Ήταν μια σεζόν τεράστια στο μυαλό και στην πράξη. 291 ημερολογιακές μέρες από το πρώτο μέχρι το τελευταίο επίσημο παιχνίδι. Μια σεζόν εξουθενωτική για όλους. Ένα ατελείωτο ταξίδι πήγαινε-έλα μεταξύ Κυριακής και Πέμπτης, πιο συχνό από το δρομολόγιο Ρίο-Αντίρριο.
Ο ΠΑΟΚ έμεινε χωρίς κάποιο τρόπαιο για να επιδεικνύει αλλά τα έκανε όλα στο μάξιμουμ. Μάξιμουμ αγώνες (59), μάξιμουμ ποδοσφαιριστές (33), μάξιμουμ ταξίδια, μάξιμουμ υποχρεώσεις, μάξιμουμ απαιτήσεις, μάξιμουμ κούραση. Η φετινή κούπα που δεν θα μπει σε τροπαιοθήκη είναι η λαμπρή πορεία του στην Ευρώπη. Ίσως μάλιστα την είχε ανάγκη περισσότερο από ένα ακόμα κύπελλο Ελλάδας. Το πρωτάθλημα που στην αρχή φαινόταν βουνό και τον Δεκέμβριο ανέκδοτο, είναι λίγο άτοπο να εκληφθεί τελικά ως αποτυχία η μη κατάκτηση του. Η διαφορά από τον πρώτο Ολυμπιακό κρίνεται ως υπερβολική επειδή οι “ερυθρόλευκοι” παρουσιάστηκαν μέτριοι, όχι γιατί ο Δικέφαλος είχε τα φόντα για να την μηδενίσει.
Για όλα αυτά, 33 ποδοσφαιριστές πήραν σήμα από τον Ράζβαν Λουτσέσκου για να φορέσουν την ασπρόμαυρη φανέλα και να μπουν στο γήπεδο. Άλλοι περισσότερο από αυτό που έπρεπε, άλλοι λιγότερο, άλλοι προσφέροντας, άλλοι απογοητεύοντας.
Ο απολογισμός είναι συνώνυμο του τέλους μιας περιόδου. Ας τον ξεκινήσουμε.
Αλέξανδρος Πασχαλάκης: Έπαιξε σε 54 αγώνες διανύοντας την τελευταία χρονιά του συμβολαίου του. Η απόδοσή του δεν είχε απότομες διακυμάνσεις ούτε υπέπεσε σε εξόφθαλμα καθοριστικά λάθη. Διένυσε κάποιες περιόδους φορμαρίσματος αλλά δεν κατάφερε να γίνει κομβικός. Παρουσίασε τα γνωστά προτερήματα και μειονεκτήματα που έχει ως τερματοφύλακας κατά την διάρκεια των 90λεπτων. Τίμιος αλλά όχι εμπιστοσύνης. Ποτέ δεν ξέρεις σε τι μέρα θα είναι. Ο κύκλος του στον ΠΑΟΚ έκλεισε και λογικά οι δυο πλευρές πήραν διαφορετικούς δρόμους.
Ζίβκο Ζίβκοβιτς: Έκανε μόλις 4 εμφανίσεις στο βασικό σχήμα και περιορίστηκε στον ρόλο του εμψυχωτή από τον πάγκο, στον οποίον έχει όντως έφεση. Με σημαντικές αδυναμίες ως τερματοφύλακας, κανονικά δεν θα πρέπει να έχει θέση ούτε ως δεύτερος στον νέο ΠΑΟΚ.
Ίνγκι Ίνγκασον: Επανήλθε σταδιακά στα τέλη του 2021, μετά τον σοβαρό τραυματισμό του, και άλλαξε όλη την αμυντική εικόνα του ΠΑΟΚ. Αποφασιστικός, επιδραστικός και καίριος στο παιχνίδι του, ανανέωσε το συμβόλαιό του και θα είναι ο πυλώνας της αμυντικής γραμμής της ομάδας.
