Σε όσα του έχουν σούρει κατά καιρούς, ο ΠΑΟΚ απαντάει με αγκαλιές και… αρκουδάκια. Με ποδόσφαιρο. Με γκολ. Με ομορφιά μες το γήπεδο. Αυτή είναι η δική του κανονικότητα, η δική του εσωτερική ψυχική γαλήνη που έκανε πολλά χρόνια να την κατακτήσει.
Τον βλέπεις εκεί έξω να στέκεται καρτερικά έξω από το πούλμαν με την λαχτάρα που ένα μικρό παιδάκι να δει, να ακουμπήσει, να μυρίσει τους ήρωες τους. Με καύσωνα, με αγιάζι, με κρύο που τσούζει όπως αυτό το απόγευμα, ανεξαρτήτως καιρού εκεί. Για το καθήκον του. Για την κάθαρση της ψυχής του. Για το γούστο του.
Το τελετουργικό είναι γνωστό. Όποιος κατεβαίνει τα σκαλιά περνάει από… σωματικό έλεγχο. Άλλους τους αγκαλιάζει με αυτή τη σφιχτή, δυνατή, ποντιακή αγκαλιά του. Με άλλους ανταλλάζει χάι-φάιβ. Άλλοι -τα πειραχτήρια, οι αδυναμίες του- τρώνε και καμιά φιλική σβουριχτή φάπα. Η αγκαλιά προς τον εκάστοτε προπονητή είναι όμως υποχρεωτική, επιτακτική, επιβεβλημένη. Ακόμα κι αν σκοτώνονται ή λογομαχούν μέσω Skype όλη την εβδομάδα. Είναι μία θεσμική, εμψυχωτική αγκαλιά, λίγο πριν από την μάχη, ένα χρέος προς αυτόν που θα οδηγήσει για τα επόμενα 90 λεπτά την ασπρόμαυρη μηχανή που αυτός έστησε.
Ο Ιβάν Σαββίδης δεν μπορεί πια να θεωρείται χθεσινός στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Έκλεισε μισή ντουζίνα χρόνια σε αυτό. Υπήρξαν εποχές που κι εκείνου το βλέμμα ήταν τυφλωμένο από θυμό, από μίσος, από οργή. Υπήρξαν στιγμές που κι αυτός παραφέρθηκε, έξυσε ή μπορεί και να ξεπέρασε τα όρια του. Υπήρξαν στιγμές που το θυμικό νίκησε την λογική, το ίδιο το ποδόσφαιρο ως άθλημα ακραίων συναισθημάτων μπορεί να κάνει ακόμα και ασκητές στο Θιβέτ να ανεβάσουν πίεση στα ύψη.
Από την ώρα που -αναγκαστικά λόγω της ποινής του- αποτραβήχτηκε από τα γήπεδα γαλήνεψε. Ημέρεψε. Το βλέμμα του καθάρισε. Σταμάτησε να μεταδίδει ένταση, φόρτιση, άγχος στην ομάδα του και την γεμίζει πια με ασφάλεια, με εμπιστοσύνη, με αγάπη. Αυτές οι αγκαλιές λίγο πριν την έναρξη κάθε αγώνα, αυτή η φαινομενικά ελάχιστη λεπτομέρεια, αυτή η μικρή και ταπεινή κίνηση είναι ώρες – ώρες για το γκρουπ πολύ πιο σημαντική κι από χρηματικό πριμ.
Είναι το επιπλέον καύσιμο που τους τσιτώνει πριν από τα παιχνίδια. Αυτή η αγάπη που τους μεταδίδει με μερικές αγκαλιές -ακούγεται παράξενο, ίσως δυσνόητο για τους περισσότερους- αλλά μεταφέρεται, εξαπλώνεται, πολλαπλασιάζεται εντός των αποδυτηρίων. Τα πρόσωπα μέσα σε αυτά αλλάζουν, έχουν αλλάξει, αλλά το κλίμα παραμένει το ίδιο. Ο ΠΑΟΚ πέρασε κι αυτός -όπως όλες οι οικογένειες- τα δικά του εσωτερικά θέματα, είχε τις κρίσεις, τις εντάσεις, τις ανασφάλειες του, όμως όλα αυτά τα έλυσε εσωτερικά χωρίς διαρροές, χωρίς να μαθευτεί σχεδόν τίποτα παραέξω.
Αυτή η αγάπη, η ηρεμία, η πραότητα εξαπλώνεται και εταιρικά, οπαδικά. Στο λυκόφως του 2019 η Τούμπα πλημμύρισε από λούτρινα αρκουδάκια, που θα πάνε σε παιδικά χέρια που τέτοια εποχή τα έχουν ανάγκη, τα αποζητούν, τα ψάχνουν. Η κοινωνική ευθύνη της ΠΑΕ μεταφράζεται εδώ και αρκετά χρόνια σε αμέτρητες κοινωνικές δράσεις -κυρίως σε παιδιά που το έχουν ανάγκη- δίχως τυμπανοκρουσίες, φανφάρες ή γκρίζα διαφήμιση. Όσοι ξέρουν, ξέρουν. Αυτό αρκεί.
Ο ΠΑΟΚ είναι / δείχνει παράταιρος με το τοξικό κλίμα που δηλητηριάζει τον αέρα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Είναι μακριά από μηνύσεις, από ουρλιαχτά, από ρηξικέλευθες καταγγελίες, από οργίλες αντιδράσεις, από περίεργες επιθέσεις, από εβδομαδιαία διαγγέλματα, από απειλές, από εμπρηστικά δημοσιεύματα, από εκκρεμοδικίες που έχουν κακοφορμίσει. Είναι μακριά από το μίσος προς το ποδόσφαιρο που εκφράζεται με κάθε τρόπο γύρω του.
Σε όσα του έχουν σούρει κατά καιρούς, σε αυτούς που τον αποκάλεσαν Μάο-Μάο, Βούλγαρο, Μπουγάτσα, τον ταύτισαν με…. περιττώματα, ο ΠΑΟΚ απαντάει με αγκαλιές και… αρκουδάκια. Με ποδόσφαιρο. Με γκολ. Με ομορφιά μες το γήπεδο. Αυτή είναι η δική του κανονικότητα, η δική του εσωτερική ψυχική γαλήνη, την οποία έκανε πολλά χρόνια να την κατακτήσει. Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα…