Ο Στέλιος Μαλεζάς ήταν παρόν και στα εύκολα και στα δύσκολα του ΠΑΟΚ. Βίωσε τα πάντα και γνώρισε δικαιολογημένα στο τέλος την αποθέωση από τον κόσμο.
Μια καριέρα δεκαπέντε ετών, σε άσπρο και μαύρο φόντο, φτάνει στο τέλος της. Μια διαδρομή που άρχισε το βαρύ χειμώνα του 2004 μέχρι τον πιο όμορφο Μάιο της «ασπρόμαυρης» ιστορίας.
Ο «Μάλε» άξιζε και παρά άξιζε να ζήσει ως ενεργό μέλος του ΠΑΟΚ τις μεγάλες στιγμές του συλλόγου. Θα ήταν κρίμα και άδικο, για ένα από τα καλύτερα παιδιά που έχουν περάσει από την Τούμπα τα τελευταία χρόνια, να μη ζήσει τη δόξα και το μεγαλείο, μα πάνω απ’ όλα το ζεστό χειροκρότημα της εξέδρας.
Το 1985 όταν ο ΠΑΟΚ είχε ξανά κατακτήσει το πρωτάθλημα, ο μόνος γεννημένος από την τωρινή πρωταθλήτρια ομάδα ήταν ο Στέλιος Μαλεζάς, που έκλαιγε βγάζοντας τα πρώτα του δοντάκια στην Κατερίνη, αφού ήταν μόλις τριών μηνών! Στην Κατερίνη και τις ακαδημίες με τις οποίες συνεργαζόταν ο «Δικέφαλος» ξεκίνησε η πορεία του προς τη Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε τον Ιανουάριο του 2004 ως μια από τις δέκα μεταγραφές της διοίκησης Γούμενου.
Πλησιάζοντας τα 19 του χρόνια, υπέγραψε συμβόλαιο στις 11 Ιανουαρίου του 2004, άρχισε να προπονείται με την πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ χωρίς πάντως να βρίσκει χώρο ούτε για τις αποστολές και κάπως έτσι πήγε δανεικός στον Ηρόδοτο, παίζοντας με την ομάδα της Κρήτης 31 αγώνες στο πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής, τη σεζόν 2004-05.
Το χειμώνα του 2005 τον συνάντησε τυχαία στα γραφεία της Τούμπας ο Νίκος Καραγεωργίου. Ο τότε προπονητής του «Δικεφάλου» ρώτησε «ποιος είναι αυτός ο… ψηλός», η απάντηση ήταν «ένας δικός μας παίκτης που αγωνίζεται στον Ηρόδοτο» και κάπως έτσι τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς έκανε την πρώτη του προετοιμασία στην Αυστρία, μέλος μιας ομάδας που μόλις είχε υποδεχθεί τον αρχηγό της πρωταθλήτριας Ευρώπης, Θόδωρο Ζαγοράκη στις τάξεις της.
Ο Γιώργος Κωστίκος, που διαδέχθηκε τον Καραγεωργίου, τον έριξε για πρώτη φορά με την «ασπρόμαυρη» φανέλα, που στο πίσω της μέρος είχε το νούμερο 15, στα… βαθιά νερά της Τούμπας. Ήταν χειμώνας του 2006, όταν πέρασε στη θέση του Χρήστου Καρυπίδη και αγωνίστηκε στα τελευταία 15 λεπτά της αναμέτρησης του ΠΑΟΚ με την Ξάνθη στις 15 Ιανουαρίου (1-0).
Αυτός που τον καθιέρωσε στην ενδεκάδα ήταν ο Φερνάντο Σάντος, καθώς με τον Πορτογάλο προπονητή στον πάγκο έκανε δύο «γεμάτες» σεζόν ως βασικός παρτενέρ του Πάμπλο Κοντρέρας. Στις 25 Νοεμβρίου του 2007 πέτυχε το πρώτο του γκολ (ΠΑΟΚ-Πανιώνιος 3-1) κι αν κάτι έχει να θυμάται από την καριέρα του δεν είναι μόνο τα τρία κύπελλα και το ένα πρωτάθλημα που κατέκτησε με τον ΠΑΟΚ , αλλά και το «Επος της Πόλης», με τον ίδιο να είναι βασικός και αναντικατάστατος.
Ο Σάντος τον πήρε και στην αποστολή της Εθνικής για το Μουντιάλ του 2010 και το Euro 2012, δοκίμασε κάτι διαφορετικό στη Γερμανία, με τη φανέλα της Φορτούνα Ντίσελντορφ και το 2014 επέστρεψε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναιτωλικού πριν γυρίσει στην Τούμπα ένα χρόνο αργότερα.
Πηγή: FORZA