Ο Θαντ ΜακΦάντεν αγωνίστηκε πέρυσι στον ΠΑΟΚ. Φέτος επέστρεψε στην Ελλάδα και από τότε που ήρθε στην Κύμη κάνει… «όργια»! Έχει μέσο όρο 24,8 πόντων και με 53,6% στα τρίποντα έχει βαλθεί να τη σώσει και να την κρατήσει στη μεγάλη κατηγορία.
Ο Αμερικανός μίλησε στον «Libero 107,4» και για τη φετινή σεζόν, αλλά και για το πέρασμά του από τον ΠΑΟΚ…
Για την παρουσία του στον Δικέφαλο πέρσι, για αυτά που έμαθε και μαθαίνει για την ομάδα είπε: «Έμαθα πολλά από την παρουσία μου στον ΠΑΟΚ. Έμαθα πως να έχω περισσότερη υπομονή στο παιχνίδι μου. Σίγουρα, η εμπειρία του Basketball Champions League, το να αντιμετωπίζω τους καλύτερους από κάθε χώρα, ήταν πολύ καλή για μένα. Στο τέλος της ημέρας, όμως, μιλάμε για μπάσκετ. Μπορεί να είναι στην Ευρωλίγκα, μπορεί να είναι στο ΝΒΑ, μπορεί να είναι το Champions League. Η εμπειρία μου στον ΠΑΟΚ ήταν σίγουρα καλή για μένα. Μου έμαθε να διαβάζω καλύτερα τις καταστάσεις μέσα στο παιχνίδι. Έμαθα πολλά και τα έφερα μαζί μου σε αυτήν τη σεζόν. Το ελληνικό μπάσκετ έχει πάρα πολλή τακτική. Σε κάποιες άλλες χώρες, ο ρυθμός είναι υψηλότερος, αλλά εγώ έχω μάθει αρκετά από αυτό».
Για την επιστροφή του στον ΠΑΟΚ η οποία συζητήθηκε νωρίτερα μέσα στη σεζόν: «Ήμασταν σε συζητήσεις με τον ΠΑΟΚ, αλλά δεν προχώρησε και από τις δύο πλευρές. Δεν ήταν ότι δε με ήθελαν ή ότι δεν ήθελα να έρθω εγώ. Ήταν κάποιες συνεχόμενες συζητήσεις, αλλά όπως είπα και πριν, όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο. Είμαι εδώ τώρα και είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό. Δεν υπάρχουν άσχημα συναισθήματα για τον ΠΑΟΚ, ίσα-ίσα έχω αγάπη για αυτόν το σύλλογο. Έτσι είναι το επάγγελμα. Κάποια παιδιά στον ΠΑΟΚ, ήταν σαν οικογένεια για μένα επίσης! Έχουμε επικοινωνία με κάποιους, όταν επέστρεψα για ένα φιλικό προετοιμασίας το καλοκαίρι (σ.σ. με την Κάρπος Σοκόλι), υπήρχε πολλή αγάπη για μένα».
Για τη δεύτερη εμπειρία του στην Ελλάδα μετά το πέρασμα του από τον ΠΑΟΚ: «Η Ελλάδα είναι μια πολύ όμορφη χώρα. Το μπάσκετ είναι σε υψηλό επίπεδο και νιώθω καλά εδώ. Η δεύτερη φορά, είναι το ίδιο καλή με την πρώτη».
Για την παρουσία του στην Κάρπος Σοκόλι και τα προβλήματα που είχε εκεί: «Ήταν λίγο μια άτυχη κατάσταση εκεί. Υπήρχαν οικονομικά προβλήματα, η ομάδα δε μπορούσε να πληρώσει τους παίκτες. Είναι ευλογία για εμένα που επέστρεψα στην Ελλάδα. Είμαι φανατικός υποστηρικτής του «όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο». Ήταν μια εμπειρία που μου έμαθε κάτι. Συνέβη, αλλά τώρα είμαι εδώ και είμαι χαρούμενος γι’αυτό».
