Μεγάλη συνέντευξη στην Ισπανία και την μαδριλένικη AS παραχώρησε ο Πάμπλο Γκαρσία, με τον προπονητή του ΠΑΟΚ Β να ξετυλίγει το «κουβάρι» των αναμνήσεων μεταξύ άλλων για την παρουσία του στην Ρεάλ και όχι μόνο.
Παράλληλα αναφέρθηκε και στον Ζινεντίν Ζιντάν, αλλά και στον συμπατριώτη του, Φεντερίκο Βαλβέρδε, τον οποίο και χαρακτήρισε ως «βελτιωμένη έκδοση του Κρόος».
Αναλυτικά τα όσα είπε:
Για την Εθνική Ουρουγουάης, ενόψει και του επερχόμενου Μουντιάλ:
«Πιστεύω πολύ στην Ουρουγουάη. Βλέπω πως είναι καλά και δυνατή, δεν έχει ταβάνι. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο πας για να το κερδίσεις, δεν μπορούμε να νιώσουμε διαφορετικά».
Για τον λόγο που οι ποδοσφαιριστές από την Ουρουγουάη έχουν τόσο πάθος:
«Ο δρόμος και το πάθος. Παίζαμε κάθε μέρα, χωρίς διάλλειμα, στον δρόμο. Θυμάμαι πως τελειώναμε από το σχολείο και παίζαμε μέχρι το βράδυ με μια μπάλα. Νομίζω ότι εκεί τελειοποιείς την τεχνική και τον χαρακτήρα. Για παράδειγμα, τώρα κάνουμε ασκήσεις τεσσάρων εναντίον τεσσάρων ή πέντε εναντίον πέντε. Αυτό κάναμε και τότε και μάλιστα σε άσχημα γήπεδα. Στη συνέχεια είναι το DNA. Kάθε χώρα έχει τον δικό της τρόπο να ζει. Υπάρχουν πολλοί ποδοσφαιριστές στην Ουρουγουάη, παρότι δεν είμαστε μια μεγάλη πληθυσμιακά χώρα. Ο Ουρουγουανός αγωνίζεται και προσαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες. Για αυτό και υπάρχουν Ουρουγουανοί σε όλες τις χώρες».
Για τον Βαλβέρδε της Ρεάλ Μαδρίτης, και αν περίμενε να έχει τέτοια εξέλιξη:
«Η αλήθεια είναι πως ναι. Με είχαν ρωτήσει και πριν για τον Βαλβέρδε και απάντησα πως πρόκειται για μια βελτιωμένη έκδοση του Κροος. Έχει πολλή δυναμική, είδα ότι ο Αντσελότι τον τοποθετεί περισσότερο στα άκρα. Από εκεί κλείνει προς τα μέσα, ενώ επιστρέφει πίσω για να αμυνθεί. Παίζει και με τα δύο πόδια, και είναι νέος, με μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Μπορεί να τα πάει πολύ καλα.
Για το πως θυμάται το δικό του ξεκίνημα:
«Παίζαμε σε ένα μικρό και άδειο γήπεδο, ήμασταν εκεί όλη μέρα. Την μία μέρα ήμασταν πέντε εναντίον πέντε, την άλλη έξι εναντίον έξι. Κάποιες φορές έλειπε κάποιος, οπότε αγωνιζόμασταν με παίκτη λιγότερο. Αυτό γινόταν τότε στις ακαδημίες. Παίζαμε ελεύθερα, ο καθένας ήθελε μια… μπάλα για τον εαυτό του, για να κάνει παιχνίδι. Σήμερα τα παιδιά είναι αρκετά περιορισμένα πρέπει να τα αφήνουμε ελεύθερα. Τότε για να γίνεις δυνατός έπαιζες με μεγαλύτερα αγόρια, που προσπαθούσαν να σε τρομάξουν. Ήταν κάτι σκληρό, αλλά αυτό σου σφυρηλατούσε τον χαρακτήρα».
Για το πως προέκυψε η θέση του μέσου:
«Γενικά στην Ουρουγουάη αλλά και την Αργεντινή, υπήρχαν πάντα μεγάλοι ποδοσφαιριστές που αγωνιζόντουσαν στη θέση του αμυντικού μέσου. Αυτός που παρατηρούσα εγώ μεγαλώνοντας ήταν ο Ντιέγκο Ντόρτα της Πενιαρόλ».
Για τη θητεία του στην Οσασούνα, όπου αγαπήθηκε από τον κόσμο:
«Πριν πάω στην Ιταλία, Ο Χαβία Αγκίρε με πήρε στην Οσασούνα και μου έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Για έναν ποδοσφαιριστή αυτό είναι πολύ σημαντικό, βρήκα ένα μέρος που με υποδέχθηκαν όμορφα. Είχαμε μια καλή ομάδα και πέρασα τρία όμορφα χρόνια».
Για τον Αγκίρε και το πόσο σημαντικός ήταν στην καριέρα του:
«Ήταν το κλειδί στην καριέρα μου. Πολλές φορές ένας προπονητής δεν σε θέλει στην ομάδα, ή έχει στο μυαλό του έναν ποδοσφαιριστή με διαφορετικά χαρακτηριστικά από τα δικά σου. Στην Οσασούνα ο ίδιος ήταν που με ζήτησε στην Οσασούνα. Στα πρώτα παιχνίδια δεν έπαιζα καλά και θυμάμαι ότι με ρώτησε «Τι έπαθες Ουρουγουανέ». Του είπα ότι δεν ξεκίνησα καλά, και ότι αν έπρεπε να φύγω από την ομάδα θα το έκανα. Από εκείνη την ημέρα δεν μου είπε τίποτα άλλο, απλά με έβαζε πάντα να παίζω. Μου έδωσε αυτοπεποίθηση και άρχιζα να ανεβάζω το επίπεδο μου. Αυτό έκανε τα πάντα πιο εύκολα».
