Ο τεχνικός της Τσέλσι, Μαουρίτσιο Σάρι πολύ θα ήθελε να φουμάρει ένα τσιγαράκι στον πάγκο της Τούμπας στην πρεμιέρα της Πέμπτης στους ομίλους του Europa League
«Η ζωή μου όλη είναι μια ευθύνη, όλα μου τα παίρνει τίποτα δε δίνει. Η ζωή μου όλη είναι ένα καμίνι, που ‘χω πέσει μέσα και με σιγοψήνει. Η ζωή μου όλη μια ανοησία κι η μοναδική μου η περιουσία. Η ζωή μου όλη είναι μια θυσία, που σκοπό δεν έχει ούτε σημασία». Αυτόν τον ύμνο του Άκη Πάνου, θα μπορούσε να τον σιγοτραγουδάει αν ήξερε λίγα ελληνικά, με συντροφιά άλλο ένα ρημάδι, από αυτά τα τσιγάρα, που του έχουν κιτρινίσει τα δάχτυλα από την νικοτίνη και έχουν μαυρίσει τα πνευμόνια του από την πίσσα.
Είχε φτάσει τα 40 και είχε μπροστά του μία στρωμένη καριέρα στο… τίποτα, στην διαχείριση των χρημάτων των άλλων, μες τους χαρτογιακάδες. Είχε περάσει την μισή του ζωή πίσω ένα γκισέ, ως τραπεζικός υπάλληλος, στην Αγγλία, την Ελβετία, την Γερμανία, το Λουξεμβούργο, όμως το σαράκι του ήταν άλλο.
Ο πατέρας του -ένας ερασιτέχνης ποδηλάτης- είχε εγκαταλείψει την μεγάλη του αγάπη για να δουλέψει στους γερανούς στην Βόρεια Ιταλία. Ο Μαουρίτσιο Σάρι δεν ήθελε να κάνει το ίδιο λάθος και να αναρωτιέται μια ζωή what if?
Δεν είχε παίξει ποτέ μπάλα σε επαγγελματικό επίπεδο, μόνο χαλαρά με φίλους. Ωστόσο ήταν γεννημένος προπονητής. Το ήξερε. Έπρεπε να το αποδείξει και στους άλλους.
Ξεκίνησε στις αρχές των 90’s από την Στία, μία ομάδα ερασιτεχνών στο Αρέτσο. Συνέχισε με την Φαελέσε, την Καβρίλια, την Ατνέλα, την Βαλντέμα και την Τεγκολέτο. Άρχισε να εθίζεται. Κάθε χρόνο και διαφορετική «πίστα». Μέχρι που το πήρε απόφαση. Τράπεζα τέλος.
Έκτοτε, δεν ξαναφόρεσε ποτέ γραβάτα ή πουκάμισο εν ώρα εργασίας. Μόνο φόρμες, κι ένα polo από μέσα. Πάντα σκούρο. Μπλέ ή μαύρο. Ως προληπτικός πιστεύει ότι μόνο αυτά τα χρώματα του φέρνουν γούρι. Σε 25 χρόνια προπονητικής άλλαξε 18 ομάδες. Ένας νομάς της προπονητικής. Ένας εραστής των πάγκων.
Εμμονικός με την τακτική. Στα χρόνια της Σανσοβίνο, ένας δημοσιογράφος τον είχε βαφτίσει ως «κύριο 33 συστήματα», διότι είχε 33 διαφορετικές κομπίνες για τα στημένα! Ακόμα και όταν δούλευε στις μικρές κατηγορίες είχε την μούρλα να σηκώνει ένα drone με μία ενσωματωμένη κάμερα για να παρατηρεί τι πήγε στραβά στις προπονήσεις και να το διορθώνει την επόμενη ημέρα. Γι’ αυτό το ποδόσφαιρο είναι τάξη, οργάνωση, (προ)ετοιμασία, γνώση. Αν είσαι προετοιμασμένος για όλα τα ενδεχόμενα από την προπόνηση, τότε τίποτα μες το γήπεδο δεν γίνεται να σε εκπλήξει. Λογική τραπεζικού υπαλλήλου.
Όταν ο Ράφα Μπενίτεθ άφησε την Νάπολι, τα μεγάλα φαβορί ήταν ο Γιούργκεν Κλοπ και ο Ουνάι Έμερι. Όταν ο (επίσης τρελάρας) Αουρέλιο Ντε Λαουρέντις αποφάσισε να εμπιστευτεί έναν 55χρονο βέρο Ναπολιτάνο με μηδέν τίτλους και κορυφαία προπονητική εμπειρία την Έμπολι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα είπε το αμίμητο: «Μαουρίτσιο… ποιός;». Εκείνος ήταν σίγουρος. «Δεν θέλω κλειστό συμβόλαιο, αλλά για 1+4 χρόνια. Αν σας αποδείξω ότι κάνω, τότε κρατήστε με για πάντα», είπε στις διαπραγματεύσεις, αφήνοντας όλο τον κόσμο με ανοιχτό το στόμα.
Στην πρώτη προπόνηση των παρτονοπέι, εμφανίστηκε με ένα φλιτζάνι εσπρέσο και την ώρα, που οι παίκτες άρχισαν τις διατάσεις έσκασε το πρώτο τσιγάρο. Οι «παπαράτσι» πήραν φωτιά, οι «τιφόζι» τρελάθηκαν.
