Ο εργοφυσιολόγος του ΠΑΟΚ, Γιώργος Ζιώγας αναλύει τη δουλειά, που γίνεται στο κομμάτι των φυσικών ικανοτήτων των παικτών και η οποία ουσιαστικά δεν σταματάει ποτέ
Οι παίκτες του ΠΑΟΚ διανύουν αυτήν την εποχή τις καλοκαιρινές διακοπές, ωστόσο δεν μπορούν να είναι και εντελώς ξέγνοιαστοι, μια και θα πρέπει να προετοιμάζονται για την…προετοιμασία, που τους περιμένει από τα τέλη του μηνός και μετά.
Μιλώντας στη FORZA, ο εργοφυσιολόγος του ΠΑΟΚ, Γιώργος Ζιώγας αναφέρθηκε αρχικά στο ποια θα πρέπει να είναι η καθημερινότητα των παικτών στη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών τους, έτσι ώστε να είναι πιο ομαλή η επιστροφή στις προπονήσεις.
«Ανάλογα με την επιβάρυνση, που είχε ο κάθε παίκτης και τη συμμετοχή του καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, και σίγουρα ανάλογα με τη θέση και τις εντάσεις που είχε, του δόθηκε από το προπονητικό τιμ συγκεκριμένο πρόγραμμα για ν’ ακολουθήσει. Και μαζί με αυτό του δόθηκε, από τους γυμναστές κ. κ. Κομσή και Δανιηλίδη, κι ο εξοπλισμός, δηλαδή μια μικρή φορητή συσκευή, που οι παίκτες τη φοράνε κάθε φορά, που κάνουν προπόνηση. Μ’ αυτόν τον τρόπο, γνωρίζουμε κι εμείς τι θα γίνει σ’ αυτό το διάστημα των διακοπών. Όταν θα επιστρέψουν, θα περάσουν πρώτα από εργομετρικό έλεγχο και, έχοντας αναλύσει προηγουμένως και τα δεδομένα από τις διακοπές, θα μπορούμε να πούμε ποιοι θα πρέπει να δουλέψουν περισσότερο και ποιοι λιγότερο. Ειδικά για τις ομάδες, όπως είναι ο ΠΑΟΚ, που δίνουν νωρίς μέσα στο καλοκαίρι τα πρώτα ευρωπαϊκά και κρίσιμα παιχνίδια τους, η περίοδος προετοιμασίας τους είναι πολύ μικρή, αφορά λίγες μόνο εβδομάδες. Οπότε, η δουλειά θα πρέπει να είναι πολύ στοχευμένη και θα πρέπει να γνωρίζουμε τα πάντα πριν την έναρξη της προετοιμασίας».
Πόσο σημαντική είναι η επένδυση, που έχει κάνει ο ΠΑΟΚ πάνω στο αντικείμενο της δικής σας δουλειάς;
«Τα δώδεκα τελευταία χρόνια, που βρίσκομαι κι εγώ στην ομάδα, ο ΠΑΟΚ έχει ένα πλάνο ελέγχου όλων των ποδοσφαιριστών, όχι μόνο των επαγγελματιών, αλλά από την Κ-14 και πάνω. Ολοι οι παίκτες υποβάλλονται στα ίδια εργομετρικά τεστ, δύο-τρεις φορές το χρόνο, έτσι ώστε να παρακολουθούμε την πορεία τους. Επιπλέον, με τον ίδιο τρόπο παρακολουθούμε και την πρώτη ομάδα και την Κ-19, μια και οι παίκτες της ομάδας νέων φορούν ακριβώς τον ίδιο εξοπλισμό νέων τεχνολογιών. Επομένως, όταν πριν από ένα χρόνο ο Αμπέλ Φερέιρα ανέβασε στην πρώτη ομάδα τον Τζόλη, τον Μιχαηλίδη, τον Τσιγγάρα και τα άλλα παιδιά από την Κ-19, ήδη γνωρίζαμε ότι αυτοί οι παίκτες προπονούνταν στο ίδιο επίπεδο και είχαν τα απαιτούμενα τρεξίματα. Κι αυτό το γεγονός κάνει τη μετάβαση, αλλά και τη δουλειά του προπονητή πολύ πιο εύκολη. Αρα, επένδυση έχει γίνει και σ’ αυτό το κομμάτι. Επιπλέον, εδώ και πέντε χρόνια ο ΠΑΟΚ έχει δημιουργήσει μια επιπλέον βάση δεδομένων από τις προπονήσεις και τους αγώνες κα τα οποία αναλύονται περαιτέρω, σύμφωνα με αυτά που ζητάει κάθε φορά ο προπονητής και οι γυμναστές. Δεν βλέπουμε, δηλαδή, απλά και μόνο την καθημερινή δραστηριότητα των παικτών, αλλά βλέπουμε και μακροπρόθεσμα. Βλέπουμε τις εβδομάδες με πολλαπλούς αγώνες, με λιγότερους αγώνες, γενικά έχουμε τη δυνατότητα να δούμε και ν’ απαντήσουμε στα ερωτήματα, που θέτουν ο προπονητής και οι γυμναστές και, άρα, να διευκολύνονται και στις αποφάσεις τους. Ο συνεχής, λοιπόν, έλεγχος τα τελευταία δώδεκα χρόνια όλων των παικτών από 14 χρονών και πάνω, η χρήση των δεδομένων αυτών και η βάση, που δημιουργήθηκε επί διοικήσεων του κ. Σαββίδη μας δίνουν πολλά όπλα, που μπορούμε να χειριστούμε. Να προσθέσω μόνο ότι ο εξοπλισμός, που χρησιμοποιούμε είναι ακριβώς ο ίδιος που χρησιμοποιούν και οι συμμετέχουσες στο Τσάμπιονς Λιγκ ομάδες».
