Ο Γκρέιαμ Πότερ παράτησε μία στρωμένη δουλειά στην Αγγλία, παρέλαβε την Έστερσουντ στην 4η κατηγορία της Σουηδίας και 7 χρόνια μετά λατρεύεται σαν Θεός!
«Είναι αδύνατον»! «Δεν πρόκειται να καταφέρεις τίποτα»! «Είσαι τρελός;». Αυτές ήταν οι τρεις πρώτες φράσεις που έμαθε στα σουηδικά, όταν τον Δεκέμβριο του 2010 προσγειώθηκε στο Έστερσουντ, το οποίο ξύνει τον Αρκτικό κύκλο. Κανείς δεν τον πήρε στα σοβαρά, αν και όλοι αγκάλιασαν αυτόν τον περίεργο Άγγλο με τα πεταχτά αυτιά και το μαλλί Beattles και την σύζυγο του Ρέιτσελ. Για να μετακομίσεις στην Vinterstaden, στην πόλη του χειμώνα, θέλει πραγματικά κότσια, ότι δουλειά κι αν κάνεις.
«Ευτυχώς ήμουν αρκετά ξεροκέφαλος και αρκετά στον κόσμο μου. Ότι κι αν άκουγα, εγώ ήμουν σίγουρος ότι θα μπορούσα να πετύχω κάτι σπουδαίο», θυμάται, ο Γκρέιαμ Πότερ.
Τόσα χρόνια στα γήπεδα (Μπέρμιγχαμ, Γουίκομ, Στόουκ, Σαουθάμπτον, Γουέστ Μπρομ, Νορθάμπτον, Ρέντινγκ, Γιορκ, Μπόστουμ, Σριούσμπερι, Μάκλσφιλντ) είχε βαρεθεί τον κλασικό Άγγλο κόουτς, με τις βαρετές οδηγίες και τα «πάμε γερά». Ήθελε να εμβαθύνει. Να ψάξει την πραγματική ουσία του ποδοσφαίρου. Πριν καν κρεμάσει τα παπούτσια του (κάτι που έγινε μόλις σε ηλικία 30 ετών) γράφτηκε στο ανοιχτό πανεπιστήμιο, όπου πήρε πτυχίο στις κοινωνικές επιστήμες. Ακολούθησε μια διατριβή σε ότι αφορά την ποδοσφαιρική ανάπτυξη με πηγή έμπνευσης την πορεία της γυναικείας εθνικής ομάδας της Γκάνας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2007 κι ένα διδακτορικό στην συναισθηματική νοημοσύνη στο Leeds Metropolitan University. «Χωρίς αυτές τις φαινομενικά άσχετες με το ποδόσφαιρο σπουδές, δεν θα είχα καταφέρει ποτέ να γίνω προπονητής. Με δίδαξε να βλέπω το ποδόσφαιρο ως μέρος της κοινωνικής ολότητας και βοήθησε να προετοιμαστώ για τις διαφορετικές κουλτούρες που συνάντησα στο εξωτερικό».
Εκτός από τρελός ήταν και παλικάρι. Το Δεκέμβριο του 2010 ο παλιός του συμπαίκτης (και νυν βοηθός προπονητή στην Έβερτον) Γκρέιαμ Τζόουνς του είπε πως στην Βόρεια Σουηδία υπάρχει μία δουλειά. Όχι και τόσο δελεαστική, αλλά… δουλειά. Εξάλλου όλοι πρέπει να ξεκινήσουν από κάπου: «Ακόμα και σήμερα όταν σκέφτομαι την απόφαση, αναρωτιέμαι τι στην οργή σκεφτόμουν. Παράτησα την δουλειά μου, κλείσαμε την επιχείρηση της γυναίκας μου και πήραμε το νεογέννητο παιδί μας στην μέση του πουθενά. Στο άγνωστο. Εγώ ήμουν όμως σίγουρος».
Το 2010 η Έστερσουντ βρισκόταν στην 4η κατηγορία. Βασικά ελάχιστοι ήξεραν ότι υπάρχει ποδοσφαιρική ομάδα Έστερσουντ: «Η πόλη έβγαζε μόνο σκιέρ, παίκτες του χόκεϊ επί πάγου και πατινέρ. Στα πρώτα ματς παιχνίδια, ζήτημα να είχαμε 500 άτομα και τώρα μετακομίσαμε σε γήπεδο 10.000 θέσεων, γιατί ο κόσμος δεν χωρούσε στο προηγούμενο γήπεδο», λέει γεμάτος καμάρι.
Ο Γκρέιαμ Πότερ δεν είναι ένας προπονητής όπως όλοι οι άλλοι. Πιστεύει ότι σκοπός του δεν είναι να φτιάξει καλύτερους ποδοσφαιριστές, αλλά καλύτερους ανθρώπους και πάνω από όλα συνειδητοποιημένους πολίτες. Βάζει τους ποδοσφαιριστές του να συμμετέχουν σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, έχει παίξει μαζί τους σε παράσταση μπαλέτου, σε συναυλία, τους έχει οργανώσει έκθεση ζωγραφικής, έχει συγγράψει βιβλίο μαζί τους και μαζί με όλα αυτά κατάφερε μέσα σε 5 χρόνια να καταπιεί τρεις κατηγορίες, να κατακτήσει πέρυσι το κύπελλο Σουηδίας και να αποκλείσει φέτος το μεγαθήριο που λέγεται Γαλατασαράι.
Παρόλα αυτά την μεγαλύτερη ικανοποίηση την νιώθει όταν βλέπει παιδάκια στον δρόμο με φανέλες της Έστερσουντ, σε μία πόλη ποθ μέχρι την άφιξή του είχε μηδενική ποδοσφαιρική παράδοση. Γι’ αυτόν το ποδόσφαιρο δεν είναι θέμα ενός στείρου 3-5-2 ή 4-4-2 (τα οποία χρησιμοποιεί εναλλάξ), αλλά θέμα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού.
Είναι ένας από τους μόλις 7 Άγγλους τεχνικούς που εργάζονται στο εξωτερικό, μα σίγουρα ο πιο πετυχημένος. Το αναθεωρητικό του έργο στην Έστερσουντ συγκρίνεται με αυτό του Ρόι Χόντσον, ο οποίος έστησε από το μηδέν το ποδοσφαιρικό οικοδόμημα στη Σουηδία.
Μπορεί να είναι ο υπ’ αριθμόν ένα σε δημοφιλία πολίτης της πόλης του χειμώνα, αλλά δεν είναι ένας ταπεινός υπηρέτης στο σπίτι, όπου κάνουν κουμάντο η Ρέιτσελ, ο 7χρονος Τζέιμι και τα δίδυμα 1,5 έτους (Σαμ και Θίο) που προστέθηκαν στην παρέα. «Κάποιοι μου έλεγαν ότι είναι αδύνατον να παίξουμε στην μεγάλη κατηγορία, μετά μου έλεγαν ότι ήταν αδύνατον να πάρουμε το κύπελλο και μετά ότι ήταν αδύνατον να αποκλείσουμε την Γαλατασαράι. Σε μένα τα λένε αυτά; Η λέξη «αδύνατον» ήταν η πρώτη που έμαθα στα σουηδικά»…
πηγή: FORZA