσιάζει τα αγωνιστικά στοιχεία που τον είχαν οδηγήσει από τον ΠΑΣ στον ΠΑΟΚ.
Τον Μάιο του 2016, ο Χαρίσης συμπλήρωσε τη πρώτη του σεζόν στο Δικέφαλο του βορρά έχοντας μετρήσει 24 συμμετοχές, αριθμός ικανοποιητικός με βάση το χρονικό διάστημα στο οποίο είχε μείνει εκτός αγωνιστικής δράση, σε μια χρονιά που οι μυϊκοί τραυματισμοί ήταν σχεδόν εβδομαδιαίο φαινόμενο. Ο Χαρίσης ψηφίστηκε για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν ως “καλύτερος νέος παίκτης της Σούπερ Λιγκ” γεγονός που αποτέλεσε επιβράβευση όχι μόνο για την αγωνιστική του παρουσία αλλά και για την αντιμετώπιση όλων των δυσκολιών που είχαν προκύψει στο δρόμο του.
Η δεύτερή του σεζόν στον ΠΑΟΚ δεν είχε τραυματισμούς αλλά οι 19 συμμετοχές συνοδεύονται από ένα… “μόλις” σε σχέση με όσα θα περίμενε και εκείνος. Ο Βλάνταν Ίβιτς τον είχε στον τρίτο κύκλο του ροτέισον και ακόμα και μετά την απομάκρυνση του Σέρβου τεχνικού, ο Χαρίσης διαπίστωσε πως το “στάτους” του στο ρόστερ δεν θα άλλαζε, καθώς θα έπρεπε να “κερδίσει” τον Αλεξάνταρ Στανόγιεβιτς. Στην Σιντ Τρούντεν, ο Χαρίσης θα πρέπει να αποδείξει οτι η περσινή σεζόν ήταν μια “κακή παρένθεση” προκειμένου να βγει εκείνος κερδισμένος αγωνιστικά, και ο ΠΑΟΚ κερδισμένος οικονομικά.
Η πρώτη χαμένη ευκαιρία
Οι παίκτες που βρέθηκαν στο ασπρόμαυρο ρόστερ και όταν κλήθηκαν να… “ψηλώσουν” δεν μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της Τούμπας. Ο ΠΑΟΚ δεν είχε από τα καράβια στα οποία μπορεί κανείς να… δέσει εύκολα. Με όποια “ταμπέλα” και αν ανέβει σε αυτό, για την ταμπέλα του βασικού πρέπει να “βρέξει”… ξέρετε τι.
Τρεις από τους παίκτες που πέρασαν, την περασμένη εβδομάδα, την πόρτα της εξόδου με την μορφή δανεισμού, οι Στέλιος Κίτσιου, Δημήτρης Χατζηισαΐας και Χάρης Χαρίσης, είναι τρεις διαφορετικές περιπτώσεις παικτών, καθώς έφτασαν σε αυτό το σημείο έχοντας ξεκινήσει από διαφορετικές αφετηρίες. Ο Κίτσιου είναι προϊόν της ακαδημίας, ο Χαρίσης αποκτήθηκε καλοκαίρι και ο Χατζηισαΐας χειμώνα.
Αν υπάρχει ένα κοινό στοιχείο, δεν είναι άλλο από το γεγονός πως πρόκειται για παίκτες δεν μπορούν να υποστηρίξουν πως δεν είχαν τις ευκαιρίες τους.