Επί των ημερών του η Νάπολι έπαιξε το καλύτερο ποδόσφαιρο της ιστορίας της. Καλύτερο κι από ότι με τον μεγάλο Ντιέγκο στο γήπεδο. Την πρώτη χρονιά ο Γκονζάλο Ιγκουαΐν έσπασε το ρεκόρ σκοραρίσματος για μία σεζόν με 36 γκολ και η Νάπολι βγήκε πρωταθλήτρια χειμώνα για πρώτη φορά μετά από 26 χρόνια. Όταν αυτός πωλήθηκε στην Γιουβέντους, οραματίστηκε τον Ντρίες Μέρτενς σε ρόλο false nine κι εκείνος απάντησε με 28 γκολ. Την πρώτη σεζόν πήρε 82 πόντους (με 80 γκολ), την δεύτερη 87 (με 90 γκολ), την τρίτη 91 (με 77 γκολ). Ότι κι αν έκανε όμως, η Γιουβέντους ήταν ανίκητη. Πρωτάθλημα δεν πήρε.
Είναι old school. Αντισυμβατικός, παράταιρος με την δηθενιά. Είναι αθυρόστομος κι έχει κατηγορηθεί ως φαλλοκράτης. Ναι, είναι αλλόκοτος. Γι’ αυτό και στα 59 του δεν δίστασε να τα τινάξει όλα στον αέρα, να παρατήσει την έτοιμη στρωμένη Νάπολι για να κάνει χωριό με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς στο Λονδίνο. Το μόνο του πρόβλημα μέχρι στιγμής στην Τσέλσι ότι δεν μπορεί να βρει έναν εσπρέσο της προκοπής κι ότι αναγκάζεται μες το γήπεδο να μασάει φίλτρα τσιγάρων, που όσο κι αν τα ρουφάει καπνό δεν βγάζουν…
Ο Πίρλο της Τσέλσι!
Αν το ποδόσφαιρο του Σάρι είναι μία θρησκεία, τότε ο Ζορζίνιο είναι ο καλύτερος του ιεροκήρυκας. Ο Βραζιλιάνος deep lying midfielder είναι η προέκταση του στον αγωνιστικό χώρο, ο μόνος παίκτης που ζήτησε από τον Αμπράμοβιτς, όταν αποδέχθηκε την πρόταση της Τσέλσι, ο πρώτος παίκτης, που είχε πάρει όταν είχε υπογράψει στην Νάπολι.
Είναι ο σημαντικότερος κρίκος στην αλυσίδα του, αυτός που ενώνει τις γραμμές, αυτός που παίρνει την πρώτη μπάλα, το αλάνθαστο κομπιούτερ στα χαφ, που έχει τις περισσότερες επαφές από κάθε άλλον μες το ματς.
Μόλις στο τρίτο του επίσημο παιχνίδι με τους μπλε (απέναντι στην Νιούκαστλ) έσπασε το ρεκόρ συλλόγου με 158 εύστοχες πάσες (!) σε ένα παιχνίδι και μετέθεσε τον Ν’ Γκολό Καντέ σε θέση εσωτερικού χαφ.
Ο τρόπος που ο Σάρι μετέτρεψε μία παθητική / απωθητική ομάδα που έπαιζε 3-5-1-1, σε ένα σούπερ επιθετικό / ελκυστικό σύνολο που παίζει 4-3-3 σχεδόν με τα ίδια πρόσωπα δείχνει το πόσο τεράστιος προπονητής είναι.
Ίδια πρόσωπα, άλλοι παίκτες
Ποτέ του δεν ζήτησε πολλές και τρελές μεταγραφές. Στην πρώτη του σεζόν στην Νάπολι πήρε μαζί του, τους εντελώς άγνωστους τότε Χισάι, Ζορζίνιο, Άλαν και τους μετέτρεψε σε παίκτες παγκόσμιας κλάσης. Όταν έφυγε ο Ιγκουαΐν, απλώς πρόσθεσε βάθος στο ρόστερ, χωρίς να πάρει νέους σταρ. Μαζί του έπαιξαν το καλύτερο ποδόσφαιρο της ζωής του παίκτες όπως ο Καγεχόν, ο Μέρτενς, ο Κουλιμπαλί που ήταν υπό διωγμό.
Μπορεί στην Τσέλσι να είχε όλα τα λεφτά του κόσμου, μα αγόρασε μόνο δύο παίκτες. Τον λατρεμένο του Ζορζίνιο και αναγκαστικά έναν τερματοφύλακα (Κέπα) μετά την αποχώρηση του Κουρτουά, ενώ ήρθε δανεικός και ο Κόβατσιτς από την Ρεάλ Μαδρίτης.
Μαζί του αναγεννήθηκε ο σχεδόν τελειωμένος Νταβίντ Λουίζ. Μαζί του αναστήθηκε ο Πέδρο, ο οποίος σκοράρει ένα γκολ ανά 88 αγωνιστικά λεπτά. Μαζί του, ο Μάρκος Αλόνσο (σε άλλο ρόλο, χωρίς τριάδα στόπερ πίσω του) παίζει ως ο καλύτερος αριστερός μπακ στον κόσμο. Μαζί του, ο Μοράτα βρήκε την χαμένη του αυτοπεποίθηση. Μαζί του, συστήθηκε ξανά ο χαμένος Ρος Μπάρκλεϊ.
Εδώ ο άνθρωπος δεν φοβήθηκε να πάρει το κορυφαίο εξάρι στον πλανήτη (Ν’ Γκολό Καντέ) και να τον κάνει ένα υπερ-μοντέρνο οκτάρι, που πατάει πια κάθε εκατοστό του γηπέδου, τι να λέμε τώρα; Αν προσθέσει κανείς την σταθερή αξία που λέγεται Αζάρ και τους σοβαρούς ρολίστες Ζιρού, Ουίλιαν, Αθπιλικουέτα, Κρίστενσεν, Φάμπρεγκας, Μόουζες (οι τελευταίοι τρεις είναι τα θύματα της φυγής Κόντε), τότε έχουμε ένα ρόστερ που μπορεί να πάει all the way.
Πηγή : FORZA