Ο Γιώργος Βασιλειάδης τόνισε πως οι ομάδες δεν είναι υποχρεωμένες να δεχτούν την πρότασή του, με την επιλογή να βρίσκεται στην κρίση τους.
Συνέντευξη του Γιώργου Βασιλειάδη φιλοξενείται στη «Νέα Σελίδα» της Κυριακής (22/7), με τον υφυπουργό Αθλητισμού να απαντά στα μεγάλα ζητήματα του ελληνικού ποδοσφαίρου.
O κ. Βασιλειάδης εξηγεί γιατί πρότεινε την αναδιάρθρωση, αλλά και γιατί επιμένει στη μείωση των ομάδων στη Super League, ενώ παραθέτει και τους βασικούς άξονες του πενταετούς πλάνου ώστε στη λήξη του το επαγγελματικό ποδόσφαιρο «να καταφέρει να αυτοσυντηρείται, χωρίς να χρειάζεται τη με κάθε τρόπο συνδρομή της Πολιτείας».
Στο μεταξύ, ο υφυπουργός Αθλητισμού ξεκαθαρίζει στην ερώτηση «μήπως τελικά είστε υπουργός του ποδοσφαίρου;», ότι… «Το να χαρακτηριστούμε υπουργείο ποδοσφαίρου απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα. Προφανώς και μας ενδιαφέρει ο επαγγελματικός αθλητισμός, επιζητώντας να τεθούν θεσμοί και κανόνες και να δημιουργηθούν βιομηχανίες θεάματος με αντίκτυπο και στην οικονομία. Την ίδια στιγμή όμως κάνουμε συνεχείς παρεμβάσεις σε όλους τους τομείς της αθλητικής ζωής της χώρας. Συγκρουόμαστε με κατεστημένα και νοοτροπίες δεκαετιών. Λύνουμε προβλήματα χρόνια και προσπαθούμε να ξαναβάλουμε το αθλητικό μοντέλο σε ρυθμούς κανονικότητας».
Όσο για την απάντηση στις κατηγορίες περί εκβιασμού που εξαπολύουν παράγοντες του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, απαντά: «Αυτά είναι αστειότητες – και εξηγούμαι: δεν είναι υποχρεωμένες οι ομάδες να δεχτούν την πρότασή μας. Μας ζήτησαν να βοηθήσουμε κι εμείς τους κάναμε μια πρόταση με την οποία εκτιμάμε ότι θα γίνει και πάλι το προϊόν του επαγγελματικού ποδοσφαίρου εμπορικό και ισχυρό, ώστε μετά την πενταετία να καταφέρει να αυτοσυντηρείται χωρίς να χρειάζεται τη με κάθε τρόπο συνδρομή της Πολιτείας. Αν τώρα οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου εκτιμούν ότι δεν είναι καλή η πρότασή μας, τότε ειλικρινά τους ευχόμαστε αυτό που έχουν στο μυαλό τους να είναι το σωστό και να έχουν καλή τύχη στις πρωτοβουλίες που θα πάρουν. Επιλέγουν και παίρνουν, δεν υπάρχει επομένως κανένας εκβιασμός. Υπάρχει μια ρεαλιστική πρόταση, η οποία ούτε επιβάλλεται ούτε μεταβάλλεται».