Τισυγκλονίζει με όσα δήλωσε σε συνέντευξη του σε ιταλική εφημερίδα.
«Στο τέλος του διαδρόμου είναι το γραφείο του διευθυντή του νοσοκομείου. Είναι στο σπίτι με κορωνοϊό εδώ και μία εβδομάδα. Δίπλα από το δικό μου γραφείο είναι αυτό ενός συναδέλφου που έχει τον μπατζανάκη του στην εντατική. Απέναντι είναι αυτό ενός καρδιολόγου, του οποίου η μητέρα είναι επίσης στην εντατική. Στο Μπέργκαμο κάθε οικογένεια θρηνεί κι έναν δικό της. Δεν είμαι εγώ που το λέει, αλλά οι αριθμοί».
Ο 46χρονος Φαμπιάνο Ντι Μάρκο, διευθυντής της πνευμονολογικής μονάδας στο νοσοκομείο Πάπας Ιωάνης ο 23οςς, αφηγείται με συγκλονιστικό τρόπο το ημερολόγιο του κορωνοϊού στο μαρτυρικό Μπέργκαμο.
– Θυμάσαι εκείνη την Παρασκευή της 21ης Φεβρουαρίου;
«Σαν να ήταν χθες. Αλλά σαν να ήταν επίσης μία άλλη ζωή. Μέχρι τις 12 το μεσημέρι ήταν μία απλή καθημερινή ημέρα. Τότε ο καθηγητής Στέφανο Τσεντάνι, ο δάσκαλος μου, με πήρε από το Μιλάνο: «Κοίτα υπάρχει μία καταστροφή στο Λόντι». Από τότε άρχισε να μιλάω με διάφορους συναδέλφους. Ξέραμε ότι η πνευμονία από τον ιο Covid-19 έρχεται και μας».
– Και μετά;
«Στις 8 το βράδυ έλαβα επείγοντα μηνύματα από την διεύθυνση του νοσοκομείου. Έπρεπε να ελευθερώσουμε όλα τα δωμάτια για να είμαστε σε θέση να δεχθούμε όλα τα κρούσματα του κορωνοϊού από όλη την επαρχία. Αδειάσαμε όσα περισσότερα δωμάτια μπορούσαμε, στέλνοντας ασθενείς σε άλλες πτέρυγες, ακόμα και στο χειρουργικό, όπου είχαν κενά κρεβάτια».
– Είχατε ήδη ύποπτα περιστατικά;
«Είχαμε αρκετούς που νοσηλεύονταν με πυρετό, ανάμεσα στους οποίους έναν άνδρα, που είχε έρθει σε επαφή με τον Ματία, τον ασθενή νούμερο 1. Την Κυριακή το απόγευγμα η πτέρυγα με τις αναπνευστικές λοιμώξεις είχε ήδη γεμίσει και συνεχώς έρχονταν νέα κρούσματα με πυρετό και βήχα».
– Πότε καταλάβατε ότι πρόκειται για καταστροφής
«Όλα ξεκίνησαν την Κυριακή, την 1η Μαρτίου. Νωρίς το πρωί μπαίνω στον θάλαμο με τα επείγοντα περιστατικά. Δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ. Πόλεμος. Δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη. Ασθενείς παντού με σοβαρή πνευμονία. Παντού. Σε φορεία, στους διαδρόμους, παντού. Είχαν ανοίξει άλλη μία πτέρυγα, όμως είχε γεμίσει κι αυτή»/
– Πως αντιδράσατε;
«Στις 8:30 έστειλα ένα ομαδικό μήνυμα στην ομάδα μου, σε νοσηλευτές και γιατρούς. Όποιος μπορεί, ας τρέξει εδώ. Στις 9 ο πρώτος ασθενής μπήκε στην εντατική. Όλοι μας είχαμε τρελαθεί. Κανείς μας δεν είχε φάει. Από εκείνη την ημέρα οι ζωές μας άλλαξαν για πάντα».
– Πότε κατέληξε ο πρώτος ασθενής;
«Δύο μέρες αργότερα. Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος ασθενής, αλλά αυτό δεν έλεγε τίποτα».
– Τι κάνατε με την έλλειψη από αναπνευστήρες;
«Στην αρχή είχαμε 20. Αρχίσαμε να ψάχνουμε παντού. Τίποτα, όλοι είχαν εξαντληθεί. θυμήθηκα ότι πριν από 15 χρόνια είχα συναντηθεί με τον ιδιοκτήτη μιας οικογενειακής επιχείρησης στο Λεβάντε που έφτιαχνε μάσκες. Του τηλεφώνησα. Του είπα ότι ήμασταν απελπισμένοι. Μου απάντησε ότι είχε 10. Θα μου τις έφτιαχνε και θα τις παρέδιδε την Δευτέρα. Του εξήγησα ότι τότε θα ήταν αργά. Τον ικέτευσα. Μου είπε ότι θα τηλεφωνήσει στα παιδιά του. Μέσα σε τρεις ώρες μου τις έφερε. Σήμερα έχουμε 139 και είμαστε το καλύτερα εξοπλισμένο νοσοκομείο στην Ευρώπη. Χάρη σε αυτόν τον άνθρωπο. Μου είπε ότι έκανε αυτό που τον δίδαξαν οι γονείς του. Να είναι άνθρωπος».
– Πόσους θανάτους έχετε καθημερινά στο νοσοκομείο σας;
«Μέχρι τώρα από 15 έως 20 ημερησίως. Η χειρότερη μέρα ήταν η Παρασκευή 13 Μαρτίου».
– Πως μπορείτε να το εξηγήσετε αυτό;
«Ακούω πολλές θεωρίες. Εγώ λέω την δική μου. Στις 19 Φεβρουαρίου, 40.000 κάτοικοι του Μπέργκαμο πάνε στο Σαν Σίρο για το ματς της Αταλάντα με την Βαλένθια. Ταξιδεύουν με όλα τα μέσα. Με λεωφορεία. Με αυτοκίνητα. Με τρένα. Δυστυχώς ήταν μία κινητή βιολογική βόμβα»!