Η διαδρομή του Τάισον από την αφετηρία, μέχρι την κορυφή είχε μέσα πείνα, φτώχεια και πολλές δυσκολίες.
Κάθε φορά που βλέπει μακαρόνια, ένα χαμόγελο διαγράφεται στο πρόσωπο του: «Χάρη σε ένα πιάτο μακαρόνια έγινα ποδοσφαιριστής, κατέκτησα όλη την Βραζιλία και την Ευρώπη», έλεγε σε μία συνέντευξη του το 2016. Αν δεν υπήρχε εκείνο το μπολ με την αχνιστή μακαρονάδα, το μονοπάτι της ζωής του πιθανότατα θα ήταν εντελώς διαφορετικό, μπορεί να μην ζούσε καν.
Ήταν το 8ο από τα 11 αδέρφια του Αντμίρ και της Δόνα Ροσάντζελα, ο πιο μικροκαμωμένος από όλους. Τον αποκαλούσαν Τάισον ειρωνικά. Ο Μάικ Τάισον ήταν ένα βουνό από μύες, εκείνος ήθελε ένα φύσημα για να πέσει χάμω.
Κάθε μέρα ήταν και μία μικρή περιπέτεια, ειδικά μετά το διαζύγιο των γονιών του, που έκανε κάθε μερίδα φαγητού δυσεύρετη.
Η μητέρα του εργαζόταν ως καθαρίστρια και στον ελεύθερο χρόνο της μαγείρευε εθελοντικά το συσσίτιο σε μία εκκλησία κοντά στο σπίτι της στην κακόφημη συνοικία Ναβεγάντες της πόλης Πελότας. Μόλις τελείωνε, καθόταν καρτερικά στην ουρά για να πάρει όσα πιάτα περίσσευαν.
«Η μητέρα μου είναι η ηρωίδα μου. Ο σημαντικότερος άνθρωπος της ζωής μου. Δίχως αυτήν, τίποτα δεν θα είχε συμβεί», έχει πει κατ’ επανάληψη για την γυναίκα που ανέθρεψε 10 παιδιά με το… τίποτα.
Παράτησε το σχολείο νωρίς, για να κάνει δουλειές του ποδαριού. Την έστηνε έξω από ένα τοπικό σούπερ-μάρκετ και φυλούσε τα αμάξια στο πάρκινγκ, περιμένοντας ένα φιλοδώρημα ή ένα κέρασμα για να ξεγελάσει την πείνα του.
Το πίστευε όμως. Σε κάθε ευκαιρία της έλεγε πως: «εγώ μία μέρα θα γίνω ποδοσφαιριστής και θα μας βγάλω όλους από εδώ μέσα». Έπαιζε στην Προγκρέσο, μία ομάδα που είχε ηλικιακά γκρουπ από 11 έως 17 ετών. Στις αρχές του 2005, σε ηλικία 17 ετών έκανε ένα δοκιμαστικό στην Ιντερνασιονάλ. Τα πήγε άθλια. Το απέρριψαν μέσα σε 10 λεπτά. Ήταν αδύνατος, αδύναμος, ίσα που μπορούσε να σταθεί στα πόδια του.
Μερικούς μήνες αργότερα οι πιτσιρικάδες από το Πόρτο Αλέγκρε ήρθαν στην γειτονιά του για ένα ματς με την Προγκρέσο. Μόνο που το στομάχι του ήταν άδειο. Ένας Θεός ξέρει από πότε είχε να φάει. Ο μύθος λέει ότι ένας έφορος της ομάδας πήγε και του έφερε από το σπίτι ένα πιάτο μακαρόνια για να φάει και βρει ενέργεια.
Λίγο αργότερα με τρία δικά του γκολ, η Προγκρέσο κέρδισε με 3-2 την φημισμένη της αντίπαλο, το ματς που αποτέλεσε το διαβατήριο για την μεγάλη μετακίνηση 270 χιλιόμετρα βορειότερα, στην επαρχία του Ρίο Γκράντε ντο Σουλ.
