Είναι μία λέξη που δεν μεταφράζεται. Ούτε ερμηνεύεται. Αμπαλαέα. Αν δεν την ξέρεις, δεν μπορεί να στην εξηγήσει κάποιος. Είναι ο ίδιος ΠΑΟΚ, ο οποίος προσπάθησε μέσα σε ένα βράδυ να εξηγήσει στην οικουμένη τον τρόπο με τον οποίο αυτοπροσδιορίζεται.
Γεια σας. Θα πρέπει να συστηθούμε ξανά. Είμαι η Claudia Paredes και γράφω στην Globe de dias. Claudia συγγνώμη αν σου πήρα την διαπίστευση, νομίζω ότι κάτι έγινε και δεν ήρθες τελικά. Εσύ έχασες. Είμαι σίγουρος ότι αυτό που θα έβλεπες δεν το έχεις ξαναδεί, αν και δεν ξέρω αν αυτό θα σε άγγιζε ή αν θα καταλάβαινες κάτι από όλα αυτά που είδες. Δεν ξέρω πόσες αιτήσεις για διαπίστευση έγιναν από κάθε μέρος του πλανήτη. Νομίζω ότι η Τούμπα θα γέμιζε μία θύρα μόνο με δημοσιογράφους αυτό το βράδυ.
Πήρα την δική σου κατά τύχη ή κατά λάθος, δεν έχει σημασία. Ελπίζω να μην μου κρατάς κακία.
Ιστορίες. Ιστορίες. Ο καθένας θα έχει και μία δική του για να διηγηθεί. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο, ο ομαδικός αθλητισμός. Ιστορίες. Η προσωπική σου σύνδεση με την ιστορία που γράφεται. Αυτό που θα έχεις να διηγείσαι, να θυμάσαι, να σε ακολουθεί, να σε διαμορφώνει.
Ιστορίες. Αυτό είναι το μόνο που ακούω από το βράδυ του Σαββάτου, όταν κι εγώ έφυγα σκαστός για να κάνω 504+504 χιλιόμετρα σε κάτι σαν 36 ώρες.
Εγώ ήρθα από το Χιούστον. Εγώ από το Μόναχο. Άκουσα για κάποιον που ήρθε από την Ταϊλάνδη. Με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο. Ρεφενέ. Σκαστοί από δουλειές. Σκαστοί από σπίτι. Από παντού. Άλλοι χωρίς φράγκα. Άλλοι χωρίς εισιτήριο για το γήπεδο. Άλλοι χωρίς να ξέρουν πως θα γυρίσουν. Από Γρεβενά. Από Κοζάνη. Από Καστοριά. Από όλη την Μακεδονία. Από την Κρήτη. Ένας ταξιτζής πήρε το ταξί του κι ανέβηκε μόνος από την Αθήνα.
Έμαθα για κάποιον που αυτοτραυματίστηκε για να μην πάει στην δουλειά και ήρθε με πατερίτσες στο γήπεδο.
Άλλοι ήταν αποφασισμένοι να το πάνε σερί ως το πρωί για να πάνε στην δουλειά.
Ο ΠΑΟΚ δεν είναι μόνο τα 90 λεπτά μες το γήπεδο, αλλά τρόπος ζωής 24 το 24ωρο, 7 μέρες την εβδομάδα. Είναι η βόλτα, το ταξίδι, η κουβέντα, τα τσίπουρα, οι φίλοι, η μίρλα, ο χουλιαμάς, το διαφορετικό, το αλατοπίπερο, η ζωή η ίδια.
