Το καλοκαίρι του 1999 ο Γιώργος Μπατατούδης συμπλήρωνε τρεισήμισι χρόνια στο τιμόνι του ΠΑΟΚ. Όχι ότι μέχρι τότε δεν είχε ξοδέψει αρκετά χρήματα για μεταγραφές, ωστόσο εκείνο το καλοκαίρι έκανε επίδειξη οικονομικής ισχύος.
Ήταν η περίοδος, που ο ΠΑΟΚ «χτυπούσε» στα ίσια τα πιο σημαντικά ονόματα από την εγχώρια αγορά, καταφέρνοντας κάποια από αυτά να τα ντύσει στα «ασπρόμαυρα»!
Ένα από αυτά ήταν και του Νίκου Φρούσου. Ο Μεσσήνιος επιθετικός είχε αναδειχθεί με τον Ιωνικό, στη σεζόν που είχε προηγηθεί, δεύτερος σκόρερ της Α΄ Εθνικής με δεκαοχτώ γκολ, πίσω μόνο από τον Ντέμη Νικολαΐδη της ΑΕΚ (είχε σκοράρει τέσσερις φορές περισσότερες). Ο Φρούσος είχε συζητήσεις και με την ΑΕΚ και, μάλιστα, ο Τύπος της εποχής μιλούσε για προφορική συμφωνία των δύο πλευρών. «Θα κάνω τον ΠΑΟΚ πρωταθλητή» διακήρυσσε ο Μπατατούδης από τα γραφεία του ΣΦ ΠΑΟΚ Νέας Υόρκης, όπου είχε μεταβεί. Και επί αμερικάνικου εδάφους ανακοίνωσε την απόκτηση του Φρούσου, την ίδια στιγμή που ο τότε προπονητής της ομάδας Αρι Χάαν δήλωνε …άγνοια: «Δεν πρότεινα την απόκτηση του παίκτη. Πρόκειται για προσωπική επιλογή του μεγαλομετόχου!».
Ο Μπατατούδης αποζημίωσε τον Ιωνικό με 300 εκ. δρχ, πολλά περισσότερα σε σχέση με αυτά, που θα έδινε στην ομάδα της Νίκαιας δύο χρόνια νωρίτερα, όταν είχε προκύψει για πρώτη φορά το φλερτ με τον Φρούσο. Ο τελευταίος είχε και την προοπτική του εξωτερικού (υπήρχε ενδιαφέρον από τη Ραπίντ Βιέννης), αλλά προτίμησε το 4ετές συμβόλαιο του ΠΑΟΚ (η ετήσια αποζημίωση έφθανε τα 75 εκ. δρχ.). Εκανε δύο καλές σεζόν στην Τούμπα (από δεκαεφτά γκολ στην καθεμία), όντας λιγότερο παραγωγικός στη συνέχεια (έντεκα συνολικά γκολ στην επόμενη διετία).
ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΜΕ ΒΕΝΕΤΙΔΗ
Το ποσό των 230 εκ. δρχ. απαιτήθηκε να δοθεί στην Ξάνθη, προκειμένου η θρακική ομάδα να παραχωρήσει στον ΠΑΟΚ τον Στέλιο Βενετίδη, που εκείνη την εποχή υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία. Ο -τότε 23χρονος- αριστερός μπακ καθιερώθηκε με το «καλημέρα» στην ενδεκάδα του Δικεφάλου, ενώ κλήθηκε και στην εθνική ανδρών (είχε αποτελέσει και βασικό στέλεχος της ελπίδων). Με τον ΠΑΟΚ είχε υπογράψει πενταετές συμβόλαιο συνεργασίας (με συνολικές αποδοχές 200 εκ. δρχ.), ωστόσο το καλοκαίρι του 2001 παραχωρήθηκε στον Ολυμπιακό αντί ενός δις δρχ.
ΟΤΑΝ ΒΕΒΑΙΩΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΑΜΠΡΙ
Όταν προτάθηκε στον ΠΑΟΚ ο διεθνής Αιγύπτιος μεσοεπιθετικός Αμπντελσατάρ Σάμπρι, ο Αρι Χάαν και ο Σταύρος Σαράφης ταξίδεψαν στην Αυστρία για να τον παρακολουθήσουν από κοντά, αγωνιζόμενο με την ομάδα της Τιρόλο. Η προσφορά του Αφρικανού παίκτη στον Δικέφαλο ήταν σημαντική κυρίως από οικονομικής άποψης: τον Δεκέμβριο του 1999 παραχωρήθηκε αντί ενός δις δρχ. στην Μπενφίκα, οι άνθρωποι της οποίας είχαν γοητευτεί από την παρουσία του Σάμπρι στα μεταξύ τους παιχνίδια για το κύπελλο ΟΥΕΦΑ.
