Τι πρόσφεραν και τι όχι οι… προκάτοχοι του Κρμέντσικ, όλοι δηλαδή οι φορ, που έφθασαν στην Τούμπα στη μέση της σεζόν, έχοντας ως αποστολή να δώσουν λύσεις στο σκοράρισμα.
Ο τίτλος του αφιερώματος θα μπορούσε κάλλιστα να είναι «ο Πρίγιοβιτς και οι άλλοι», αφού με τα τρομερά επιτεύγματά του, ο Σέρβος κυνηγός αποτελεί μια κατηγορία μόνος του…
Για τον Πρίγιοβιτς «τα πολλά λόγια είναι φτώχια». Αρκεί και μόνο η παράθεση δύο αριθμών: 86 συμμετοχές και 55 γκολ. Κάπως έτσι… ανάγκασε τους Σαουδάραβες της Αλ Ιτιχάντ να καταβάλλουν πριν δύο χρόνια τη ρήτρα των δέκα εκατομμυρίων ευρώ και να τον κάνουν δικό τους. Ο Δικέφαλος τον είχε αποκτήσει τον Ιανουάριο του 2017 από τη Λέγκια Βαρσοβίας, βρίσκοντας στο πρόσωπο του- γεννημένου στο Σεν Γκάλεν της Ελβετίας- επιθετικού μια μηχανή των γκολ.
Η προσπάθεια αναπλήρωσης του κενού του Πρίγιοβιτς ήταν εκ προοιμίου δύσκολη. Η τελική επιλογή ήταν ο Κάρολ Σφιντέρσκι, ο οποίος, στη διετία που φορά την ασπρόμαυρη φανέλα, μετρά 79 συμμετοχές και 27 γκολ.
Με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του ΠΑΟΚ τον Ιανουάριο του 2000, ο Μπάγεβιτς είχε ζητήσει-μεταξύ άλλων-την απόκτηση από τον Πανιώνιο του Δημήτρη Ναλιτζή, ο οποίος είχε προλάβει να σκοράρει δεκατρείς φορές με τους Νεοσμυρνιώτες στο πρώτο μισό της σεζόν, επιδόσεις που επανέλαβε και ως κάτοικος Τούμπας. Μέχρι να λήξει η περίοδος 1999-2000 είχε σκοράρει έντεκα φορές σε δεκαέξι συμμετοχές. Και τα συνολικά 24 του γκολ ήταν αρκετά για να του χαρίσουν τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα, μπροστά από τους Λυμπερόπουλο (23), Νικολαΐδη (22) και Κωνσταντίνου (21). Τη σεζόν που ακολούθησε, σκόραρε 19 φορές σε 45 παιχνίδια και, με την ολοκλήρωση της, μετακόμισε στην Ιταλία για χάρη της Ουντινέζε, που κατέβαλλε 250 εκ. δρχ. για να τον κάνει δικό της.
Τον Ιανουάριο του 2005 στον ΠΑΟΚ έψαχναν έναν επιθετικό, που θα πλαισίωνε τους Σαλπιγγίδη, Γιασεμάκη και Σκαρμούτσο. Και η τελική επιλογή έγινε στο πρόσωπο του Μάρτσιν Μίετσελ, που διακρίνονταν μέχρι τότε με τη φανέλα του Ηρακλή. Ο Πολωνός πανηγύρισε τα δύο πρώτα του γκολ με την ασπρόμαυρη φανέλα στο εκτός έδρας ματς της 27ης Φεβρουαρίου 2005 με τον Αρη (1-3). Η… απογείωση του, ωστόσο, ήρθε τη σεζόν 2006-07, όταν, ουσιαστικά, κλήθηκε μόνος του να καλύψει το κενό στην επίθεση, που δημιούργησε η παραχώρηση του Σαλπιγγίδη στον Παναθηναϊκό. Κι ο Μίετσελ έκλεισε το πρωτάθλημα με 14 γκολ.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Ζβόνιμιρ Βούκιτς. Ο Σέρβος επιθετικός εντάχθηκε στο ρόστερ τον Ιανουάριο του 2013 (μέχρι τη λήξη της σεζόν είχε δύο γκολ σε επτά συμμετοχές), αλλά «απογειώθηκε» την περίοδο 2013-14, όταν έπαιξε σε 38 ματς, σκοράροντας δεκαπέντε φορές. Στην ίδια μεταγραφική περίοδο είχε έρθει στην Τούμπα (δανεικός από τον Αγιαξ) ο Ντάνι Χούσεν. Ο Ολλανδός (με καταγωγή από το Μαρόκο) επιθετικός είχε σκοράρει στην παρθενική του εμφάνιση με τον Δικέφαλο (στη νίκη επί του ΟΦΗ με 5-0), αλλά εκείνο ήταν και το μοναδικό του γκολ ως παίκτης του ΠΑΟΚ.
Για λίγους μόνο μήνες είχε παραμείνει στη Θεσσαλονίκη κι ο Ζόλταν Κόβατς. Προερχόμενος τον Ιανουάριο του 1998 από την Ουϊπεστ, ο Ούγγρος επιθετικός κατέγραψε πέντε γκολ σε δεκατέσσερις συμμετοχές.