Και αυτές οι ευκαιρίες είναι το κύριο θέμα και ζητούμενο για κάθε νεαρό παίκτη. Σε έναν ΠΑΟΚ που – κακά τα ψέματα – όσο τα οικονομικά δεδομένα ανεβαίνουν, τόσο ανεβαίνουν και οι απαιτήσεις για νίκες, με τον περιβάλλον να γίνει άκρως ανταγωνιστικό, το να δοθούν ευκαιρίες δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα. Μάλιστα, δεν μιλάμε για τις εποχές που η παρουσία νεαρών παικτών στην ενδεκάδα αποτελούσε το ζητούμενο, έτσι ώστε να προκύψει και αγωνιστικό αλλά και οικονομικό όφελος. Άπαντες ξεκινούν από την ίδια αφετηρία, με τους νεαρούς να έχουν κάποια ελαφρυντικά τα οποία όμως “κρατούν” λιγότερο σε σχέση με άλλα χρόνια. Με τον ΠΑΟΚ να φτάνει, τα τελευταία δυο χρόνια, να δίνει πάνω από 100 παιχνίδια, από τη μια ήταν δεδομένο ότι όλοι θα είχαν την ευκαιρία να δείξουν την αξία τους, και από την άλλη, με την πίεση του αποτελέσματος, οι ευκαιρίες δεν θα είχαν μεγάλη διάρκειας ζωής.
Η διάθεση του ΠΑΟΚ να μην δώσει συνέχεια στις ευκαιρίες και να κοιτάξει το ρόστερ του λέγοντας το “καλύτερα να βρεθεί σε μια ομάδα για να δεις και εσύ το που βαδίζεις παρά να είσαι εδώ και μια ακόμα χρονιά να περιμένεις για μια ευκαιρία” όσο σκληρό και αν ακούγεται στα αυτιά των νεαρών παικτών, αν μη τι άλλο είναι τίμιο.
Όταν ο Θοδωρής Ζαγοράκης είχε πρωτοαναλάβει την προεδρία του ΠΑΟΚ, είχε πει πως οι αποφάσεις για τους παίκτες θα πρέπει να λαμβάνονται «με βάση το ποδόσφαιρο και όχι με βάση το συναίσθημα» και είναι κάτι που ο Δικέφαλος του βορρά καλείται να (ξανα)βρει, ειδικά σε μια χρονική στιγμή στην οποία ο ΠΑΟΚ ούτε θέλει ούτε θα προσπαθήσει αλλά είναι υποχρεωμένος να κάνει πρωταθλητισμό.
Οι ασπρόμαυροι καλούνται να στήσουν ένα ρόστερ με παίκτες που άπαντες θα γνωρίζουν τόσο το ρόλος τους στον αγωνιστικό πλάνο όσο και αυτόν στο γενικό. Και σε τέτοιες περιπτώσεις οι ομάδες καλούνται να βρουν τη χρυσή τομή ανάμεσα στις δικές τους ανάγκες και την ανάπτυξη των ποδοσφαιριστών, που έρχεται μέσα από τα παιχνίδια.
Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΧΑΤΖΗΙΣΑΪΑ
Ο Δημήτρης Χατζηισαΐας μπήκε “φουριόζος” στην καθημερινότητα του ΠΑΟΚ και έμεινε σε αυτή ίσως και… πεισματικά
έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα.
Μετά από 39 συμμετοχές με τα Χανιά και 42 με τον Πανιώνιο, ο ΠΑΟΚ απέκτησε τον Δημήτρης Χατζηισαΐα τον Ιανουάριο του 2016, σε μια χρονική στιγμή που το ρόστερ του Δικεφάλου του βορρά ταλαιπωρούταν από τραυματισμούς. Είναι χαρακτηριστικό πως ο ψηλόσωμος κεντρικός αμυντικός έκανε τις περισσότερες από τις 10 συμμετοχές του με τον Δικέφαλο το διάστημα αμέσως μετά την μετακόμισή του από την πλατεία στην Τούμπα. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, ο Βλάνταν Ίβιτς του έδειξε την πόρτα της εξόδου, εκείνος όμως παρέμεινε, έστω και αν πέρασε το μισό της σεζόν κάνοντας ατομικές προπονήσεις. Η χαμένη περσινή σεζόν, στην οποία (σε ένα βαθμό υπ’ ευθύνη του) δεν είχε ούτε μια συμμετοχή, ήταν ο λόγος για τον οποία παραχωρήθηκε με την μορφή δανεισμού στον Ατρόμητο.
