Υπέφερε. Πιέστηκε. Έφαγε ξύλο. Λαβώθηκε. Μάτωσε. Κι εκεί που νόμιζες ότι θα λυγίσει, ο ΠΑΟΚ αναστήθηκε από τις στάχτες του και φτερούγισε ψηλά, πολύ ψηλά. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος.
Δεν έμοιαζε πια με ποδοσφαιρικό ματς, ήταν κάτι άλλο. Ήταν αγώνας μποξ. Ήταν «ξύλο». Ήταν σενάριο για το Ρόκι 6.
Ο ΠΑΟΚ ήταν στο καναβάτσο. Στα σχοινιά. Δεν μπορούσε να πάρει ανάσα, να σηκώσει κεφάλι. Ντιρέκτ, κροσέ, άπερκατ. Στο κεφάλι, στο σώμα, παντού.
Πόδια με γάζες, όπως το γόνατο του Τσούμπα και ο μηρός του Αντρέ. Κεφάλια ανοιγμένα, όπως αυτά του αρχηγού. Προσαγωγοί να λυγίζουν, όπως αυτοί του Κρέσπο. Ξύλο κανονικό, όχι αστεία.
Ηρωισμοί, αυταπάρνηση, ψυχή, πάθος, άρνηση υποταγής.
Η Γάνδη βγήκε στο… ρινγκ με μανία, με φούρια, με θυμό. Βγήκε όπως ο Απόλο Κριντ, ο Ιβάν Ντράγκο και ο Mr. T.
Έριξε τις πρώτες γερές, στρίμωξε στα σχοινιά τον αντίπαλο, τον «μάτωσε» κυριολεκτικά και μεταφορικά, όμως ξέχασε πως σε τέτοια ματς χρειάζεται διαχείριση, πονηριά, ψυχή, κλάση, σωστή κατανομή δυνάμεων, πνευματική ισορροπία.
Ο ΠΑΟΚ βούλιαζε χωρίς σανίδα σωτηρίας. Το σκορ ήταν στο 1-1 και η Γάνδη πίεζε με κάθε τρόπο, πολιορκούσε από ξηρά, θάλασσα και αέρα. Δεν θυμάμαι άλλη ομάδα να έχει κάνει τόσες κλασικές ευκαιρίες στον ΠΑΟΚ του Λουτσέσκου (12 τελικές στο πρώτο μέρος), να τον έχει στριμώξει τόσο πολύ, ίσως στο Άμστερνταμ να είχε τόση κατηφόρα.
Οι Βέλγοι γέμιζαν. Γέμιζαν συνεχώς. Κέρδιζαν δεύτερες μπάλες και ανατροφοδοτούσαν την πίεση. Στόχευαν από το πρώτο λεπτό την αριστερή πλευρά του ΠΑΟΚ με την ελλειμματική αμυντική συνεργασία του Μπίσε με τον Αντρέ.
Από εκεί τα έκαναν όλα. Από εκεί σκάρωσαν τις καλύτερες ευκαιρίες τους, από εκεί βρήκαν το γκολ, από εκεί έχασαν την κλασικότερη ευκαιρία τους, στο ξεκίνημα της επανάληψης.
Ο Ρόκι επιστρέφει σχεδόν σε όλα ta sequel, από την γη των νικημένων, εκεί που θα θαρρείς πως δεν του ‘χει μείνει άλλη ψυχή, εκεί που θαρρείς ότι έχει παραδώσει σώμα και ψυχή. Εκεί που αιμορραγεί και… ψυχορραγεί.