Για την ταμπέλα του «πολεμιστή» και αν αυτό τον δυσκόλεψε στην καριέρα του:
«Πάντα κουβαλούσα τη φήμη ενός σκληρού ποδοσφαιριστή που έκανε πολλά φάουλ. Αλλά αν δει τα στατιστικά μου κάποιος που ξέρει λίγο- πολύ από ποδόσφαιρο θα καταλάβει. Η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε να παίζω σκληρά, γιατί οι περισσότεροι παίκτες από την Ουρουγουάη έτσι ζούμε το ποδόσφαιρο, με πάθος, δεν τα παρατάμε. Είχα όμως και καλό πόδι. Στην Οσασούνα τα πήγα καλά, αλλά όσοι είναι απ έξω, πάντα σου βάζουν μια ταμπέλα. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο.
Για την μεταγραφή του στη Ρεάλ Μαδρίτης:
«Ο πρώτος άνθρωπος που μου μίλησε για τη Ρέαλ ήταν ο ατζέντης μου. Με ενημέρωσε για την προσφορά και δεν υπήρχαν πολλά πράγματα να σκεφτούμε. Κανείς δεν λέει όχι στη Ρεάλ, είναι αδύνατο να την απορρίψεις».
Για εκείνη τη σεζόν στη Μαδρίτη
«Όλα ήταν πολύ διαφορετικά. Η Ρεαλ βρισκόταν σε μια μεταβατική κατάσταση, αρκετοί παίκτες αποχωρούσαν, υπήρχαν κάποιοι βετεράνοι, ενώ ήρθε και ένας νέος προπονητής. Θυμάμαι ότι τότε γυριζόταν και μια ταινία (Goal) και υπήρχαν ηθοποιοί και κάμερες στα αποδυτήρια. Ήταν περίπλοκο όλο αυτό για εμένα. Η αλήθεια είναι ότι δεν πέρασα καλά. Ήμουν συνηθισμένος σε άλλα πράγματα. Ήταν δύσκολο, και η Ρεάλ δεν περιμένει κανέναν. Αυτό συνέβη και στη δική μου περίπτωση, αλλά ήταν μια αξέχαστη εμπειρία».
Για τις κόντρες με τον Γκούτι και πως τον υποδέχθηκαν στα αποδυτήριά:
«Αυτά είναι πράγματα που συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο. Σε εμάς του Νοτιοαμερικάνους μας αρέσει αυτός ο τρόπος παιχνιδιού. Κάνεις τσαμπουκά γιατί θέλεις να κερδίσεις, αλλά αυτό μένει στο γήπεδο. Στα αποδυτήρια με υποδέχθηκαν πολύ καλά, Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα.
Για την συνύπαρξη του με τον Ζιντάν και αν περίμενε να πετύχει τόσα και ως προπονητής:
«Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούσα να το περιμένω. Ο Ζιντάν ήταν σπουδαίος άνθρωπος, εκτός από ποδοσφαιριστής. Ήταν πολύ ταπεινός, ήσυχος και δεν μιλούσε πολύ. Όταν ανέλαβε την Καστίγια (δεύτερη ομάδα της Ρεάλ) ως προπονητής, τον επισκέφθηκα σε κάποιες προπονήσεις. Μπορεί να μην πήγε τόσο καλά εκεί, αλλά στη συνέχεια ανέλαβε την πρώτη ομάδα και έκανε κάτι απίστευτο. Κάτι πρέπει να έχεις για να κερδίσεις τόσα Champions League στη σειρά. Πέτυχε πραγματικά κάτι αξιοθαύμαστο και χωρίς θόρυβο.
Μπορεί να ξέρεις πολλά από τακτική, αλλά στη Ρεάλ πρέπει να διαχειριστείς σπουδαίους ποδοσφαιριστές, που έχουν διαφορετικούς χαρακτήρες. Σίγουρα τον βοήθησε που βρισκόταν σε τέτοιου είδους αποδυτήρια. Και τώρα η Ρεάλ έχει τον Αντσελότι που είναι φαινόμενο, αν και δεν είχα τη χαρά να τον γνωρίσω. Είναι ένας σπουδαίος προπονητής που δεν κάνει τόσο «θόρυβο» όσο άλλοι».
Για την τελευταία κατάκτηση του Champions League από τη Ρεάλ:
«Αυτή είναι η ομορφιά του ποδοσφαίρου. Συμβαίνουν πράγματα που δεν μπορείς να τα περιμένεις. Η Ρεάλ μεγάλωνε μέσα στη σεζόν, έγινε δυνατή και φάνηκε ότι είχαν μια ενωμένη ομάδα, με έναν σπουδαίο προπονητή. Και μια φανέλα…
Η ιστορία τη βαραίνει. Τίποτα δεν έχει τελειώσει, μέχρι να σφυρίξει ο διαιτητής για μια τέτοια ομάδα. Αυτό δεν είναι κάτι νέο, το έκανε και πριν η Ρεάλ. Άρα σημαίνει ότι κάνει υπάρχει. Αυτό που έκαναν πριν, το κάνουν τώρα και θα συνεχίζουν να το κάνουν και στο μέλλον».