Ο επαναπατρισμός του Γεωργιάδη από τη Νιούκαστλ
Tο μεταγραφικό σίριαλ του καλοκαιριού του 1999 έφερε το όνομα του Γιώργου Γεωργιάδη. Ο Μπατατούδης επέμεινε στην απόκτηση του, παρά το υψηλό κόστος της συγκεκριμένης κίνησης.
Ένα χρόνο νωρίτερα είχε παραχωρηθεί από τον Παναθηναϊκό στη Νιούκαστλ, όμως ήδη από τον Δεκέμβριο του 1998 είχε ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με τον ΠΑΟΚ. Η υπόθεση ένταξής του στο ρόστερ του Δικεφάλου κάθε άλλο παρά απλή ήταν. Ο παίκτης «δένονταν» με συμβόλαιο με τη Νιούκαστλ, που, όσο και να μην τον υπολόγιζε, δεν ήταν διατεθειμένη να τον αφήσει να φύγει χωρίς να αποζημιωθεί. Σε ρόλο διαπραγματευτή επιστρατεύτηκε ακόμη κι ο Αρι Χάαν, που διατηρούσε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τον συμπατριώτη του Ρουντ Γκούλιτ, προπονητή των «ανθρακωρύχων». Εμπόδιο, βέβαια, αποτέλεσαν και οι οικονομικές αξιώσεις του παίκτη, που, επιπλέον, ήταν υποχρεωμένος να διακανονίσει και την οφειλή ύψους 126 εκ. δρχ. προς τον Παναθηναϊκό. Τελικά, η μεταγραφή έγινε, αφού χρειάστηκε η Νιούκαστλ να εισπράξει 200 εκ. δρχ., ο Γεωργιάδης να αποκομίσει 450 εκ. δρχ. (συνολικά για τριετές συμβόλαιο) και ο Πέρσι Ολιβάρεζ να μετακινηθεί από τον ΠΑΟΚ στον Παναθηναϊκό, προκειμένου να τακτοποιηθεί η προηγούμενη οφειλή του παίκτη προς τους «πράσινους». Ο Γεωργιάδης έκανε μέτρια (βάση της αξίας του) πρώτη χρονιά στην Τούμπα, αλλά την επόμενη τριετία αναδείχτηκε ως ο ηγέτης της ομάδας.
ΚΑΡΑΔΗΜΟΣ ΑΠΟ ΚΑΒΑΛΑ
Μια καλή χρονιά με την Καβάλα στην Α΄ κατηγορία ήταν αρκετή για τον 24χρονο τότε Λουκά Καραδήμο να εξασφαλίσει τη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ. Η ομάδα της ανατολικής Μακεδονίας είχε βγει ωφελημένη κατά 200 εκ. δρχ., ενώ ο παίκτης είχε υπογράψει πενταετές συμβόλαιο, που του απέφερε συνολικά 150 εκ. δρχ.
Ομάρι Τετράτζε
Ο Ομάρι Τετράτζε ήρθε στον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1999, υπό… ειδικές συνθήκες. Κανείς δεν θα μπορούσε να παραγνωρίσει τη μεγάλη αξία του -τότε εν ενεργεία -διεθνή με την εθνική Ρωσίας (Γεωργιανός στην καταγωγή) κεντρικού χαφ, ωστόσο στον ΠΑΟΚ έπρεπε πρώτα να ξεπεράσουν τους ενδοιασμούς τους για την ικανότητα του Τετράτζε να προσφέρει άμεσα τις υπηρεσίες του στην ομάδα. Από τις 2 Φεβρουαρίου 1999, οπότε και είχε λύσει τη συνεργασία του με τη Ρόμα, παρέμενε εκτός δράσης εξαιτίας σοβαρού τραυματισμού. Και το γεγονός ότι συμμετείχε στην καλοκαιρινή προετοιμασία της Ουντινέζε, χωρίς τελικά να ενταχθεί στο δυναμικό της, έκανε ακόμη πιο επιφυλακτικούς τους ανθρώπους του Δικεφάλου. Δεν ήταν τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι ο Τετράτζε δέχτηκε να υπογράψει τριετές συμβόλαιο, το οποίο όμως μπορούσε να «σπάσει» είτε μετά το πρώτο, είτε μετά το δεύτερο εξάμηνο, χωρίς ο ίδιος να αποζημιωθεί για το υπόλοιπο του συμβολαίου. Τελικά αποδείχθηκε ότι από ιατρικής άποψης ήταν εντάξει, παραμένοντας κάτοικος Τούμπας για σχεδόν δυόμισι χρόνια. Είχε όμως άδοξο φινάλε: αγωνίστηκε για τελευταία φορά τον Νοέμβριο του 2001 στο ματς εναντίον της Αϊντχόβεν για τη γ΄ φάση του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, ως αλλαγή στο 72΄ αντί του Λουτσιάνο. Ο Μπάγεβιτς ήθελε να κρατήσει το 3-1 ενόψει της ρεβάνς, στο 81΄ οι Ολλανδοί διαμόρφωσαν το τελικό 3-2 και στις δηλώσεις του μετά το ματς ο Σερβοέλληνας τεχνικός τα έβαλε δημοσίως με τον Τετράτζε για την κακή του απόδοση.
