Ο Αλέξης Σπυρόπουλος έγραψε ένα άρθρο στο SDNA για τη δυσκολία των αγώνων της Super League, λόγω του χαμηλού επιπέδου του πρωταθλήματος, αλλά και το VAR που… μόνο οι κλέφτες δεν το θέλουν.
Αναλυτικά σημειώνει:
«Εκτός έδρας, είναι ξεκάθαρο ότι παίρνει κανείς αποτέλεσμα πολύ πιο εύκολα απ’ όσο νικά εντός. Ισχύει, όλο και περισσότερο, σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Ακριβώς γι’ αυτό τροφοδοτείται η συζήτηση, πλέον να καταργηθεί στις νοκ-άουτ παρτίδες ο κανονισμός του εκτός έδρας γκολ. Ως μη έχων αντιστοίχιση, προς τη ζώσα πραγματικότητα.
Η Σούπερ Λιγκ 2019-20 ξεκίνησε με έξι νίκες εκτός έδρας, στα δεκατέσσερα παιγνίδια. Στα ίδια αυτά παιγνίδια, οι νίκες των γηπεδούχων είναι μόλις τέσσερις. Κι αυτές, κυρίως επειδή έπαιξαν δύο φορές εντός έδρας ο ΠΑΟΚ και μία ο Ολυμπιακός. Ο μοναδικός άλλος εντός έδρας νικητής των δύο αγωνιστικών, αν το ψάχνετε, είναι ο Βόλος.
Αυτό, για τον αφελή της παρέας που μπορεί να πίστευε πως, μόνο και μόνο επειδή είναι νεοφώτιστος ο Βόλος, θα ήταν και άμαχος πληθυσμός. Ομάδα Μπέου, δύσκολο. Ο Αχιλλέας (επαν)ήλθε για να μείνει. Δεν τον ξεγελάς, στο ποδόσφαιρο. Μ’ ένα ρόστερ κάτω των 25 ετών σε μέση ηλικία, ένα ρόστερ απ’ τα πιο φτηνά στη Σούπερ Λιγκ. Και με ένα ξένο στους τρεις, όταν η σχετική ποσόστωση σ’ ολόκληρη την κατηγορία είναι ένας ξένος στους δύο.
Ακόμη και εκείνες οι τέσσερις νίκες των γηπεδούχων στα δεκατέσσερα ματς, όλες ήταν «στο γκολ». Το ελληνικό πρωτάθλημα έχει χαμηλό επίπεδο αλλά τα παιγνίδια είναι δύσκολα. Μάλλον, είναι δύσκολα επειδή έχει χαμηλό επίπεδο. Το υψηλότερο επίπεδο, διευκολύνει. Ο Ολυμπιακός του 13-1 στους έξι ευρωπαϊκούς αγώνες, τους ελληνικούς τους έβγαλε με δύο ψωραλέα 1-0 από ισάριθμα πέναλτι στο πρώτο πεντάλεπτο. Ο ΠΑΟΚ έκανε δύο ισχνές νίκες στην Τούμπα, και πάλι ευχαριστημένος (απ’ τους έξι πόντους) να ‘ναι…
Οι άτυχοι της κάθε χρονιάς, είναι όσοι ξεκινούν με δύο εντός έδρας ματς. Υπ’ αυτήν την έννοια η Λαμία, άλλος ένας πληθυσμός που τον είχαμε για άμαχο αλλ’ αποδεικνύεται σκληραγωγημένος, επιτέλεσε άθλο ότι κάτι πήρε και από τον Παναθηναϊκό και από τον Ατρόμητο. Δίχως να κυνηγήσει ούτε στιγμή, σκορ. Τρεις φορές προηγήθηκε, τρεις φορές ισοφαρίστηκε.
Είναι, το εντός και το εκτός, ένας σοβαρός λόγος για να έχουν κιόλας καθήσει στις περίοπτες θέσεις τους η Ξάνθη και ο ΟΦΗ. Αρχισαν, με δύο εκτός! Εναντίον αντιπάλων που ήθελαν μες στο σπίτι τους, ή έπρεπε, ή και ήθελαν και έπρεπε, να παίξουν.
Όχι ο μοναδικός (λόγος), φυσικά. Στην Ξάνθη, αξιοθαύμαστη ότι είναι το μακράν πιο ανθεκτικό κλαμπ της ελληνικής περιφέρειας σε ροή δεκαετιών, ξέραμε ότι μες στο κατακαλόκαιρο κινήθηκε χρήμα. Για κάτι διαφορετικό από άλλη μία κατατονική σεζόν που στο τέλος της δεν μένει, και δεν έχεις, τίποτα να θυμάσαι. Φαίνεται (το χρήμα), ήδη. Ο ΟΦΗ πάλι, είναι άλλο.
Εάν υπήρχαν μετρήσεις της τοξικότητας στο περιβάλλον των συλλόγων, το ποσοστό του ΟΦΗ θα ήταν κοντά στο 0%. Υπό το μηδέν, πες! Το μυστικό του είναι το οργανόγραμμά του. Ποιοι δουλεύουν καθημερινά, για τον Ομιλο. Επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, σε αυτή την ομάδα θα ήθελα να παίζω. Οι άνθρωποι που δουλεύουν καθημερινά για τον Ομιλο, τα μυαλά που κουβαλάνε, το κληροδότημα του Ευγένιου επί της ουσίας, είναι η εγγύηση του καθαρού αέρα.
Προπονητές στο μεταξύ, κατά τα αναμενόμενα έχασαν τη δουλειά τους. Είναι φυσικά, το εύκολο. Το δύσκολο είναι, να πετύχεις τον καταλληλότερο επόμενο. Η συναισθηματική αντίδραση μετά, εξαντλείται σε πολύ περιορισμένο αριθμό παιγνιδιών. Στο βάθος χρόνου χρειάζεσαι, όχι τη συναισθηματική αντίδραση, την αληθινή ποδοσφαιρική δράση.
Είναι τώρα, η επιλογή του κατάλληλου, η δουλειά με το που ανέλαβαν ο Ιβιτς και ο Χαριστέας. Και εννοείται, η τελική ευθύνη του Μελισσανίδη και του Καρυπίδη. Για να δώσω μόνον ένα παράδειγμα από τα εκατοντάδες, της δουλειάς και της ευθύνης, όταν ο Παναθηναϊκός έδιωξε τον Αναστασίου…βρήκε τον Στραματσόνι.
Με το VAR, ομολογώ πως αυτές τις πρώτες εβδομάδες περίμενα τα πολύ χειρότερα! Ωσπου να βρει το σύστημα τον βηματισμό του, και να το συνηθίσουμε, θα πάρει τον χρόνο του. Δεν είναι η λύση για τα πάντα, είναι μια δικλείδα που δεν την είχαμε πριν. Μοιάζει, με την κάμερα ασφαλείας. Δεν εξάλειψε την κλεψιά. Μονάχα οι κλέφτες όμως, δεν τη θέλουν…».