Λίγα πράγματα υπάρχουν και θα μείνουν για να θυμόμαστε από το αποψινό 0-0 του ΠΑΟΚ με τον Άρη στο Χαριλάου. Ένα… στοιχηματικά αναμενόμενο «Χ» που θα μπορούσε να ξεφύγει μόνο από τις λεπτομέρειες, παρά το γεγονός ότι καμία από τις δυο ομάδες δεν έδειχνε να συμβιβάζεται με το μοίρασμα των πόντων.
Ο Δικέφαλος ήθελε να κάνει το απόλυτο 3/3 στο πρωτάθλημα, δεν το διεκδίκησε με τον τρόπο που θα μπορούσε για να έχει σίγουρο αποτέλεσμα, και τελικά το κέρδος που αποκόμισε ήταν κάτι άλλο. Όχι οι τρεις βαθμοί της νίκης αλλά ο τερματοφύλακάς του. Δεν κέρδισε τον Άρη αλλά τον Κοτάρσκι. Κι ίσως στην λογική “βάθος χρόνου” που χτίζεται η ομάδα, το δεύτερο να είναι πιο σημαντικό από το πρώτο. Όπως σίγουρα σημαντικό στοιχείο αποτελεί ότι η άμυνά του, αυτή που κράτησε το μηδέν, ήταν μια χούφτα… 20ρηδες. Και άντεξε, και ανταπεξήλθε στις δυσκολίες και τις καταστάσεις.
Η αναμέτρηση ήταν σε γενικές γραμμές ισορροπημένη, είχε πολλά νεύρα, πολλές δυνατές μονομαχίες, λίγους χώρους, μετρημένες φάσεις. Στο πρώτο ημίχρονο, ο ΠΑΟΚ πήγε το ματς εκεί που ήθελε, όρισε τον τρόπο που θα παιχτεί αλλά δεν είχε την μεσοεπιθετική ουσία και συνοχή για να πάρει ένα προβάδισμα στο σκορ.
Το δεύτερο μέρος ξεκίνησε με την πιο σπουδαία του ευκαιρία με τον Τόμας, για να ακολουθήσει η φάση του πέναλτι. Ένα πέναλτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πέναλτι… απειρίας από τον Κουλιεράκη, στο οποίο όμως θα μπορούσαν να υποπέσουν όλοι οι στόπερ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ο νεαρός αμυντικός του ΠΑΟΚ τα πήγε εξαιρετικά σε πνευματικό και αγωνιστικό επίπεδο, θα ήταν κρίμα αυτό να “αμαυρωθεί” από μια στιγμή, έτσι ήρθε ο Κοτάρσκι για να βάλει τα πράγματα στην θέση τους.
Ο Κροάτης συστήθηκε για τα καλά απόψε στο Χαριλάου, φώναξε ακόμα πιο δυνατά το όνομά του μπλοκάροντας (!) την εκτέλεση πέναλτι του Γκρέι, και πρόσθεσε τα υπόλοιπα… στοιχεία ταυτότητας με τις περαιτέρω επεμβάσεις του στο 90λεπτο.
Οι σοβαρές ενστάσεις αρχίζουν μετά από το χαμένο πέναλτι του Άρη. Ένας ΠΑΟΚ που αντί να πάρει ψυχολογία από αυτήν την εξέλιξη, έχασε κάθε συγκρότηση μέσα στο γήπεδο, έχασε τις αποστάσεις του, έχασε την ψυχραιμία του.
Από το 50’ και έπειτα, και για μεγάλο διάστημα, δεν μπόρεσε να βγάλει την μπάλα από δικό του μισό. Είχε τους χώρους – που έψαχνε μέχρι τότε – αλλά ποτέ δεν τους εκμεταλλεύτηκε με μια στοιχειώδη αντεπίθεση. Οι αλλαγές του θα μπορούσαν να αλλάξουν τα δεδομένα, αν η τελευταία – αυτή του Ελ Καντουρί – γινόταν νωρίτερα και “έδενε” αλλιώς το όλο γλυκό.
Έτσι, η ξηρασία φάσεων κράτησε μέχρι το φινάλε, μέχρι να βγάλουν οι παίκτες το άχτι τους με μια ωραία μεταξύ τους σύρραξη, μέχρι ο Γκοντίνιο να χάσει τα αυγά και τα πασχάλια με τις κάρτες, και μέχρι να πάνε όλοι στα σπίτια για έναν ήσυχο κι ανέφελο ύπνο…