Η πορεία του Κίτσιου μέχρι την Σιντ Τρούιντεν
Ο Στέλιος Κίτσιου είναι μια ξεχωριστή περίπτωση, καθώς στα 23 του πήρε… φύλλο πορείας ως δανεικός, κάτι που δεν έγινε σε χρόνια που θα το περίμενε κανείς.
Ο Στέλιος Κίτσιου εντάχθηκε στις ακαδημίες του ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 2007 και έκτοτε ανέβηκε σκαλί – σκαλί μέχρι την ανδρική ομάδα. Μάλιστα, αυτό έγινε χωρίς στην διαδρομή να φύγει από το ρόστερ του Δικεφάλου του βορρά, κάτι που δεν είναι εύκολο να συμβεί σε παίκτη της ηλικίας του. Ο Κίτσιου θα είναι παίκτης της Σιντ Τρούιντεν μετά από 148 εμφανίσεις με την φανέλα του ΠΑΟΚ σε όλες τις διοργανώσεις στις οποίες πήραν μέρος οι ασπρόμαυροι. Από το 2012, όταν και έκανε το ντεμπούτο του σε επίσημο παιχνίδι μέχρι και σήμερα, ο Κίτσιου αγωνίστηκε σε 81 παιχνίδια πρωταθλήματος, 20 παιχνίδια πλέι οφ, 22 παιχνίδια κυπέλλου, 6 αγώνες προκριματικών Γιουρόπα Λιγκ, 15 παιχνίδια ομίλων του Γιουρόπα Λιγκ και τέσσερα παιχνίδια προκριματικών Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Κίτσιου βρέθηκε σε μια κατηγορία παικτών που αποτελούν πάντα το… πρώτο από τα “δεύτερα βιολιά”, καθώς στις χρονιές που πήρε ευκαιρίες, αποδείχθηκε πως ο ΠΑΟΚ πάντα έψαχνε να βρει έναν παίκτη με μεγαλύτερο ειδικό βάρος, και όποτε τον έβρισκε ο Κίτσιου κατάφερνε να αποτελεί μια αξιόπιστη λύση ως κάλυψή του. Τα χρόνια πέρασαν, τα περιθώρια ανάπτυξης του Κίτσιου μίκρυναν και αυτό το καλοκαίρι άπαντες πήραν τις αποφάσεις τους. Στον ΠΑΟΚ αποφάσισαν πως δεν έχουν να πάρουν κάτι άλλο από τον Κίτσιου, ειδικά με το τρόπο με τον οποίο δομήθηκε το ρόστερ στην θέση του (επιστροφή Κωνσταντινίδη) και ο Κίτσιου αποφάσισε πως δεν θέλει άλλο να ζει στη σκιά κάποιου, και έψαξε να βρει ομάδα στην οποία δεν θα ξεκινάει με το μειονέκτημα του αναπληρωματικού.
Η διαδρομή εντός γηπέδου
Όταν “αποφοίτησε” από την ακαδημία του ΠΑΟΚ, ο Κίτσιου είχε ένα πλεονέκτημα το οποίο στο τέλος έμοιαζε να λειτουργεί ως μειονέκτημα. Και αυτό δεν ήταν άλλο από την συζήτηση που είχε να κάνει με την φυσική του θέση. Ο Κίτσιου “συστήθηκε” ως αμυντικός μέσος και στην συνέχεια πήγε προς τα δεξιά. Ο θεσσαλονικιός μπορεί να έδειξε πως γνωρίζει αρκετά καλά, σε τακτικό επίπεδο τόσο την θέση του αμυντικού μέσου, όσο και αυτές που δεξιού οπισθοφύλακα αλλά και του του φουλ μπακ, αλλά ίσως να καθυστέρησε να “επιμείνει” σε κάποια από αυτές, ώστε να ασχοληθεί επισταμένα, δουλεύοντας πάνω στα χαρακτηριστικά που απαιτεί η θέση που επέλεξε.
ΠΗΓΗ : FORZA