Η έλευση του Ζοσέ Μπότο εγγυάται ότι ο ΠΑΟΚ θα σταματήσει να φέρνει παίκτες που θα προσπαθούν να στύψουν τους τελευταίους ποδοσφαιρικούς τους χυμούς. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος…
Υπάρχουν δύο τρόποι να κάνεις scouting. Ο πρώτος, να δεις και να κρίνεις από μία άψυχη κόλλα χαρτί. Το βιογραφικό. Κάποιος που έχει παίξει τόσα χρόνια στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Μπορούσια Ντόρτμουντ, είναι 31,5 ετών θα πρέπει να κάνει πλάκα, ακόμα και περπατώντας στην Ελλάδα. Λογικό ακούγεται.
Ο δεύτερος, να ξεψαχνίσεις τα πάντα. Να ψάξεις για red flags. Να πονηρευτείς. Να αναρωτηθείς γιατί ένας τέτοιος τύπος εκδιώχθηκε ουσιαστικά από την τελευταία του ομάδα που έπαιζε στην Segunda Division; Τι τον έκανε να μείνει έξι μήνες χωρίς ομάδα; Τι έψαχνε; Τι ζητούσε; Γιατί να επιλέξει να έρθει στην ποδοσφαιρική άγονη γραμμή που λέγεται Ελλάδα;
Ο Σίνζι Καγκάβα είναι ένας αληθινός σενσέι -τιμητικός όρος που χρησιμοποιείται στην ιαπωνική γλώσσα για να δείξει κάποιον που είναι δάσκαλος, κάποιον που κατέχει άριστα και μπορεί να διδάξει, συνήθως μία τέχνη.
Ένας αληθινός μύστης του ποδοσφαίρου, ένας επαγγελματίας με όλα τα γράμματα κεφαλαία, κάποιος που είδε, έζησε, ανέπνευσε τα πάντα στο ποδόσφαιρο.
Το κακό όμως είναι ότι το ποδόσφαιρο εγκατέλειψε το κορμί του. Το μοτέρ του Ιάπωνα έκανε τόσα χρόνια, τόσα χιλιόμετρα στην μέγιστη δυνατή καταπόνηση που η μηχανή κλάταρε. Σε τέτοιες περιπτώσεις λίγο λιπαντικό δεν αρκεί να ξεγελάσεις την αλήθεια. Όλοι ξέρουν ότι ο μόνος δρόμος είναι η απόσυρση.
Ο Σίνζι Καγκάβα έφυγε αφήνοντας ως παρακαταθήκη την έμφυτη ευγένεια του. Οι Ιάπωνες έχουν 20 διαφορετικούς τρόπους για να ζητήσουν συγγνώμη, είναι μέρος της κουλτούρας, της ηθικής, του σεβασμού, του τρόπου για να συνυπάρχουν με τους γύρω τους. Η δική του συγγνώμη για όσα δεν πρόσφερε στον ΠΑΟΚ την ημέρα που ανακοινώθηκε η λύση της συνεργασίας του, ήταν το μόνο χάι-λάιτ που θα έχει να θυμάται κανείς από δαύτον.