Πώς λειτουργεί η βάση δεδομένων
Ποια ακριβώς είναι τα καθήκοντα του εργοφυσιολόγου σε μια ομάδα; «Είναι, κυρίως, ο έλεγχος των φυσικών ικανοτήτων των ποδοσφαιριστών και, κατ’ επέκταση της ομάδας» απαντά ο Ζιώγας, και συνεχίζει: «Αυτό επιτυγχάνεται με δύο τρόπους. Ο ένας είναι μέσω ελέγχων στο εργαστήριο, δύο-τρεις φορές το χρόνο, ανάλογα με το πρόγραμμα της ομάδας, όπου αναλύονται πολλά στοιχεία, όσον αφορά τις φυσικές ικανότητες των παικτών, αντοχή, δύναμη, εκρηκτικότητα, χρόνοι αντίδρασης κλπ. Αλλά το μεγαλύτερο κομμάτι αφορά την ανάλυση των δεδομένων των παικτών απ’ όλες τις προπονήσεις και τους αγώνες. Οι παίκτες φορούν κάθε φορά ειδικό εξοπλισμό στους αγώνες και τις προπονήσεις και εμείς παίρνουμε τα δεδομένα, τα αναλύουμε και βλέπουμε πώς πάει ο κάθε παίκτης, πώς πάει η ομάδα, αν επιτυγχάνονται οι στόχοι σε καθημερινή βάση, όσον αφορά πάντα τις φυσικές ικανότητες».
Πόσο στενή είναι η συνεργασία σας με τον εκάστοτε προπονητή;
«Η πιο στενή συνεργασία έχει να κάνει κυρίως με τους γυμναστές της ομάδας και δευτερευόντως με τον προπονητή. Κι αυτό, γιατί πολλά από τα δεδομένα, που αναλύουμε και βλέπουμε, ενημερώνουμε πρώτα τους γυμναστές και κατόπιν, αν χρειαστεί, και τους βοηθούς τους. Ο προπονητής είναι επιφορτισμένος με πολλά πράγματα, και εμείς θέλουμε οι πληροφορίες να φθάσουν σ’ αυτόν, αφού πρώτα περάσουν από τους γυμναστές και να μην γίνεται ένας…βομβαρδισμός πληροφοριών προς τον προπονητή. Κι αν είναι πολλές αυτές οι πληροφορίες, μπορεί στην πορεία κάπου να χαθούν, ενώ κάλλιστα μπορούν να φιλτραριστούν και ν’ αντιμετωπιστούν καλύτερα».
Ποιες ήταν οι επιπλέον δυσκολίες που προέκυψαν, εξαιτίας της πανδημίας, από την έναρξη της περσινής καλοκαιρινής προετοιμασίας και κατά πόσο επηρέασαν την ομάδα;
«Η πανδημία ήταν ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό γεγονός για όλες τις ομάδες παγκοσμίως. Το κλειδί στη διαχείριση των συνεπειών και στη γρηγορότερη επανένταξη των ποδοσφαιριστών έχει να κάνει με τη δυνατότητα κάποιων ομάδων να διαθέτουν μεγάλη βάση δεδομένων από τα περασμένα χρόνια και η οποία εμπλουτίζεται σε ετήσια βάση. Συνεπώς, ακόμη και στο διάστημα της πανδημίας, γνωρίζαμε πόσο δούλευε ο κάθε ποδοσφαιριστής γιατί είχαμε δώσει στον καθένα απ’ αυτούς τον αντίστοιχο εξοπλισμό, τον οποίο φορούσε όταν έκανε την προπόνησή του. Και στη συνέχεια εμείς παίρναμε όλα τα σχετικά δεδομένα. Επιστρέφοντας, λοιπόν, από την καραντίνα, εμείς ξέραμε τι είχαν κάνει, ποιοι είχαν δουλέψει περισσότεροι και ποιοι λιγότερο και, συνεπώς, ήταν πολύ πιο στοχευμένη η μετέπειτα παρέμβαση των γυμναστών. Επίσης, η συγκεκριμένη βάση δεδομένων μας έδωσε τη δυνατότητα να βλέπουμε καθημερινά, αλλά και σε εβδομαδιαία βάση το πόσο δούλεψε ο καθένας, με αποτέλεσμα να διαπιστώνουμε εγκαίρως τα προβλήματα, πριν αυτά κάνουν την εμφάνισή τους μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Επομένως, οι ομάδες, που πλεονεκτούσαν έναντι των άλλων εν μέσω πανδημίας ήταν εκείνες, που είχαν βάσεις δεδομένων από τα περασμένα χρόνια, κάτι που τις διευκόλυνε στη διαχείριση των συνεπειών εκείνης της δυσάρεστης κατάστασης».
