Οι Πορτογάλοι ακόμα τσιμπιούνται για να πιστέψουν ότι ο Αμπέλ Φερέιρα άφησε την Μπράγκα για την Ελλάδα. Ο Πορτογάλος τεχνικός… «πούλησε τρέλα» με την επιλογή του και με μιας ταυτίστηκε με το DNA του ΠΑΟΚ!
Δεν πρόκειται για ομάδα, αλλά για ένα κοινωνικό πείραμα, που ξεκίνησε όταν οι Πορτογάλοι πήραν την διοργάνωση του Euro 2004. O «γάτος» πρόεδρος Αντόνιο Σαλβαδόρ έβαλε την ανοικοδόμηση του γηπέδου της Μπράγκα μέσα στον φάκελο, βλέποντας πολύ μπροστά από την εποχή του. Ήταν η κίνηση που μετέτρεψε έναν αιώνιο κομπάρσο του πορτογαλικού ποδοσφαίρου σε τέταρτη δύναμη της χώρας.
Το νέο γήπεδο ουσιαστικά χτίστηκε μέσα σε ένα νταμάρι, ήταν ένα από τα πρώτα γήπεδα που πούλησε το όνομα του (στον γαλλικό ασφαλιστικό όμιλο AXA), που έδωσε το καύσιμο για να αρχίσει να λειτουργεί η μηχανή.
Κι άλλες ομάδες έφτιαξαν τα γήπεδα τους μέσω του 2004, καμία δεν είχε την έκρηξη που συνέβη στους «αρσεναλίστας» τα τελευταία 15 χρόνια. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα «χωριό» μπροστά στην Λισσαβόνα, η πόλη που είναι χτισμένη στο νοτιοδυτικότερο σημείο της χώρας δεν αριθμεί πάνω από 180.000 ψυχές. Κι όμως η ποδοσφαιρική της τεχνογνωσία, όχι μόνο την έβαλε στον χάρτη, αλλά την κάνει ένα από τα σημαντικότερα ποδοσφαιρικά πανεπιστήμια της χώρας.
Υπάρχει ένας άγραφος νόμος που ισχύει σε ότι αφορά την προπονητική της καρέκλα. «Αν μπορείς να δουλέψεις και είσαι καλός για την Μπράγκα, τότε μπορείς να δουλέψεις οπουδήποτε. Είσαι καλός για κάθε ομάδα».
Η επιτυχημένη τριετία του Ζεσουάλδο Φερέιρα (2003-06) του έδωσε το διαβατήριο για την Πόρτο, όπου την επόμενη πενταετία διαδέχθηκε τον Μουρίνιο και σάρωσε τα πάντα.
Ο επόμενος (Κάρλος Καρβαλιάλ) παρουσίασε αξιόλογο έργο στην Αγγλία σε Σέφιλντ Γουένσντεϊ και Σουόνσι.
Η επόμενη δουλειά του Ζόρζε Ζεσούς μετά την Μπράγκα ήταν η Μπενφίκα, η συνέχεια της καριέρας του είναι γνωστή.
Η Μπράγκα καλούπωσε τον Ντομίνγκος Πασιένσια, μαζί του έφτασε ως τον τελικό του Europa League και του άνοιξε την πόρτα για κάτι μεγαλύτερο.
Ο επόμενος ήταν ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, ο οποίος μέσω Ολυμπιακού έχτισε το θαύμα της Μονακό.
Ο Σέρτζιο Κονσεϊσάο «ψήθηκε» στον πάγκο της, πριν φτάσει στο επίπεδο που βρίσκεται σήμερα με την Πόρτο.
Ο επόμενος (Πάουλο Φονσέκα) πήρε τις βάσεις στην Μπράγκα και μετά από τρία σερί νταμπλ με την Σαχτάρ Ντόνετσκ, πήρε φέτος την προαγωγή για την Ρόμα.
Η Μπράγκα είναι το μεταπτυχιακό για κάθε εξελίξιμο Πορτογάλο προπονητή. Το αστεράκι στο βιογραφικό του. Ένας τίτλος τιμής. Αν έχεις φοιτήσει εκεί, σίγουρα έχεις μάθει το ποδόσφαιρο, την τακτική, την διαχείριση στην κορυφαία της μορφή.
Στο εξωτερικό μάτι είναι μία ομάδα κολλημένη στην στασιμότητα. Στα 6 από τα τελευταία 10 πρωταθλήματα Πορτογαλίας τερμάτισε στην 4η θέση πίσω από τους γνωστούς Big-3, που παίζουν σε μία άλλη εντελώς κλίμακα, έχουν πολλαπλάσια μπάτζετ, διαφορετικά κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά ερείσματα. Είναι σχεδόν εκτός συναγωνισμού, η πορτογαλική κοινωνία έχει πολύ παρόμοιες παθογένειες με την δική μας. Μία φορά τερμάτισε στην 2η θέση (2009-10), μία ακόμα φορά βγήκε 3η (2011-12), το 2016-17 τερμάτισε στην 5η θέση και μία φορά το πλοίο βγήκε εντελώς εκτός ρότας με την «ντροπιαστική» 9η θέση την σεζόν 2013-14.