ΝΑΥΑΓΙΟ ΜΕ ΠΦΛΙΠΣΕΝ
Στην αρχή εκείνου του καλοκαιριού ο ΠΑΟΚ είχε συμφωνήσει προφορικά με τον Καρλχάιντζ Πφλίπσεν. Ο Γερμανός μεσοεπιθετικός, που είχε έρθει και στην Τούμπα, είχε μόλις ολοκληρώσει μια 11ετή παρουσία στην Γκλάντμπαχ. Τελικά η συμφωνία με τον Δικέφαλο δεν ολοκληρώθηκε, αφού ο Πφλίπσεν προτίμησε την πρόταση του Παναθηναϊκού, στον οποίο αγωνίστηκε για δυόμισι χρόνια. Όπως στην Τούμπα δεν ήρθε και ο Μαρσέλο Ζαλαγιέτα, για τον οποίο υπήρχε η προοπτική του δανεισμού του από τη Γιουβέντους. Ο Ουρουγουανός επιθετικός κατάφερε να παίξει στην ομάδα του Τορίνο, αφού προηγήθηκαν αλλεπάλληλοι δανεισμοί του (Έμπολι, Σεβίλλη, Περούτζια).
Ο ΑΥΣΤΡΑΛΟΚΡΟΑΤΗΣ ΑΝΤΕ ΚΟΒΙΤΣ
Η απόκτηση του Άντε Κόβιτς το καλοκαίρι του 1999 δεν είχε πάρει μεγάλη έκταση στον Τύπο της εποχής, μια και επρόκειτο για ένα παντελώς άγνωστο όνομα μεταξύ των Ελλήνων φιλάθλων.
Γεννημένος στο Σίδνεϊ από Κροάτες γονείς, ο Κόβιτς ήταν βασικός στα δύο ματς με την Μπενφίκα (στη ρεβάνς της Λισαβώνας οι Πορτογάλοι προκρίθηκαν με 4-1 στα πέναλτι), πριν παραχωρηθεί δανεικός στην Καβάλα για το δεύτερο μισό της σεζόν 1999-2000. Επέστρεψε στην Τούμπα την επόμενη αγωνιστική περίοδο, πανηγυρίζοντας το κύπελλο του 2001 εναντίον του Ολυμπιακού (έπαιξε αντί του προερχόμενου από τραυματισμό Τοχούρογλου). Προτού επιστρέψει στην Αυστραλία, αγωνίστηκε σε Κροατία (Ντιναμό Ζάγκρεμπ) και Σουηδία (Χάμαρμπι και Ελφσποργκ).
Το καλοκαίρι του 1999 είχαν αποκτηθεί επίσης ο Στέφανος Βοσκαρίδης από τον Απόλλωνα Λεμεσού (παρέμεινε στον ΠΑΟΚ για πέντε χρόνια, αλλά κατέγραψε μόλις 19 συμμετοχές, πριν συνεχίσει σε Εργοτέλη, Βέροια, Καλλιθέα, Ανόρθωση και Παραλίμνι) και ο Αργεντινός στόπερ Κρίστιαν Ντόλμπεργκ.
Μέχρι και μεταγραφή παράγοντα!
Εκτός από μεταγραφές παικτών, ο Γιώργος Μπατατούδης έκανε εκείνο το καλοκαίρι και μεταγραφές… παραγόντων! Έτσι, μετά την αποχώρηση του Νίκου Βεζυρτζή, έχρισε γενικό αρχηγό του ποδοσφαιρικού τμήματος τον Στράτο Γιδόπουλο, παρακάμπτοντας τις σχετικές αντιδράσεις μερίδας οπαδών. «Δεν ήρθα στον ΠΑΟΚ για να βοηθήσω την ομάδα να βγει μόνο στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά για να κατακτήσουμε και το πρωτάθλημα. Θα δείτε και τα έργα, όχι μόνο τα λόγια» είχε τονίσει με την ανάληψη των –αμισθί, σύμφωνα με τον ίδιο- υπηρεσιών του. Έξι μήνες αργότερα ο Μπάγεβιτς αναλάμβανε την τεχνική ηγεσία κι ο Γιδόπουλος αποχωρούσε από την Τούμπα.
Πηγή : FORZA