Ακόμη παλαιότερα, το Δεκέμβριο του 1991, ο Βαγγέλης Καλογερόπουλος, προερχόμενος από τη Λάρισα, παρέμεινε στον ΠΑΟΚ για ένα χρόνο, πετυχαίνοντας μόλις δύο γκολ. Αλλά το αρνητικό ρεκόρ ανήκει στον Θενγκότ Αμαεφούλε. Ο Νιγηριανός επιθετικός, στη χρονιά του 2004, κατέγραψε εννέα συμμετοχές, χωρίς να βρει δίχτυα. Τη… δόξα του Αφρικανού «ζήλεψε» τέσσερα χρόνια αργότερα ο Βιορέλ Φρούνζα (δανεικός από την Κλουζ), μια και ο Μολδαβός έπαιξε σε μόλις τέσσερα ματς, δίχως να σκοράρει. Οσο για τον Φρεντερίκ Νιμανί, φόρεσε τη φανέλα του ΠΑΟΚ σε 14 παιχνίδια (β΄ μισό της σεζόν 2011-12), πετυχαίνοντας μόλις ένα γκολ (στο 2-0 κόντρα στη Δόξα Δράμας). Φτωχός υπήρξε και ο απολογισμός του Μπόμπαν Κρισμάρεβιτς, μεταγραφή από την Ανόρθωση το Δεκέμβριο του 1998, αφού είχε βρει δίχτυα μόνο τρεις φορές σε σύνολο 15 συμμετοχών
Ο πρώτος φορ, που είχε αποκτηθεί στη μέση της σεζόν (το Δεκέμβριο του 1984 από το Μακεδονικό), ήταν ο Μιχάλης Ιορδανίδης. Παρέμεινε στην Τούμπα για τέσσερα χρόνια, διάστημα στο οποίο πέτυχε οχτώ γκολ. Πέντε χρόνια αργότερα (Δεκέμβριος 1989) ο Αρης Καρασαββίδης επέστρεψε για μια δεύτερη θητεία στην Τούμπα, που όμως δεν κράτησε για περισσότερο από ενάμισι χρόνο (34 ματς-τέσσερα γκολ).
ΒΑΛΕΝΣΙΑ, Η ΑΛΛΙΩΣ… «ΤΡΕΝΟ»
Τον Ιανουάριο του 1999 ο αναπληρωτής πρόεδρος της ΠΑΕ Νίκος Βεζυρτζής έκρινε ότι έπρεπε να προχωρήσει σε περαιτέρω ενίσχυση του ρόστερ, συμφωνώντας με την Ιντεπεντιέντε αντί 200 χιλιάδων δολαρίων για την απόκτηση του Αντόλφο Βαλένσια (φωτ.). Και όταν ο Κολομβιανός επιθετικός (είχε αγωνιστεί και στα τρία παιχνίδια της εθνικής του ομάδας στο Μουντιάλ της Γαλλίας το αμέσως προηγούμενο καλοκαίρι) πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, έτυχε αποθεωτικής υποδοχής από εκατοντάδες οπαδούς του ΠΑΟΚ.
«Ο Βαλένσια αποτελεί προσωπική μου επιλογή. Δουλειά του προπονητή είναι να προπονεί τους παίκτες, δεν είναι ο πρόεδρος της ομάδας. Αν δεν του αρέσει ο Βαλένσια, ας μην το βάλει να παίζει». Μ’ εκείνο τον τρόπο είχε απαντήσει δημοσίως ο Βεζυρτζής στον Αγγελο Αναστασιάδη, ο οποίος είχε ενημερωθεί εκ των υστέρων για την απόκτηση του λατινοαμερικάνου επιθετικού. Ο τότε τεχνικός του Δικεφάλου είχε αντιδράσει και για τον επιπλέον λόγο ότι ο παίκτης, εκείνο το διάστημα, ήταν τραυματίας.
«Το όνομά μου είναι Βαλένσια. Για εσάς, πάντως, είναι πιο εύκολο να με αποκαλείτε… “τρένο”, έλεγε ο Κολομβιανός επιθετικός κατά την παρουσίασή του. Και πρόσθετε: «Είμαι στεναχωρημένος γι’ αυτά που δημιουργήθηκαν εξαιτίας του τραυματισμού. Σε 12-15 μέρες θα είμαι έτοιμος». Οι εξετάσεις έδειξαν ότι όντως ήταν τραυματίας με θλάση στο δικέφαλο. Έκανε ντεμπούτο στις 7 Μαρτίου 1999 (ΠΑΟΚ-Εθνικός 0-0), ενώ μέχρι το τέλος της σεζόν πέτυχε τρία γκολ. Την περίοδο που ακολούθησε σκόραρε οχτώ φορές σε δεκαεννέα συμμετοχές (τελευταία εμφάνισή του στην εκτός έδρας ήττα της 5ης Φεβρουαρίου 2000 από την ΑΕΚ με 2-0).
Πηγή: Forza