Για το μάτι του έμπειρου παρατηρητή όμως, καμία 4η θέση δεν μοιάζει με κάποια άλλη. Καμία σεζόν δεν είναι ίδια με κάποια άλλη. Για ομάδες όπως η Μπράγκα, που ζουν μόνο μέσω των πωλήσεων, η διατήρηση των κεκτημένων απαιτεί ποδοσφαιρική καπατσοσύνη, γνώση, ψαγμένες κινήσεις κάτω από το ραντάρ, υποδειγματική διαχείριση, πίστη στο πλάνο, οργάνωση, σταθερότητα.
Μιλάμε για μία ομάδα που μόνο μία φορά στην ιστορία της έδωσε πάνω από 4 εκατομμύρια για παίκτη. Μιλάμε για μία ομάδα που κάθε χρόνο κόβει κατά μέσο όρο οριακά πάνω από 10.000 εισιτήρια, γεμίζοντας μόνο το 40% του γηπέδου της. Μιλάμε για έναν επαρχιακό σύλλογο, που όμως σε μία χώρα που αυτή τη στιγμή αποτελεί την νούμερο 1 προπονητική σχολή στην Ευρώπη και την νούμερο ένα βιομηχανία παραγωγής ταλέντων έχει καταφέρει να αφήσει το δικό της αποτύπωμα, να έχει την δική της ταυτότητα, το δικό της ISO.
Αγοράζεις από την Μπράγκα; Δεν θα πάρεις ποτέ σκάρτο προϊόν.
Μπορεί να σου βγει, μπορεί να μην σου βγει -μπάλα είναι. Θα αγοράσεις όμως εγγυημένη ποιότητα.
Στην… μονίμως τέταρτη Μπράγκα, ο Αμπέλ Φερέιρα έχει να επιδείξει κάτι μοναδικό, δεν το έκανε ούτε η ομάδα που τερμάτισε στην 2η θέση. Οι 75 πόντοι της σεζόν 2017-18 (σε 34 παιχνίδια) είναι το απόλυτο ρεκόρ συγκομιδής των αρσεναλίστας, ουδέποτε κατάφεραν να πάρουν περισσότερους. Έκαναν 24 νίκες σε 34 παιχνίδια, πέτυχαν τα περισσότερα γκολ σε μία σεζόν στην ιστορία του συλλόγου (74), δέχθηκαν μόλις 29 γκολ, αλλά πάλι βγήκαν τέταρτοι!
Η δεύτερη σεζόν, αυτή της επιβεβαίωσης, είναι πάντα δυσκολότερη από την ρούκι χρονιά, όμως ο Αμπέλ πέτυχε αυτή τη φορά την τρίτη μεγαλύτερη συγκομιδή στην ιστορία του συλλόγου. Συγκέντρωσε 67 πόντους και ως συνήθως βγήκε… 4ος. Ίσως γιατί αυτή η ομάδα απαγορεύεται να τερματίσει ψηλότερα.
Σχεδόν μετά από κάθε ντέρμπι, ο Φερέιρα έβγαινε και μιλούσε για αυτή την προαιώνια αδικία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου, για την διαιτησία που ευνοεί μονίμως τους τρεις ισχυρούς, για τις ανισότητες, για το κατεστημένο. «Το μοναδικό μέρος που μπορούμε να είμαστε ίσοι με τους τρεις μεγάλους», συνήθιζε να λέει: «είναι οι τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Εκεί είναι η δική μου δουλειά να εμφανίζω μία ομάδα που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ομάδες με το πενταπλάσιο μπάτζετ από εμάς. Ακόμα κι εκεί όμως κάποιοι κύριοι (σ.σ. διαιτητές) φροντίζουν να ακυρώνουν τον ιδρώτα μας».
Υπάρχει και μία διαφορά από τους προκατόχους του. Όλοι τους είχαν μία ξεκάθαρη προπονητική σφραγίδα. Άλλος το 4-3-3. Άλλος το 4-2-3-1. Άλλος γούσταρε να παίζει με τρεις στόπερ. Ο Φερέιρα είναι λάτρης της τακτικής ευελιξίας. Το καλύτερο σύστημα, ο καλύτερος τακτικός σχηματισμός είναι αυτός που απαιτεί κάθε φορά η συγκυρία, δεν υπάρχει πανάκεια. Στα 10 τελευταία παιχνίδια της σεζόν, η Μπράγκα έπαιξε τα πάντα.
Έπαιξε 4-4-2 με δύο κόφτες (αυτό που χρησιμοποίησε περισσότερο φέτος), έπαιξε 4-2-3-1, έπαιξε 3-4-3, έπαιξε 4-4-2 με ρόμβο, έπαιξε 3-4-1-2 με καθαρό δεκάρι και δύο φορ, έπαιξε 3-4-2-1. Ένας τακτικός γρίφος για κάθε ομάδα, ένα δυσεπίλυτο σταυρόλεξο. Τα μαθήματα τακτικής μαζί του μοιάζουν με διαλέξεις, οι παίκτες του ΠΑΟΚ θα πρέπει να είναι έτοιμοι για να μάθουν από την αρχή το ποδόσφαιρο μαζί του.
Για κάτι τέτοιους προπονητές, με τέτοιο βιογραφικό, σε τέτοια ηλικία (40), που έχουν σαν παράσημο την παρουσία τους στους 50 κορυφαίους προπονητές της Ευρώπης για το 2018 (σύμφωνα με το περιοδικό 4-4-2), που το όνομα τους συζητιέται για μεγάλους πάγκους, που βγήκε δεύτερος καλύτερος προπονητής στην Liga Nos πίσω από τον Σέρτζιο Κονσεϊσάσο της Πόρτο, η λογική διαδρομή καριέρας δεν περνάει από την Ελλάδα, ούτε από τον ΠΑΟΚ.
Δεν έχει λογική ένα τέτοιο «πακέτο», να μπαίνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ελληνική ομάδα, δεν έχει την παραμικρή λογική να συμφωνεί αμέσως και να είναι αυτός που πιέζει την Μπράγκα για να φύγει. Σίγουρα ο καθένας μπορεί να βάλει ότι ποσό θέλει σε μία ρήτρα αποδέσμευσης, αλλά τα 12,5 εκατομμύρια ευρώ που είχε βάλει ο Αντόνιο Σαλβαδόρ για τον δέσει στην Μπράγκα, μαρτυρούν το πόσο ψηλά ήταν η μετοχή του στο πορτογαλικό χρηματιστήριο.
Για τους γνώστες της αγοράς, ο ερχομός του στον ΠΑΟΚ προκάλεσε τεράστια έκπληξη. Οι Πορτογάλοι τσιμπιούνται ακόμα για να δουν αν η είδηση ισχύει, στην πραγματικότητα ποτέ δεν την πίστεψαν, ακόμα κι όταν ο Δικέφαλος έδινε «τελειωμένο» το θέμα. Στα μάτια τους, ο Φερέιρα ήταν για κάτι πολύ μεγαλύτερο κι αυτό μαρτυρά το μέγεθος της (διαπραγματευτικής) επιτυχίας του ΠΑΟΚ, που πήρε αυτόν που ήθελε, αψήφησε το πόσο έκανε και έδειξε ότι είναι σε θέση να ξεπερνάει άμεσα ακόμα και την μεγαλύτερη ξαφνική καταιγίδα.
Κανείς δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο με την επιτυχία, ειδικά στον ομαδικό αθλητισμό, μία προπονητική αλλαγή ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τι θα φέρει, σε μία ομάδα που είχε μάθει να λειτουργεί με συγκεκριμένες νόρμες. Αυτό όμως που είναι εμφανές σε επίπεδο φιλοσοφίας είναι πως ο ΠΑΟΚ και ο Αμπέλ Φερέιρα βρίσκονται στην ίδια σελίδα του βιβλίου. Δύο πρότζεκτ που έχουν τις ίδιες αρχές, την υπέρμετρη φιλοδοξία, την ακόρεστη όρεξη (κ…α την λένε στα ελληνικά), που έρχονται με φόρα να ταρακουνήσουν την καθεστηκυία τάξη.
Μαζί με τον Φερέιρα, ο ΠΑΟΚ εκτός από χρόνο και ηρεμία, αγόρασε και κάτι άλλο: Φήμη.
Κάτι τέτοιες κινήσεις, με νέους φιλόδοξους εξελίξιμους, καυτούς κόουτς της νέας γενιάς κι όχι με ξεπεσμένες γεροντάρες ή συνταξιούχους που ζουν με τον μύθο τους, αποδεικνύουν στην πιάτσα ότι δεν μιλάμε για έναν σύλλογο με λογικές Αραβίας ή Κίνας (αγοράζουμε ότι γυαλίζει), αλλά για μία μοντέρνα, τεχνοκρατική ομάδα που στήνεται με καθαρά ποδοσφαιρική λογική.
Κι αυτό θα φανεί στο μέλλον…