Το άσπρο και το μαύρο εναλλάξ. Το πιο βαθύ σκοτάδι λίγο πριν από την χαραυγή. Μετά το άσπρο, ξανά η απόλυτη μαυρίλα. Αυτός είναι ο ΠΑΟΚ. Αυτός ήταν πάντα. Δεν γίνεται να αλλάξει.
Κουβαλά πάνω του, γύρω του, μέσα του αυτή την ακραία αντίθεση. Δεν θα μπορούσε να φοράει τίποτα άλλο εκτός από το άσπρο και το μαύρο. Από το φως, στο σκοτάδι και τανάπαλιν. Μία αιώνια μάχη, χωρίς ούτε μισής ώρας ησυχία. Χωρίς ούτε μία μέρα ανακούφισης. Μία ομάδα που μπορεί να κοιτά ατρόμητη και να γονατίζει γίγαντες, η οποία λες και είναι εσαεί καταραμένη να πνίγεται σε μία κουταλιά νερό. Όσο πιο μικρό το εμπόδιο, τόσο πιο μικρός κι εκείνος.
Το ημερολόγιο έδειχνε 21 Απριλίου και όλα έμοιαζαν μαγικά. Ήταν η πιο φωτεινή ημέρα στην ιστορία του συλλόγου. Ένα αήττητο πρωτάθλημα, μία μαγική φιέστα, ένα μεθύσι με ένα νέκταρ που όμοιο του δεν είχε ξαναπιεί ο σύλλογος.
The Future is here ήταν το σύνθημα εκείνης της βραδιάς και αλήθεια, ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει; Ένας ΠΑΟΚ οικονομικά υγιής, με το πιο πλήρες ρόστερ στην ιστορία του, με προοπτική για νέο γήπεδο, με όνειρα να χτίσει μία εγχώρια αυτοκρατορία και να περάσει στο επόμενο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ποιός θα μπορούσε να ποντάρει έστω ένα ευρώ ότι μέσα σε 129 ημέρες θα παιζόταν η απόλυτη ταινία καταστροφής;
Αρκούσε να φύγει μόνο ένα τουβλάκι από την θέση του, ώστε το ντόμινο που χτίστηκε με τόσο ιδρώτα, χρόνο, κόπο, χρήμα, θυσίες να αρχίσει να γκρεμίζεται; Γιατί; Ακόμα κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Κι αυτό είναι ότι πιο… ΠΑΟΚ υπάρχει.
Από εκείνο το βράδυ που επικυρώθηκε το νταμπλ, ο ΠΑΟΚ κουβαλά μία περίεργη, μία παράξενη, μία αφύσικη, μία ανεξήγητη… χορτασιά, για να μην πω… έπαρση. Κάτι που δεν ταιριάζει στο ύφος, στο DNA, στον χαρακτήρα του συλλόγου. Κάτι που δεν μπορεί να αιτιολογηθεί, με ένα νταμπλ και δύο κύπελλα την τελευταία διετία.
Το γήπεδο είναι συνήθως ο καθρέφτης μιας αόρατης αύρας την οποία μπορεί να την αισθανθεί κανείς αν βρίσκεται πολύ κοντά σε έναν σύλλογο. Δεν μπορείς να την εξηγήσεις εύκολα με λόγια, αλλά την αισθάνεσαι, την μυρίζεσαι. Όταν έγραφα μετά το φιάσκο της Μπρατισλάβας για «ποδόσφαιρο αλάνας» αυτό προσπαθούσα να εξηγήσω. Σαν να μην υπάρχει το ίδιο κέφι, η ίδια διάθεση, η ίδια πίστη, η ίδια όρεξη. Την μπάλα δεν την στέλνουν στα δίχτυα μόνο το κεφάλι ή τα πόδια, αλλά την στέλνει κυρίως το μυαλό. Η ψυχολογία.
Η αποχώρηση του Ράζβαν Λουτσέσκου σαν να χάλασε τους αυτόματους μηχανισμούς μιας ομάδας που ήταν συμπαγής σαν ατσάλι και πίστευε σε αυτό που έκανε. Δεν έχει να κάνει με την επάρκεια ή μη του Αμπέλ Φερέιρα (θυμίζω ότι η τα δύο πρώτα αποτελέσματα του Ρουμάνου ήταν ο ανάλογα οδυνηρός αποκλεισμός από την Έστερσουντ), απλώς οι κώδικες άλλαξαν, η ηρεμία διαταράχθηκε, οι ρόλοι μοιράστηκαν ξανά. Κι αυτό αποτυπώνεται στο γήπεδο.
Μπορεί τα περισσότερα πρόσωπα στο γήπεδο να είναι ίδια, μα κοιτάχτε τα καλά, δεν είναι ίδια. Δεν έχουν την ίδια ανεμελιά, το ίδιο χαμόγελο, την ίδια χαλαρότητα στις κινήσεις τους, την ίδια πίστη σε αυτό που κάνουν (ή που δεν κάνουν). Το περσινό δοκάρι και μέσα είναι φέτος δοκάρι και έξω. Πίσω από αυτή τη φαινομενικά απλοϊκή πρόταση κρύβονται όμως δεκάδες καθημερινές μικρές στιγμές αρνητικής ενέργειας, πολλά εγώ που έφυγαν από την λογική του εμείς, που ήταν αδιαπραγμάτευτη μέχρι σήμερα.