Γιάννης Μιχαηλίδης: Από τους μεγάλους άτυχους της σεζόν καθώς τραυματίστηκε σοβαρά και θα επιστρέψει αφού ξεκινήσει το νέο πρωτάθλημα. Μέχρι να βγει off, πήρε τον ρόλο του βασικού αριστερό στόπερ. Δεν ήταν το ίδιο συμπαγής με την περίοδο που έπαιζε σε τριάδα άμυνας, δεν έλειψαν τα λάθη και τα κενά, αλλά υπήρχαν σημάδια βελτίωσης. Και κάπου εκεί έχασε την ροή με τον τραυματισμό του. Είναι υποχρεωμένος να καλύψει πολύ χαμένο έδαφος.
Ενέα Μιχάι: Περίεργη σεζόν για 23χρονο στόπερ καθώς έχανε και κέρδιζε θέση βασικού ανά διαστήματα, κάτι που δεν του επέτρεψε να βρει ρυθμό. Η έλλειψη αμυντικών στο πρώτο μισό, και η “αναγκαστική” συνύπαρξή του με τον Μιχαηλίδη δεν ευνόησε κανέναν από τους δυο καθώς έλειπε το ηγετικό στόπερ δίπλα τους. Είχε πρόταση να πάει δανεικός τον Ιανουάριο αλλά ο ΠΑΟΚ τον χρειαζόταν. Μάζεψε εμπειρίες, είχε κάποιες καλές εμφανίσεις, εξακολουθεί να ζορίζεται όταν το αποτέλεσμα στραβώνει κατά τη διάρκεια του ματς.
Φερνάντο Βαρέλα: Φανερή η φθίνουσα πορεία των αντοχών, της αποτελεσματικότητας και των αντανακλαστικών του. Δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη μέχρι που ήρθε και το θέμα με την μεταγραφή του γιου του στην Μπενφίκα, που τον έθεσε εκτός ομάδας. Σοβαρό το λάθος του, δίκαια η αντίδραση του ΠΑΟΚ, αναγκαστική η επάνοδός του με το credit να πηγαίνει και στις δυο πλευρές. Επανήλθε όταν πάλι τα νούμερα στα στόπερ δεν έβγαιναν και ανταποκρίθηκε αξιοθαύμαστα σε όσα ματς χρησιμοποιήθηκε.
Χοσέ Κρέσπο: Χρησιμοποίησε ενδεδειγμένα και πλήρως την εμπειρία του στα ματς που έπαιξε και ήταν σημείο αναφοράς στην άμυνα του ΠΑΟΚ. Είχε τις σωστές τοποθετήσεις και τις σωστές επεμβάσεις, ακόμα και το πάθος που χρειαζόταν σε συγκεκριμένες αναμετρήσεις. Χρεώνεται το λάθος στο γκολ της Μαρσέιγ στην Τούμπα αλλά ήταν ένα πταίσμα στην συνολική του παρουσία.
Σίντκλεϊ: Είναι φοβερό ότι ένας παίκτης που ήρθε στις τελευταίες μέρες της μεταγραφικής περιόδου, κατέγραψε τελικά 51 ματς στην σεζόν. Μέχρι ένα σημείο της χρονιάς είχε το πλεονέκτημα της ενέργειας που έβγαζε, ένα χαρακτηριστικό που γενικά έλειπε (και λείπει) από το ρόστερ του ΠΑΟΚ. Αυτό κάλυπτε κάπως την γενική αφερεγγυότητά στα αμυντικά του καθήκοντα. Στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν έχασε και αυτήν την αγωνιστική ένταση (προφανώς λόγω κούρασης) και κατέληξε ως αναγκαστική λύση στο αριστερό άκρο.
Αντρέ Βιεϊρίνια: Προσπάθησε να διαχειριστεί περισσότερους αγώνες από όσους μπορούσε να αντέξει. Η παρουσία του στην ενδεκάδα έδινε άλλη πνευματική οντότητα στην ομάδα, ακόμα και όταν στην πράξη δεν είχε την ανάλογη αγωνιστική απόδοση. Δυσκολεύτηκε αμυντικά όταν είχε μπροστά του στην πλευρά τον Μπίσεσβαρ, τα ξεπερνούσε με το πάθος, την αυταπάρνηση και την εμπειρία του.
Μάριος Τσαούσης: Έπαιξε ένα 90λεπτο στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό στην Τούμπα. Ως μη γενόμενο το λάθος που έφερε το γκολ των “ερυθρολεύκων”. Θα μπορούσε να είχε πάρει αλλού και άλλες ευκαιρίες. Το μέλλον είναι μπροστά του.
Ζοάν Σάστρε: Ήρθε μεσούσης της σεζόν για να καλύψει ένα κενό που τελικά… πρόλαβε ήδη να καλυφθεί από τον Λύρατζη. Ξεκίνησε με φόρα δείχνοντας αγωνιστικά προτερήματα αλλά μετά, το “μία μέσα-μία έξω” δεν του επέτρεψε να βρει ρυθμό. Επιδραστικός στο δημιουργικό κομμάτι, με ποιότητα στις ενέργειές του, δεν κρύβεται. Έχει καλά πόδια, χρησιμοποιεί έξυπνα το αριστερό για σέντρες από δεξιά. Χρειάζεται βελτίωση στο αμυντικό κομμάτι, αλλά μαζί με τον Λύρατζη συνιστούν ένα εξαιρετικό δίδυμο δεξιών μπακ για τα επόμενα χρόνια.
Λούκας Τέιλορ: Και μόνο που ήταν η πρώτη μεταγραφή που ανακοινώθηκε από τον ΠΑΟΚ πέρσι το καλοκαίρι, συνιστά καλαμπούρι. Ένας παίκτης που δεν έχει καθίσει ποτέ πάνω από έξι μήνες σε μια ομάδα, έκλεισε τον πρώτο χρόνο από τα τρία (!) του συμβολαίου του στον ΠΑΟΚ. Με πολλές και μεγάλες αδυναμίες στο τακτικό και στο αμυντικό κομμάτι, μέχρι ένα σημείο δεν ήξερε πού βρισκόταν μέσα στο γήπεδο. Τίμιος, αγαθό και καλό παιδί, δεν δημιούργησε ποτέ πρόβλημα, αλλά… την αδερφή μου την έχω παντρέψει. Το να συνεχίσει να βρίσκεται στο ρόστερ αγγίζει τα όρια της ντροπής.
Ροντρίγκο Σοάρες: Δεν υπολογιζόταν σχεδόν από το ξεκίνημα της σεζόν, παρόλα αυτά ήταν κύριος μέχρι το τελευταίο ματς που έπαιξε, λίγες ώρες πριν αποχωρήσει από την ομάδα. Τίποτα παραπάνω από ένα αναλώσιμο δεξί μπακ.
Λευτέρης Λύρατζης: Είδε να περνούν από μπροστά του πιθανά και απίθανα δεξιά μπακ μέχρι που ο Λουτσέσκου πήρε την απόφαση να τον εμπιστευτεί. Άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά, δείχνει συνεχή και αλματώδη βελτίωση σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού: τακτικούς, αμυντικούς, δημιουργικούς. Έστω και από… σπόντα, ο ΠΑΟΚ βρήκε τον δεξιό οπισθοφύλακα των επόμενων χρόνων.
Ντόουγκλας Αουγκούστο: Του ανατέθηκε ένας σύνθετος ρόλος “δεκαριού” από τον Λουτσέσκου, στον οποίο ανταποκρίθηκε αρκετά καλά, έστω και ανά περιόδους. Όταν ήταν σοβαρός και πειθαρχημένος, ήταν και κομβικός για την ομάδα του. Η συγκέντρωση όμως δεν είναι το φόρτε του, οπότε υπήρχαν φορές που εξέθεσε την ομάδα και τον εαυτό του. Το κακό με τον Αουγκούστο είναι ότι θεωρεί τον εαυτό του καλύτερο από αυτό που είναι πραγματικά. Χρήσιμος ως εναλλακτική στα χαφ σε βάθος ρόστερ και για διάφορους ρόλους (6αρι-8αρι-10αρι), όχι όμως για να ξεκινάει από αυτόν η ενδεκάδα.
Φιλίπε Σοάρες: Ήρθε ως μεταγραφή προοπτικής και μπήκε κατευθείαν στα βαθιά. Λογικά τρακαρισμένος μέχρι να εγκλιματιστεί, πήρε χρόνο συμμετοχής και απέβαλλε σταδιακά το άγχος δείχνοντας κομμάτια του παιχνιδιού του. Ξεχωρίζει για τις εντάσεις και τα τρεξίματα που βγάζει στο γήπεδο, αρχίζει και παίρνει πρωτοβουλίες. Θα κριθεί ακόμα πιο αξιόπιστα μετά την πρώτη του προετοιμασία με τον ΠΑΟΚ.
Άντσερσον Εσίτι: Ο ΠΑΟΚ πάλεψε για να τον εντάξει στο παιχνίδι του, αλλά ο Νιγηριανός δεν μπόρεσε ποτέ να αποτελέσει αγωνιστικό γρανάζι της ομάδας. Τα χαρακτηριστικά του δεν είναι για πέταμα, αποτελεί ένα χρήσιμο 6αρι για πολλούς ευρωπαϊκούς συλλόγους, τον “έπνιξαν” πνευματικά (και επικοινωνιακά) όμως τα λάθη που έκανε κατά την διάρκεια των αγώνων.
Γιασμίν Κούρτιτς: Αλλιώς ξεκίνησε, αλλιώς του βγήκε στην πορεία. Η εκτελεστική του δεινότητα στα στημένα, τον μεταμόρφωσε σε πρώτο σκόρερ της ομάδας, την οποία “κουβάλησε” για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρι τελικά νομοτελειακά να “σιγάσει”. Ισχυρή προσωπικότητα εντός και εκτός γηπέδου, μέχρι σημείου παρεξηγήσεων μεταξύ των παικτών, τον οδηγεί κάποιες φορές να κάνει λάθη υπερβολικής εμπιστοσύνης στον εαυτό του. Ακούραστος σωματικά παρά την ηλικία του, έβγαλε επαρκώς 51 ματς.
Ομάρ Ελ Καντουρί: Η ποιότητα και η χρησιμότητά του στο παιχνίδι του ΠΑΟΚ δεν αμφισβητείται. Όπως δεν αμφισβητείται και η εκνευριστική ευπάθειά του σε κάθε είδους τραυματισμό και ασθένεια. Το ερώτημα είναι τι υπερισχύει και πόσο αυτό αντικατοπτρίζεται στο βαρύ συμβόλαιο που έχει. Έπαιξε μόλις 26 από τα 59 ματς της σεζόν, λογικά δεν κατάφερε να βρει ρυθμό και να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για το σύνολο του Λουτσέσκου.
Στέφαν Σβαμπ: Πολλές οι διακυμάνσεις στην απόδοσή του. Ξεκίνησε την σεζόν βγάζοντας φρεσκάδα και αποτελεσματικότητα, από ένα σημείο και μετά έπεφτε σταδιακά μέχρι που “ξύπνησε” ξανά στο φινάλε. Δεν τίθεται θέμα για τον ποιότητα και τις ηγετικές του ικανότητες, μοιάζει όμως να “χάνεται” σε περιόδους που η ομάδα τον έχει ανάγκη.
Σίντζι Καγκάβα: Ο Ιάπωνας μέσος είχε αποφασίσει να αποχωρήσει από την ενεργό δράση, απλά δεν τον ανακοίνωσε ποτέ. Ούτε πριν έρθει στον ΠΑΟΚ, ούτε τώρα που βρίσκεται στην Σιντ Τρούιντεν. Απλά συνεχίζει τα guests…
Ντιέγκο Μπίσεσβαρ: Από δανεικός στην Κύπρο και μετέωρος στον ΠΑΟΚ, έφτασε να είναι αναντικατάστατος με 51 ματς στα 34 του. Δεν υπάρχει λογική σε όλο αυτό. Όσο είχε δυνάμεις στην αρχή της σεζόν, κατάφερνε και έβγαζε το φίδι από την τρύπα. Από εκεί και μετά, η κούραση “θόλωσε” και το μυαλό του που έδινε εντολές, αλλά το σώμα δεν ανταποκρινόταν.
Χάρης Τσιγγάρας: Άργησε να πάρει εντολή… ενδεκάδας αλλά, όπως και ο Λύρατζης, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που – σχεδόν αναγκαστικά – του δόθηκε. Αξιόπιστος στα χαφ παρά το νεαρό της ηλικίας του, με πολλά τρεξίματα, κερδίζει σταδιακά σε προσωπικότητα, πήρε πάνω του ανασταλτικά την ομάδα για ένα διάστημα μέχρι που… φράκαρε. Λογικό εφόσον μιλάμε για την πρώτη γεμάτη επαγγελματική σεζόν του
Γιάννης Κωνσταντέλιας: Χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα λεπτά πριν φύγει δανεικός τον Ιανουάριο για το Βέλγιο. Πολύ ταλέντο, μεγάλες προοπτικές αλλά άγουρος ακόμα σε μυαλό και τακτική ενσυναίσθηση.
Κάρολ Σφιντέρσκι: Έπαιξε μέχρι τα μέσα της σεζόν, όταν πήρε μεταγραφή για την Αμερική. Δεν μπόρεσε ποτέ να πάρει την φανέλα βασικού στο σπίτι, ίσως τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του δεν είναι αυτά του σέντερ φορ αλλά του δεύτερου επιθετικού. Πωλήθηκε την κατάλληλη στιγμή με το κατάλληλο αντίτιμο.
Αντρίγια Ζίβκοβιτς: Ξεκίνησε την σεζόν εξαιρετικά, κουβαλούσε σχεδόν μόνος του την ομάδα όταν αυτή σερνόταν, ανανέωσε το συμβόλαιό του με τον ΠΑΟΚ, και μετά άρχισε η… ελεύθερη πτώση μακράς διαρκείας. Αγνώριστος για σειρά μηνών, έχασε την έκρηξη, την προσωπική ενέργεια, την επαφή με τα δίχτυα, την δημιουργικότητα. Προς το τέλος έδειξε λίγο να… τεντώνεται στο κρεβάτι του αλλά δεν πρόλαβε να πιει καφέ.
Αλεξάντρου Μιτρίτσα: Αναιμικός και τσαπατσούλης στην πλειοψηφία των συμμετοχών του με την φανέλα του ΠΑΟΚ. Κακό συνήθειο που δεν αποβάλλεται το να κρατάει την μπάλα πολύ ώρα στα πόδια του, να μην πασάρει με την μία, ούτε με την… δύο. Χρήσιμος μόνο όταν έπρεπε να παίξει τον ρόλο του… ανακατωσούρα σε ροή αγώνα, αλλά καμιά φορά μπερδευόταν και ο ίδιος. Λίγες οι φορές που βοήθησε πραγματικά την ομάδα του.
Λέο Ζαμπά: Επέστρεψε τον Ιανουάριο μετά τον δανεισμό βγάζοντας ξανά όλα τα καλά και τα κουσούρια του. Ξεκίνησε με γκολ και αγκαλιές στον Λουτσέσκου για να φτάσει σε πειθαρχικά παραπτώματα. Ασόβαρος, απείθαρχος και απρόβλεπτος, δύσκολα μπορεί να γυρίσει κάποιος το κουμπί του.
Τόμας Μουργκ: Ανεπαρκής στα περισσότερα ματς τα οποία χρησιμοποιήθηκε, είτε τοποθετημένος στην πλευρά είτε στον άξονα, δεν μπαίνει σχεδόν ποτέ στο πνεύμα του αγώνα. Κάποια καλά στημένα ήταν η μόνη συμβολή του. Δεν δείχνει ότι μπορεί να σταθεί ούτε σαν εναλλακτική λύση από τον πάγκο.
Αντόνιο Τσόλακ: Επέστρεψε τον Ιανουάριο, φέρνοντας μαζί του το “ψυχολογικό” που είχε πριν φύγει από την Τούμπα ως δανεικός. Τα γκολ με Ολυμπιακό και ΑΕΚ ίσως του δώσουν ώθηση για την νέα σεζόν. Παραμένει ερωτηματικό αν θα έχει ποτέ στον ΠΑΟΚ τα νούμερα που είχε στις προηγούμενες ομάδες του.
Τσούμπα Άκπομ: Ήρθε άρον άρον μετά τον τραυματισμό του Ολιβέιρα. Ήταν μια κατάλληλη επιλογή δεδομένων των συνθηκών. Χρήσιμος σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού, μαχητικός και καλός με την μπάλα στα πόδια για να ανοίξει το ματς και τους συμπαίκτες του. Κατάφερε να πετύχει 11 γκολ σε 52 ματς, όμως το “κατάφερε” τα λέει όλα για την σχέση του με τα δίχτυα…
Νέλσον Ολιβέιρα: Μακράν η μεγαλύτερη γκαντεμιά του ΠΑΟΚ και του ίδιου. Άλλαξε όλα τα πλάνα και τις ισορροπίες. Η επίθεση του Δικεφάλου χτίστηκε το καλοκαίρι πάνω στον Πορτογάλο που όμως έχασε σχεδόν όλη την σεζόν με σοβαρό τραυματισμό.
Γιώργος Κούτσιας: Ο πιο αδικημένος του φετινού Δικεφάλου, δεν πήρε ποτέ κάποια σοβαρή ευκαιρία και αναλώθηκε μεταξύ πάγκου, εξέδρας και ΠΑΟΚ Β. Ήρθε πλέον η ώρα των αποφάσεων για την περίπτωσή του.
Ράζβαν Λουτσέσκου: Το γεγονός ότι δέχθηκε να επιστρέψει στον ΠΑΟΚ, μου προκάλεσε από μόνο του μεγάλη έκπληξη. Όχι φυσικά γιατί η εμβέλειά του ξεπέρασε αυτή του συλλόγου, αλλά γιατί μετά την κατάκτηση του αήττητου νταμπλ οι προσδοκίες θα ήταν – έστω νοερά – τουλάχιστον ίδιες. Με άλλα λόγια είχε μόνο να χάσει και ελάχιστα να κερδίσει.
Τα εργαλεία που του δόθηκαν δεν ήταν αυτά που χρειαζόταν για να κάνει πρωταθλητισμό. Κι όμως έφτασε κάποια στιγμή να τα διεκδικεί όλα, άσχετα αν δεν πήρε τίποτα. Άργησε λίγο (όπως συνηθίζει) να μοντάρει το σύνολο, αλλά έφτασε την ομάδα του πολύ πάνω από το ταβάνι της βάση δυναμικού. Παραμένει “κολλημένος” με τις παλιοσειρές έναντι των νιάτων, γιατί θεωρεί πως θα του δώσουν την νίκη “τώρα”. Εκτέθηκε κάπως με τους Λύρατζη-Τσιγγάρα και την καθυστέρηση ενσωμάτωσής τους στο rotation, θα μπορούσε να εντάξει και τον Κούτσια αλλά – ευτυχώς ή δυστυχώς – δεν ξέμεινε ποτέ από σέντερ φορ.
Γενικά, το πρόσημο της σεζόν είναι θετικό για τον Ρουμάνο τεχνικό με δεδομένο τον αριθμό αγώνων, τι είχε στα χέρια του και πού το έφτασε. Το γεγονός ότι δεν υπήρξε τρόπαιο (το κύπελλο Ελλάδας) για να “φωτίσει” την σεζόν ήταν απλά συγκυριακό. Όσο συγκυριακή μπορεί να αποδειχθεί και η πετυχημένη ευρωπαϊκή πορεία, αν αυτή δεν έχει συνέχεια τα επόμενα χρόνια.
Facebook Page: Θόδωρος Χαστάς
Instagram: theohastas
Twitter: Thodoros Hastas