Υπερβάσεις. Προσωπικές υπερβάσεις για να βρεθούν εκεί. Όχι μόνο σήμερα που γράφτηκε ιστορία. Αυτό θα έλειπε να απουσίαζαν από κάτι που έγινε για πρώτη φορά μετά από 34 χρόνια. Είναι εκεί σε κάθε ματς, σε όποιον τρόπο μπορούν. Άλλοτε ψυχή τε και σώματι, άλλοτε μόνο ψυχή. Για να υποστηρίζεις τον ΠΑΟΚ έπρεπε να κάνεις προσωπικές υπερβάσεις. Να νικάς την ανθρώπινη φύση που έχει την τάση να υποστηρίζει τον δυνατό, τον δυνάστη, αυτόν που κερδίζει συχνά. Να είσαι έτοιμος για την καζούρα στο σχολείο, στην δουλειά, στο σπίτι.
Η τρέλα του μέσου οπαδού του ΠΑΟΚ φωτογραφίζεται στον Φάνη. Τον διάσημο οπαδό του ΠΑΟΚ που ξεκίνησε από την Θεσσαλονίκη με το παπάκι και μία τεράστια σημαία για τον περσινό τελικό κυπέλλου του ΟΑΚΑ και πάλι πίσω. Όλη μέρα έκοβε βόλτες μες την πόλη. Ευκολάκι για δαύτον.
Κάποιοι το λένε γραφικότητα. Καλτ. Υπερβολή. Η σχέση του μέσου οπαδού του ΠΑΟΚ με την ομάδα του είναι μία σχέση προσωπικής υπέρβασης. Γι’ αυτούς ο ΠΑΟΚ δεν είναι το δεύτερο καλύτερο πράγμα της ζωής τους. Μπαίνει μαζί με τα πρώτα. Λάθος; Σωστό; Μπαίνει. Κι αυτό δεν αλλάζει.
Οι ζωντανές συνδέσεις με Μελβούρνη, με Νέα Υόρκη, με Μόναχο και με… Ζάμπια δεν έγιναν τυχαία. Είναι ο ΠΑΟΚ. Αν δεν περιστοιχίζεσαι από αυτή την παράνοια είναι αδύνατον να την καταλάβεις, δεν χρειάζεται να την ερμηνεύσεις.
Όλοι αυτοί ή τουλάχιστον οι περισσότεροι από δαύτους ζούσαν μέσα σε μία ουτοπία. Για όλους αυτούς η σύνδεση τους με την ομάδα που υποστήριζαν ήταν μία διαρκής ανολοκλήρωτη ανταρσία. Ένα συνεχές αν. Δεν έγιναν ΠΑΟΚ για τους τίτλους, η αποτυχία, η στεναχώρια, η τραγωδία, η συντριβή, η αδικία, τα αδειανά χέρια έγιναν μέρος αυτής της παράλογης σχέσης. Σαν ένα αθλητικό πείραμα της Στοκχόλμης, μία σχέση με ισόβια δεσμά, μια διαρκής ομηρία με συναισθηματική, μα ποτέ υλική ανταπόδοση. Μία παράνοια.
Οπαδοί που έμαθαν να διαχειρίζονται κάθε είδους συντριβή και να βγαίνουν πιο δυνατοί από αυτή. Και τώρα; Τώρα πως μπορούν να διαχειριστούν όλοι αυτοί ένα πρωτάθλημα;
Θυμάμαι πως η εικόνα των πανηγυριών του κυπέλλου το 2003 στον τελικό με τον Άρη ήταν ένας ημίγυμνος οπαδός του ΠΑΟΚ με ένα τεράστιο ψεύτικο ομοίωμα ανδρικού μορίου, σε μία κατάσταση χάους στο γήπεδο με φωτιές στο γήπεδο και μία φάση απόλυτης αναρχίας από όλους.
Μέσα σε 15 χρόνια, αυτό που διοργάνωσε ο ΠΑΟΚ ήταν μία γιορτή υψηλότατου αισθητικού και ποιοτικού περιερχόμενου, που άγγιξε συναισθηματικές χορδές, ήταν εύστοχη, σφριγηλή, έντονη, δεν έκανε κοιλιές, ήταν σύγχρονη, στο κλίμα και τον ήχο της εποχής. Μία φιέστα που αν την έκανε η Γιουβέντους (που φοράει και τα ίδια χρώματα) θα ζηλεύαμε τους μπαγάδησες τους Ιταλούς που ξέρουν να γιορτάζουν.
