Αν ο ΠΑΟΚ θέλει να αποκλείσει τη Μίντιλαντ θα πρέπει να βρει 11 ψαρωτικά βλέμματα σαν κι αυτά του Ίνγκι Ίνγκασον. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος…
Δεν τον θυμάμαι ποτέ να γελάει. Ούτε καν να μειδιά. Είναι πάντα συμπαγής, στέρεος, τετράγωνος. Ακόμα και στην πιο χαρούμενη στιγμή για έναν ποδοσφαιριστή -ένα προσωπικό γκολ- ετούτος είναι πάντα μετρημένος. Το πολύ – πολύ να βγάλει καμία πολεμική ιαχή, όπως εκείνη με την οποία οι «ψαράδες»τράνταξαν όλη την Ευρώπη στην παρθενική τους παρουσία σε Euro το καλοκαίρι του 2016.
Δεν τον θυμάμαι επίσης ποτέ να πανικοβάλλεται. Να δειλιάζει. Να λιγοψυχεί. Δεν τρόμαξε ποτέ στην θέα κάποιου αντιπάλου, κάποιου αντιπάλου, κάποιας σκληρής έδρας. Είναι ένα πρωτοπαλίκαρο που μαζί του θα πήγαινες άφοβα σε κάθε μάχη.
Το βλέμμα του είναι πάντα σοβαρό, ευθύ, διαπεραστικό. Έχει το λεγόμενο poker-face τις περισσότερες φορές είναι αδύνατον να τον «διαβάσεις», να καταλάβεις τι σκέφτεται, αν φοβάται, αν τον απασχολεί κάτι.
Είναι ένας πραγματικός iceman, που ότι κι αν του συμβεί παραμένει ψύχραιμος, λες και οι παλμοί του δεν ανεβαίνουν ποτέ, λες και δεν κυλάει αίμα στις φλέβες του. Αν τον ακούσει κανείς να μιλάει, τα ντεσιμπέλ δεν ανεβαίνουν ποτέ, μιλάει με ένα ληθαργικό τρόπο, λες και δεν έχει συναισθήματα, λες και όλα είναι μία ευθεία γραμμή.
Ακόμα και στην πιο σημαντική επαγγελματική του στιγμή, μία πλουσιοπάροχη ανανέωση συμβολαίου, που εξασφαλίζει διά βίου αυτόν και την οικογένεια του, ήταν αγέλαστος, μετρημένος, στιβαρός. Ήρθε να τον τονώσει ψυχολογικά, μία ημέρα πριν από ένα ματς που μπορεί να αλλάξει μία ολόκληρη σεζόν, καριέρες ενδεχομένως.
Γι’ αυτόν το ποδόσφαιρο είναι δουλειά. Μία δουλειά που πρέπει να γίνει. Δεν έχει σημασία πόσο δύσκολη είναι, πόσο απαιτητική, πόσο ζόρικη. Είναι καθήκον. Υποχρέωση. Κι αυτός είναι ένας άνθρωπος του καθήκοντος.
Για πολλούς και διάφορους λόγους το panic button είναι έτοιμο να πατηθεί ξανά στον ΠΑΟΚ. Η ομάδα δείχνει ξανά να μπούκωσε, παίζει στα κόκκινα εδώ και καιρό. Δεν είναι τόσο τα δύο συνεχόμενα άσφαιρα παιχνίδια στην Δανία και στο Κλεάνθης Βικελίδης, δεν είναι αφύσικο για μία ομάδα να μην βρει δίχτυα σε δύο σερί ματς. Είναι περισσότερο ότι αθροιστικά σε αυτές τις δύο αναμετρήσεις, ο Δικέφαλος είχε αθροιστικά δύο τελικές προς την αντίπαλη εστία και καμία κλασική ευκαιρία. «Αχ» δεν ακούστηκε για 180 (και κάτι λεπτά). Κι αυτό μαρτυρά κούραση, μπούχτισμα, βαριά πόδια.
Ο ΠΑΟΚ πάει στο σημαντικότερο ματς της σεζόν χωρίς να έχει από κάπου να πιαστεί. Βρίσκεται ήδη με την πλάτη στον τοίχο, πρέπει να ανατρέψει σκορ. Δεν είναι καλός σε αυτό, συνήθως όταν πρέπει να το κάνει στην Ευρώπη -και δη στην Τούμπα- μαγκώνει, πνίγεται, θολώνει.
Κι ύστερα είναι κι αυτός ο… κουτσοφλέβαρος: ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Ουντινέζε, Μπενφίκα, Σάλκε. Τέσσερα μεγάλα ραντεβού σε νοκ-άουτ μέσα στον Φεβρουάριο, ισάριθμοι αποκλεισμοί, χωρίς ούτε ένα γκολ στην Τούμπα. Ζόρι μεγάλο.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο μοναδικός σέντερ-φορ που ο ΠΑΟΚ «έλιωσε» από την χρήση, τέθηκε νοκ-άουτ λίγο πριν από το παιχνίδι που η ομάδα του θα τον χρειαζόταν περισσότερο από ποτέ. Ο Τσούμπα Άκπομ θα δει το παιχνίδι με πολιτικά ρούχα, το βάρος πέφτει στους ώμους του Μίρκο Αντόνιο Τσόλακ, ο οποίος ότι ψυχολογικά έχει κάθε φορά που φοράει τα ασπρόμαυρα, θα πρέπει να τα παρκάρει στο πολύ πίσω μέρος του μυαλού του. Άλλη τέτοια ευκαιρία να μετατραπεί από zero (πάντα σε ότι αφορά την προσφορά του σε γκολ) σε… hero δεν θα ξαναβρεί.