Ούτε κι εκεί όμως τα πράγματα ήταν εύκολα. Στην ηλικία του, τα μεγάλα ταλέντα κάνουν ντεμπούτο στους μεγάλους, εκείνος δεν είχε παίξει καλά-καλά οργανωμένο ποδόσφαιρο. Πέρασε την πρώτη του σεζόν, χωρίς να παίζει, κάνοντας προγράμματα ενδυνάμωσης για να δέσει το κορμί του. Ήταν αναπληρωματικός στην ομάδα νέων και συμπληρωματικός μέχρι το 20 του, όταν έκανε ξαφνικά το ξεπέταγμα.
Εμφανίστηκε ξαφνικά στον κόσμο των μεγάλων και προκάλεσε χάος. Ερχόμενος από το πουθενά ανακηρύχθηκε πρώτος σκόρερ του Κυπέλλου Βραζιλίας με 7 γκολ και του πρωταθλήματος Γκαούσο με άλλα 15!
Κατέκτησε το Κόπα Σουνταμερικάνα, έγινε talk of the town, έκανε τα λαγωνικά των μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων να στρέφουν το βλέμμα τους πάνω του.
Με τον πρώτο του μισθό, άδειασε ένα ολόκληρο σούπερ-μάρκετ μαζί με την μητέρα του, κατάφερε να την πάρει μαζί του στο Πόρτο Αλέγκρε, όπου αγόρασε ένα μικρό διαμέρισμα, όμως στόχος ήταν να τραβήξει όλη την οικογένεια από τον βούρκο του Πελότας.
Αυτό θα γινόταν μόνο με μία πλουσιοπάροχη μεταγραφή στην Ευρώπη, όπου κι αν ήταν αυτή. Ο Τάισον έμοιαζε με έναν άνθρωπο σε αποστολή…
ΔΙΚΑΙΩΣΕ ΤΙΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΘΡΥΛΟΣ!
Ήταν μία έκπληξη για όλους. Θα περίμενε κανείς να μετακομίσει σε ένα πιο λαμπερό πρωτάθλημα, όμως τον Αύγουστο του 2010 η Μέταλιστ από το Χάρκοβο ήταν αυτή που πλειοδότησε στον άτυπο πλειστηριασμό για την απόκτησή του από Βόλφσμπουργκ και Νάπολι και με 6 εκατομμύρια ευρώ έκανε μία απίστευτη επένδυση.
Ψηφίστηκε ως κορυφαία μεταγραφή στην ρούκι σεζόν του στην Ευρώπη και την επόμενη χρονιά έφτασε με την Μέταλιστ ως τα προημιτελικά του Europa League, πετυχαίνοντας ένα ασύλληπτο γκολ απέναντι στην Ρόζενμποργκ που θύμισε Φαν Μπάστεν στον τελικό του Euro 88.
Με τις εμφανίσεις του έκανε τον Μιρτσέα Λουτσέσκου να τον κάνει την 1η Ιανουαρίου του 2013 την ακριβότερη μεταγραφή όλων των εποχών στην Ουκρανία (15 εκατομμύρια ευρώ) και να τον κάνει βασικό γρανάζι των ανθρακωρύχων.
Στα 8 χρόνια που έμεινε εκεί κατέκτησε 6 πρωταθλήματα, 5 Κύπελλα, ένα βραβείο παίκτη της χρονιάς (2019), έπαιξε στα καλύτερα γήπεδα της Ευρώπης (105 παιχνίδια Champions ή Europa League) και άφησε ως ενθύμιο 55 γκολ σε 299 παιχνίδια με την φανέλα της Σαχτάρ, όπου μνημονεύεται ακόμα ως ένας θρύλος του συλλόγου. Όχι και λίγα…
πηγή: FORZA