Για τo ξεκίνημά του στην Κύμη που έχει συνδυαστεί με αρκετές νίκες και το στόχο της παραμονής: «Ακόμα και πριν έρθω στην ομάδα, υπήρχε ένα πολύ καλό ρόστερ. Στο ελληνικό πρωτάθλημα, όταν παίρνεις μία-δύο νίκες, μπορείς να φτιάξεις το μομέντουμ σου. Είμαστε μια πολύ καλή ομάδα και τώρα, έχουμε και το μομέντουμ μαζί μας. Εγώ και ο Κάιζερ, που είμαστε οι δύο τελευταίες προσθήκες στην ομάδα, προσπαθούμε να βγάλουμε ενέργεια. Η ομάδα ήταν καλή και πριν έρθουμε εμείς, απλά υπήρχαν κάποιες ατυχίες με τραυματισμούς».
Για τη δική του απόδοση και τα πολύ υψηλά νούμερα του: «Ο προπονητής χρησιμοποιεί τον κάθε παίκτη στη θέση που πρέπει, για να είναι επιτυχημένος. Εγώ απλά, εκμεταλλεύομαι τις ευκαιρίες που παίρνω. Έχουμε πολλούς παίκτες σε αυτήν την ομάδα που μπορούν να σκοράρουν 20 και 30 πόντους και αυτό είναι κάτι που μας κάνει μια καλή ομάδα. Προσπαθούμε όμως, να συγκεντρωθούμε περισσότερο στην άμυνα. Οι περισσότεροι βλέπουν τους πόντους που πετυχαίνεις, αλλά το μπάσκετ δεν είναι μόνο αυτό. Δεν είναι ο κύριος λόγος που η ομάδα μας κερδίζει. Όλοι κάνουμε καλή δουλειά, αλλά δεν είμαστε ικανοποιημένοι. Συνεχίζουμε να δουλεύουμε και να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε».
Για την άμεση προσαρμογή του στην Κύμη και τους λόγους που συνέβη: «Είναι μια μεγάλη οικογένεια εδώ! Από τους προπονητές, από τη διοίκηση, από τους συμπαίκτες μου. Όταν πήγαινα στην Κύμη, που ήταν στο 0-6 στο πρωτάθλημα τότε, σκεφτόμουν ότι θα υπάρχουν κατεβασμένα κεφάλια. Όλοι όμως, ήταν χαρούμενοι, όλοι έδιναν κουράγιο, ο ένας στον άλλον και ήταν εύκολο για μένα να προσαρμοστώ. Ο προπονητής είναι καλός, στο να μας βάζει σε καταστάσεις μέσα στο παιχνίδι, στις οποίες μπορούμε να είμαστε επιτυχημένοι. Ξέρει τι παίκτης είμαι εγώ και οι συμπαίκτες μου, μας βάζει στις σωστές θέσεις και το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να έχουμε αρκετή αυτοπεποίθηση για να κάνουμε τη δουλειά μας. Το προπονητικό επιτελείο έχει όλο το σεβασμό μου, όπως και οι συμπαίκτες μου. Ήταν πραγματικά εύκολο για μένα, από τη στιγμή που ήρθα σε μια ομάδα-οικογένεια».
Για το παιχνίδι που ακολουθεί στην Αμαλιάδα με τον Κόροιβο: «Οποιοδήποτε παιχνίδι στην Ελλάδα είναι δύσκολο, ειδικά όμως τα εκτός έδρας. Ξέρουμε ότι πρόκειται για μια ομάδα που παίζει σε υψηλό ρυθμό, με μεγάλη ενέργεια. Εμείς, όμως, προπονούμαστε πολύ σκληρά, έχουμε μεγάλη αυτοπεποίθηση και πιστεύουμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε οποιαδήποτε ομάδα. Θέλουμε πολύ να κερδίσουμε αυτό το παιχνίδι, γιατί θα είναι ένα ακόμα βήμα προς το στόχο μας. Εκτελούμε το πλάνο του προπονητή μας και νιώθουμε πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση».