Όταν ο Φερνάντο Σάντος μιλάει, οι άλλοι σιωπούν και ακούνε. Η συγκλονιστική ατάκα για τα… ελληνικά αισθήματά του, τα προβλήματα που αντιμετώπισε με την Εθνική στη Βραζιλία και οι ικανότητες του Αμπέλ Φερέιρα. Σάντος, η εξομολόγηση…
Κάθε συζήτηση μαζί του, ένα ξεχωριστό μάθημα. Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει πως πλέον το όνομά του βρίσκεται ανάμεσα στους κορυφαίους προπονητές της Ευρώπης. Το κέρδισε ο ίδιος αυτό, με τη δουλειά του.
Σήμερα, είναι πρωταθλητής Ευρώπης και παράλληλα κάτοχος του πρώτου Nations League της ιστορίας. Κι όμως, είχαμε την τύχη αυτόν τον άνθρωπο για αρκετά χρόνια να τον έχουμε στα μέρη μας.
Ακόμα ίσως μεγαλύτερη τιμή αποτελεί το ότι, όπου σταθεί και όπου βρεθεί ο Φερνάντο Σάντος, «στάζει μέλι» για την Ελλάδα και δηλώσει πως αισθάνεται μισός Πορτογάλος και μισός Έλληνας.
Αναλυτικά όσα είπε:
Πως νιώθετε κάθε φορά που είστε στην Ελλάδα, με δεδομένο κιόλας ότι έχετε πει ότι είστε ένας Πορτογάλος με ελληνική καρδιά;
«Είμαι ένας άνθρωπος διχασμένος, μοιρασμένος. Μισός Πορτογάλος, μισός Έλληνας. Η πατρίδα μου είναι η Πορτογαλία, αλλά προφανώς ένα μεγάλο κομμάτι της καρδιάς μου ανήκει στην Ελλάδα. Έζησα πολλά χρόνια εδώ, είναι πολύ ισχυρός ο δεσμός και έντονα τα συναισθήματα κάθε φορά που γυρίζω. Όταν είμαι στην Ελλάδα συμπεριφέρομαι όπως και στην Πορτογαλία. Θα πάω τις βολτίτσες μου, θα δω τους φίλους μου».
Πρόσφατα ο Άμπελ Φερέιρα έκανε ειδική αναφορά σε εσάς και σας ευχαρίστησε. Τι μπορείτε να μας πείτε για έναν προπονητή για τον οποίο δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα;
Χαίρομαι που άλλος ένας Πορτογάλος προπονητής έρχεται να δουλέψει στην Ελλάδα, είναι σημαντικό που τρεις μεγάλες ελληνικές ομάδες έχουν εμπιστευτεί Πορτογάλους. Είναι τρεις προπονητές της νέας γενιάς, με πολύ ποιότητα, ο Πέδρο Μαρτίνς έδειξε την καλή δουλειά του από πέρυσι. Νομίζω ότι η καλή δουλειά που κάνουν οι Πορτογάλοι προπονητές στην πατρίδα μας αναγνωρίζεται με αυτόν τον τρόπο.
Δεν μπορώ να πω τι θα δει ο κόσμος από τον Άμπελ Φερέιρα, δεν μπορώ εγώ να δημιουργήσω προσδοκίες. Μπορώ να πω ότι όντως έκανε εξαιρετική δουλειά, τα δύο χρόνια στη Μπράγκα, πολύ οργανωτικός και μεθοδικός στη δουλειά του, την οδήγησε στην Ευρώπη και στην Πορτογαλία δεν είναι εύκολο για καμία ομάδα εκτός των τριών μεγάλων να μπει σφήνα. Η Μπράγκα, όμως, έπαιξε ωραίο ποδόσφαιρο, πάλεψε να βρεθεί ψηλά στη βαθμολογία.
Πιστεύω ότι τόσο αυτός όσο και ο Μιγκέλ Καρντόσο, που τον είχα παρακολουθήσει στη Ρίο Άβε, θα δείξουν καλά δείγματα δουλειάς και στην Ελλάδα. Είναι τρεις διαφορετικοί προπονητές στον τρόπο που προσεγγίζουν το παιχνίδι, η πρώτη θέση, ο τίτλος του πρωταθλητή θα ανήκει μόνο σε έναν, άρα και οι τρεις θα πρέπει να δουλέψουν σκληρά για να νικήσουν.
Αν και, βέβαια, η ποιότητα ενός προπονητή δεν κρίνεται μόνο από το αν θα κατακτήσει τίτλους. Πρέπει καθένας να κριθεί από την ομάδα που θα φτιάξει, από το πως θα παίζει η ομάδα».
Αποτελεί η Ελλάδα είναι σκαλοπάτι για τους Πορτογάλους προπονητές για να μετακομίσουν σε ένα καλύτερο πρωτάθλημα;
«Όχι, δεν το νομίζω. Οι Πορτογάλοι προπονητές έρχονται να δουλέψουν στην Ελλάδα για την πρόκληση που τους προσφέρει αυτό το πρωτάθλημα, αυτή η χώρα. Επειδή πιστεύουν ότι εδώ μπορούν να δείξουν τη δουλειά τους. Δεν πιστεύω πως οι προπονητές λειτουργούν όπως οι ποδοσφαιριστές που μπορεί να βλέπουν ένα πρωτάθλημα ως σκαλοπάτι. Είναι διαφορετικό».
Πριν το παιχνίδι των legends αναφερθήκατε στο ζήτημα που είχατε τόσο εσείς όσο και ο Ότο Ρεχάγκελ στο να αντιμετωπίσετε τη «νοοτροπία της καφετέριας» που επικρατεί στην Ελλάδα. Πιστεύετε ότι γίνεται να αλλάξει αυτή η νοοτροπία;
«Τώρα δεν ζω εδώ για να βλέπω τους Έλληνες στην καθημερινότητά τους, αλλά η νοοτροπία κάθε λαού δύσκολα αλλάζει. Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε με συγκεκριμένο τρόπο, είναι αυτό που υπάρχει μέσα μας, κάθε χώρα είναι διαφορετική. Νομίζω, πάντως, ότι συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο, οι Έλληνες παίκτες έχουν πια καταλάβει ότι είναι άλλο πράγμα οι έξοδοι, η διασκέδαση και άλλο η δουλειά και η προπόνηση. Νομίζω ότι αυτό ίσως έχει αλλάξει σε ένα σημείο και είναι σημαντικό».
Τα προβλήματα των συλλόγων έχετε πει πως θεωρείτε ότι επηρεάζουν την Εθνική ομάδα. Σε τι βαθμό αυτά επηρέασαν τη δουλειά σας;
«Ναι, το έχω πει. Προβλήματα υπήρχαν και θα υπάρχουν με δεδομένο το πάθος που υπάρχει στην Ελλάδα για τις ομάδες. Είναι πολύ έντονο το συναίσθημα, δένονται περισσότερο με τον σύλλογο από ό,τι με την εθνική ομάδα. Εγώ ήθελα να δείξω στους ποδοσφαιριστές πως πρέπει να αντιμετωπίζουν και την εθνική ομάδα όπως τον σύλλογο. Νομίζω ότι αυτό μου συνέβη στην Πορτογαλία. Δυστυχώς πολλοί δεν αντιλαμβάνονται πως ένας σύλλογος εκπροσωπεί ένα συγκεκριμένο σύνολο, ενώ η εθνική ομάδα αντιπροσωπεύει κάτι πολύ μεγαλύτερο, μια χώρα. Από αυτή την άποψη, εγώ αντιμετώπισα πρόβλημα και πιστεύω ότι προσπάθησα να το φτιάξω στην εθνική Ελλάδας. Στο Μουντιάλ της Βραζιλίας υπήρξαν τέτοια προβλήματα, αλλά θεωρώ πως δεν επηρέασαν τη δουλειά μας. Είναι λογικό στην καθημερινότητα να προκύπτουν τέτοια θέματα, αλλά νομίζω ότι εν τέλει κάναμε φανταστική δουλειά στην εθνική Ελλάδας».
Αυτά τα προβλήματα επηρέασαν την απόφασή σας να φύγετε από την Εθνική Ελλάδος;
«Δεν είχαν σχέση. Σε κάθε δουλειά κάνεις μια συμφωνία και όταν αυτή ολοκληρώνεται μπορείς να συζητήσεις για μια νέα συμφωνία. Δεν υπάρχουν πάντα οι όροι στους οποίους συναινούν και οι δύο πλευρές. Πριν φύγουμε από τη Βραζιλία δεν υπήρξε συμφωνία και αυτό δεν άλλαξε. Έτσι είναι το ποδόσφαιρο. Δουλεύουμε, μας γίνονται προτάσεις, αν καταλήξουμε σε συμφωνία καλώς, αν όχι συνεχίζουμε χωριστά. Συζητήθηκε πολύ το συγκεκριμένο θέμα, αλλά πια ο καιρός πέρασε και καθένας ακολούθησε τον δρόμο του».