Βέρα Αθηναία, αλλά και βέρα φίλαθλος του ΠΑΟΚ. Η Πωλίνα «βαπτίστηκε» στα ασπρόμαυρα τις καλές εποχές της ομάδας μπάσκετ του Δικεφάλου και έκτοτε παραμένει …πιστή.
Η γνωστή τραγουδίστρια εξιστορεί στη FORZA το πώς και το πότε δέθηκε με τον ΠΑΟΚ, ανακαλύπτοντας στην πορεία αυτής της «σχέσης» ότι τα κύρια χαρακτηριστικά της έντονης προσωπικότητάς της ταυτίζονται μ’ αυτά των οπαδών του Δικεφάλου.
«Ορισμένα πράγματα στη ζωή γίνονται καρμικά ή ενστικτωδώς. Εγινα ΠΑΟΚ το 1992, όταν δούλευα στη Θεσσαλονίκη κατά τη χειμερινή περίοδο. Και θυμάμαι ότι είχαμε μεγάλη επιτυχία, αφού αρχικά είχαμε προγραμματίσει 20 παραστάσεις και καθίσαμε για τρεις ολόκληρους μήνες» υπογράμμισε αρχικά, και συνέχισε:
«Στο μαγαζί που τραγουδούσα, μαζεύονταν η αφρόκρεμα της πόλης. Και ανάμεσα στις παρέες βρίσκονταν ο συγχωρεμένος καρδιοχειρουργός Παναγιώτης Σπύρου, που ήταν φίλαθλος του Άρη και ο επίσης καρδιοχειρουργός Βασίλης Χαλβατζούλης, γνωστός ΠΑΟΚτσής. Και συχνά τους έβλεπα να τσακώνονται για τις οπαδικές τους προτιμήσεις. Κάποια στιγμή, μου πρότειναν να τους ακολουθήσω στο Παλέ Ντε Σπορ και να παρακολουθήσω μαζί τους από τις θέσεις των επισήμων ένα από τα μεγάλα ντέρμπι της εποχής μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Άρη. Και περίμεναν να δουν τις αντιδράσεις μου, περίμεναν να δουν ποια ομάδα θα υποστήριζα.
Μου έλεγαν ότι δεν θα μπορούσα να παραμείνω ουδέτερη και ότι θα έπρεπε να διαλέξω …στρατόπεδο. Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπα από κοντά εκείνη τη σπουδαία ομάδα του ΠΑΟΚ. Κι όταν σηκώθηκε ο Κόρφας, με εκείνο το πολύ ιδιαίτερο στυλ, για να σουτάρει τρίποντο και ευστόχησε, εγώ ενστικτωδώς σηκώθηκα από τη θέση μου και πανηγύρισα σαν τρελή. Αυτό ήταν. Και επειδή εκείνη τη μέρα είχαμε νικήσει, ο Νίκος Βεζυρτζής μ΄ «έσερνε» για όλη τη χρονιά στο γήπεδο.
Με θεωρούσε το γούρι της ομάδας, είχα γίνει κάτι σαν μασκότ του ΠΑΟΚ. Και στο τέλος της σεζόν πανηγυρίσαμε την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Το θέμα είναι ότι την πρώτη φορά, που είδα από κοντά την ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟΚ, κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να γίνω φίλαθλος καμιάς άλλης ομάδας».
Μια χρονιά, πάντως, αργότερα, χάθηκε για τον ΠΑΟΚ η μεγάλη ευκαιρία να κατακτήσει το κύπελλο πρωταθλητριών στο φάιναλ-φορ του ΣΕΦ.
«Εκεί βίωσα τη μεγαλύτερη στεναχώρια. Θυμάμαι ότι ήμουν μαζί με τον Παύλο Χαϊκάλη, τον οποίο είχα ….παρασύρει και τον είχα κάνει ΠΑΟΚτσή. Μετά τον χαμένο ημιτελικό με την Μπενετόν Τρεβίζο δεν μιλιόμασταν…Μεγάλη πίκρα».
Μέχρι το 1992 δεν είχατε έστω κάποια συμπάθεια προς κάποια ομάδα;
«Παρακολουθούσα αγώνες μπάσκετ, ήταν κάτι που μου άρεζε. Και πιο πολύ τον Πανιώνιο, μια και έχω γεννηθεί στη Νέα Σμύρνη και είναι η ομάδα, που αντιπροσωπεύει την συγκεκριμένη περιοχή. Εκεί μεγάλωσα, σε εκείνο το γήπεδο έκανα συχνά προπονήσεις ως αθλήτρια του μήκους, εκεί πήγαινα σχολείο, στην Ευαγγελική σχολή, δίπλα στην έδρα του Πανιωνίου. Ήμουν καλή στο μήκος, αλλά το άφησα όταν πέρασα στη σχολή της γαλλικής φιλολογίας. Εγώ ήθελα να πάω στη σχολή καλών τεχνών, το πάθος μου ήταν-και είναι- η ζωγραφική, αλλά ο πατέρας μου είχε άλλη γνώμη…».