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗ
«Πέρα από τους γυμναστές και, δευτερευόντως με την τεχνική ηγεσία, στενή είναι η συνεργασία και με το ιατρικό επιτελείο και τον κ. Ράλλη, αφού ελέγχουμε και τους παίκτες, που επανέρχονται μετά από τραυματισμούς. Και εκεί ο ΠΑΟΚ επίσης διαθέτει πολύ καλούς γυμναστές, τους κ. κ. Καναρά και Αλεξιάδη. Αυτοί οι παίκτες ακολουθούν ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα, βασισμένο στα δεδομένα που ήδη διαθέτουμε και, συνεπώς, η επανένταξή τους είναι πολύ πιο εύκολη, αλλά επίσης και πιο ελεγχόμενη».
ΙΔΙΕΣ, ΑΛΛΑ…ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
Ο Μπάμπα κι ο Καγκάβα
Γιατί ο Γκανέζος μπακ απέκτησε αγωνιστικό ρυθμό, σε αντίθεση με τον Ιάπωνα μεσοεπιθετικό
Toν περασμένο Ιανουάριο αποκτήθηκαν δύο παίκτες, οι Μπάμπα και Καγκάβα, που προέρχονταν ουσιαστικά από αποχή. Ποια είναι η διαχείριση τέτοιων περιπτώσεων;
«Δύο είναι οι τρόποι για να διαπιστωθούν οι φυσικές ικανότητες τους. Ο ένας είναι μέσω του εργομετρικού ελέγχου και ο δεύτερος είναι να ζητήσουμε τα δεδομένα, που έχουν συλλεγεί από την προηγούμενη ομάδα τους. Για τον Καγκάβα, που είχε μεγάλο διάστημα απραξίας, δεν υπήρχαν ανάλογα δεδομένα. Τέτοιες περιπτώσεις παικτών, που απουσιάζουν από τη δράση, είναι ιδιόμορφες γιατί δεν γνωρίζει κανείς το κατά πόσο θ’ ανταποκριθούν σε επαναλαμβανόμενο ρυθμό έντονων προπονήσεων. Γιατί, είναι άλλο να κάνει αποκατάσταση και τρεξίματα ατομικά ή φυσική κατάσταση με ατομική επίβλεψη, κι άλλο να ακολουθήσει το ομαδικό πρόγραμμα. Κι ας μην ξεχνάμε ότι τον Ιανουάριο ο ΠΑΟΚ είχε τρία παιχνίδια την εβδομάδα. Τα παιδιά αυτά, λοιπόν, που πρέπει να προσαρμοστούν και να ενταχθούν στο νέο περιβάλλον, δεν μπορούν να δουλέψουν σε υψηλό τέμπο με την υπόλοιπη ομάδα, η οποία έχει πολλούς αγώνες να δώσει και συνεπώς οι προπονήσεις της θα έχουν λιγότερη ένταση. Γενικά, είναι δύσκολο για παίκτες, που προέρχονται είτε από τραυματισμούς, είτε από πολύμηνη αποχή και βλέπετε ότι σχεδόν κανείς δεν είναι έτοιμος από την αρχή, αλλά χρειάζονται κι αυτοί να βρουν το ρυθμό τους. Ο Μπάμπα, επειδή έπαιζε περισσότερο, πήρε γρηγορότερα αγωνιστικό ρυθμό, ο Καγκάβα δεν μπόρεσε να πάρει παιχνίδια, κι αυτό προφανώς τον άφησε πίσω».
Ρωτήσαμε, τέλος, για τις συνέπειες της πανδημίας στο επίπεδο των ομάδων νέων. Κι ο 52χρονος εργοφυσιολόγος απάντησε: «Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μπορούσαν να προπονηθούν. Είναι πολύ δύσκολο να κρατήσεις τις προσαρμογές, όταν δεν υπάρχει αγωνιστική ένταση, αλλά και ανταγωνισμός με τους αντιπάλους. Πάντως, οι συνέπειες θα είναι μικρότερες στο μέλλον για όσους παίκτες τήρησαν απαρέγκλιτα το πρόγραμμα των προπονητών τους στο διάστημα της καραντίνας».
Πηγή : FORZA