Κι όταν κάποιοι μπούκαραν μέσα με σκοπό να γίνουν αυτοί οι πρωταγωνιστές της φάσης, το γήπεδο στις εξέδρες τους έβγαλε το ίδιο έξω. Τους έκανε να αισθανθούν άσχημα φωνάζοντας «πίσω, πίσω» και το κλασικό «πόσο… μπιπ είσαστε». Και εκείνοι ως δια μαγείας -πειθάρχησαν- βγήκαν!
Μια γιορτή που είχε τα πάντα. Είχε «ζουμιά». Πολλά «ζουμιά». Από μικρούς και μεγάλους. Τα περισσότερα έφυγαν όταν ο ΠΑΟΚ θυμήθηκε πρώτους αυτούς που έφυγαν νωρίς. Αυτούς που θα έπρεπε να ήταν εκεί και δεν ήταν. Μία γιορτή που είχε μοντέρνο ήχο, αλλά και τραγούδια για «ΠΑΟΚ και ξερό ψωμί», με ήχους από Πόντο. Μία γιορτή που είχε φαντασμαγορικά εφέ με φωτιές και τεράστιες οθόνες LED για να βλέπει όλο το γήπεδο, αλλά και μία γιορτή, με αυθεντικό συναίσθημα και «σήκωσε το». Μία γιορτή που ακροβατούσε επιτυχημένα ανάμεσα στον ΠΑΟΚ του παρελθόντος και τον ΠΑΟΚ του μέλλοντος.
Είχε τον Πασχαλάκη ντυμένο Superman, τον Βιεϊρίνια να μπαίνει αλλαγή με χιαστούς, τον Λέο Μάτος να μπουκάρει με εξάδα μπύρες, τον Βαρέλα να ουρλιάζει “σήκωσε το” σε άπταιστα ελληνικά, τον Ιβάν να προσκυνάει και να κάνει σαν μικρό παιδί. Σκέτη αμπαλεά, ορατή σε κάθε κύτταρο του συλλόγου.
Μία γιορτή με συμβολισμούς, σημειολογίες, ουσία, αλλά συναίσθημα, ήχο, χρώμα, άρωμα ΠΑΟΚ. Σαν ένα κατευόδιο στην γερασμένη και απαρχαιωμένη Τούμπα τα τσιμέντα της οποίας είδαν για πρώτη φορά λέιζερ, ηχοσυστήματα από τις κορυφαίες συναυλίες, γιγάντιες εξέδρες, φωτορυθμικά υπό τους ήχους της φωνής του Φρέντι Μέρκιουρι να τραγουδάει «We are the Champions». Τώρα πια κι αυτή μπορεί να κλείσει πια ήσυχη τα μάτια της, τώρα πια τα έχει δει όλα, τα έχει ζήσει όλα.
Γεια σας. Θα πρέπει να συστηθούμε ξανά. Είμαι η Claudia Paredes και γράφω στην Globe de dias. Ίσως θα χρειαστεί να ξαναστείλω αίτημα για διαπίστευση στην Τούμπα. Μου είπαν ότι αυτός ο ΠΑΟΚ, εκεί στην Ελλάδα είναι μία ομάδα που πάει να ξεπεράσει τα στενά σύνορα της χώρας της. Μία ομάδα που έσπασε τον γόρδιο δεσμό της με το παρελθόν και απελευθερωμένη πάει να πετάξει ψηλά. Κάποια μέρα -σύντομα- θα έρθω να δω από κοντά όσα αναγκαστικά βλέπω πια μόνο σε βιντεάκια στο Youtube. Αλήθεια, έχασα τέτοιο σκηνικό;