Θυμάστε κάποιο ιδιαίτερο περιστατικό, παρακολουθώντας από κοντά κάποιο παιχνίδι του ΠΑΟΚ στην Αθήνα;
«Αξέχαστος ήταν ο τελικός κυπέλλου εναντίον του Ολυμπιακού το 2001 στη Ν. Φιλαδέλφεια. Ημουν μαζί με τον σύντροφο μου, οπαδό του Ολυμπιακού και τον συγχωρεμένο τραγουδιστή Γιώργο Καραγιαννάκη, που υπήρξε πολύ καλός μου φίλος, και είχε έρθει από τη Θεσσαλονίκη. Βλέπαμε το παιχνίδι από την κεντρική θύρα, ανάμεσα σε οπαδούς του Ολυμπιακού, που γρήγορα εκνευρίστηκαν, αφού είχαμε προηγηθεί από νωρίς στο σκορ. Κάποια στιγμή στο β΄ ημίχρονο, όταν πλέον ο αγώνας είχε κριθεί, άρχισε να πέφτει ξύλο στο χώρο των επισήμων μεταξύ μεμονωμένων ΠΑΟΚτσήδων και οπαδών του Ολυμπιακού και φοβηθήκαμε μήπως το πράγμα χειροτερέψει ακόμη περισσότερο. Τελικά, η κατάσταση εκτονώθηκε. Ηθελα να παραμείνω στο γήπεδο και μετά τη λήξη του αγώνα για να δω την απονομή του κυπέλλου στους παίκτες μας, αλλά ήταν κάτι που δεν θα ….άντεχε ο σύντροφος μου».
Εχοντας ζήσει κατά καιρούς τις αντιδράσεις στο γήπεδο των ΠΑΟΚτσήδων, πώς θα τους χαρακτηρίζατε;
«Οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ είναι αληθινοί, αυθεντικοί, καβγατζήδες, παρορμητικοί. Κι αυτός ο συνδυασμός των βόρειων με το στοιχείο του ΠΑΟΚ είναι αυτό που πραγματικά με αντιπροσωπεύει, άσχετα από το που γεννήθηκα και το που μεγάλωσα».
Σήμερα παρακολουθείτε την πορεία του ΠΑΟΚ, είτε σε μπάσκετ, είτε σε ποδόσφαιρο;
«Ναι, αν και δεν είμαι τόσο φανατική με το ποδόσφαιρο. Και να ξέρετε ότι ζω σ’ ένα σπίτι Ολυμπιακών, στριμώχνομαι λίγο, αλλά τα φέρνω βόλτα. Γιος, πατέρας είναι …βαμμένοι «ερυθρόλευκοι», αλλά εγώ παραμένω πιστή στο ασπρόμαυρο. Ειδικότερα για την ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟΚ, θεωρώ ότι γίνεται φέτος μια νέα αρχή και είναι στο χέρι των υπευθύνων να την καταστήσουν, στη διάρκεια της χρονιάς, πιο ισχυρή. Τώρα που βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη, θα επιδιώξω να βρεθώ στο Παλατάκι και να δω από κοντά ένα παιχνίδι της ομάδας. Αύριο (σ.σ. Κυριακή) θα είμαι στην Αθήνα και δεν θα μπορέσω να πάω στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό. Το άλλο Σάββατο, όμως, θα είναι μια καλή ευκαιρία, που παίζουμε νωρίς το απόγευμα με τον Πανιώνιο».
Μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, ο κόσμος της Θεσσαλονίκης, κι όχι μόνο, έχει την ευκαιρία να σας βλέπει και να σας ακούει από κοντά στην παράσταση «The Show Must Go On».
«Στο Θέατρο Βεργίνα έχει ανέβει μια υπερπαραγωγή με την αναβίωση των 80s και 90s, και η οποία άρχισε πριν έξι –επτά χρόνια. Και το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι ο μέσος όρος ηλικίας όσων παρακολουθούν τις παραστάσεις είναι 20-25 χρόνων. Πάντα πίστευα ότι οι ομάδες κάνουν τη διαφορά, κι έτσι κάνουμε τώρα μαζί με τη Σοφία Αρβανίτη, τη Σαμπρίνα, τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο και τον Κώστα Μπίγαλη. Το τελικό αποτέλεσμα ξεπερνά κάθε προσδοκία και μπορεί να συγκριθεί με αντίστοιχα θεάματα σε μεγάλα θέατρα του εξωτερικού. Προσωπικά, κάθε φορά που έρχομαι στη Θεσσαλονίκη νιώθω πολύ καλλιτέχνης, νιώθω μια ισορροπία στα πράγματα, νιώθω την αισθητική των ανθρώπων γύρω μου».
Πηγή: FORZA