Ο νέος γυμναστής τερματοφυλάκων του ΠΑΟΚ, Τζιόρτζιο Μπιάνκι έζησε τον απόλυτο εφιάλτη του πολέμου στο από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Τα πάντα ήταν ήρεμα. Ήσυχα. Ήταν μία καθημερινή μέρα, που κυλούσε όπως όλες οι άλλες. Το ξημέρωμα όμως της 24ης Φεβρουαρίου του 2022 οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων άλλαξαν, για κάποιους το νήμα τους κόπηκε εκεί: «Όλα έγιναν τόσο γρήγορα. Δεν νιώθαμε ότι υπήρχε κίνδυνος στο Κίεβο. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι ζωή. Τα μαγαζιά, τα ρεστοράν ήταν γεμάτα από κόσμο. Μέσα στην νύχτα όλα άλλαξαν. Ξυπνήσαμε από τις εκρήξεις. Είχαν αρχίσει βομβαρδισμοί. Πήρα αμέσως τηλέφωνο τον Ντε Τσέρμπι και τους υπόλοιπους ανθρώπους από το επιτελείο μας. Πήραμε οδηγίες να εγκαταλείψουμε άμεσα τα σπίτια μας και να συγκεντρωθούμε στο ξενοδοχείο Opera στο Κίεβο, όπου συνηθίζαμε να μαζευόμαστε κατά την διάρκεια της προετοιμασίας. Το να είμαστε κάπου όλοι μαζί έμοιαζε ως η πιο ασφαλής επιλογή για όλους μας».
Ο Τζιόρτζιο Μπιάνκι δεν είχε κλείσει ούτε χρόνο στην Ουκρανία, όπου είχε μεταναστεύσει αποδεχόμενος την πρόταση του Ρομπέρτο ντε Τσέρμπι, με τον οποίο είχαν εξαιρετική συνεργασία στην Σασουόλο.
Ο ρόλος του στην Σαχτάρ Ντόνετσκ δεν ήταν μόνο να προπονεί τους δύο έμπειρους τερματοφύλακες της πρώτης ομάδες, τον Αντρέι Πιατόφ και τον Ανατόλι Τρούμπιν, αλλά να διδάξει τα μυστικά τις θέσης σε όλες της ηλικιακές ομάδες των «ανθρακωρύχων» να κάνει μία δουλειά εις βάθος, που θα μπορούσε να αποφέρει καρπούς σε πολλά χρόνια.
Εκείνο το βράδυ όμως, όλα άλλαξαν: «Μείναμε στο καταφύγιο του ξενοδοχείου για αρκετές ημέρες. Μας έλεγαν να μην διανοηθούμε να βγούμε στον δρόμο, διότι οποιοσδήποτε πολίτης κυκλοφορούσε έξω θα μπορούσε να θεωρηθεί κατάσκοπος και να πυροβοληθεί άμεσα. Δεν κοιμόμασταν στα δωμάτια του ξενοδοχείου, αλλά σε ένα υπόγειο καταφύγιο, περίπου 80 άτομα. Γυναίκες, παιδιά, οι παίκτες της Σαχτάρ, μέλη του τεχνικού επιτελείου, δημοσιογράφοι, όλοι, εκεί στοιβαγμένοι. Με ελάχιστο ύπνο, αντικρουόμενες πληροφορίες και φόβο ότι οι προμήθειες δεν θα φτάσουν για πολύ ακόμα».
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΣΕ… ΤΑΙΝΙΑ
Ένιωθε ότι πρωταγωνιστεί σε μία ταινία του Χόλιγουντ, όπου όλα εξελίσσονταν με απίστευτη ταχύτητα και συνεχείς ανατροπές: «Υπήρχε ένας διάχυτος φόβος ότι όλοι εμείς οι ξένοι θα μπορούσαμε να πιαστούμε αιχμάλωτοι πολέμου και να αποτελέσουμε διαπραγματευτικό χαρτί στο μέλλον. Η ιταλική πρεσβεία μας συμβούλευσε να μην το κουνήσουμε από εκεί, όμως η ιταλική ομοσπονδία με την βοήθεια της UEFA και της Σαχτάρ οργάνωσε το σχέδιο απόδρασης.
Το πρωί της Κυριακής μας είπαν σε 20 λεπτά να είμαστε έτοιμοι. Είχαν βρει εισιτήρια τρένου για το δρομολόγιο από το Κίεβο ως την πόλη Mukacheve, από την οποία με λεωφορεία θα μπορούσαμε να φύγουμε για τα ουγγρικά σύνορα.
Τα δύο χιλιόμετρα μέχρι τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό του Κιέβου ήταν πιο εφιαλτικά της ζωής μου. Οι Ιταλοί της ομάδας επιβιβαστήκαμε σε τρία αυτοκίνητα, έχοντας μπροστά και πίσω δύο οχήματα της Σαχτάρ που σχημάτισαν πομπή. Οι ελεύθεροι σκοπευτές θα μπορούσαν να μας είχαν γαζώσει ανά πάσα στιγμή. Ευχόμασταν από μέσα μας να καταλάβουν ότι δεν είμαστε εχθροί ή κατάσκοποι.
Ήμασταν τυχεροί. Όταν φτάσαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό ένας στρατιώτης μου χαμογέλασε και μου είπε να μην φοβάμαι. Αντί να τον ενθαρρύνω εγώ, το έκανε εκείνος!
Μετά από 10 ώρες ταξίδι με το τρένο και άλλες τόσες με το λεωφορείο, φτάσαμε στα ουγγρικά σύνορα, όπου τα κινητά μας άρχισαν να λειτουργούν ξανά. Μία λύτρωση. Πήρα μαζί μου μόνο το μετάλλιο του Σούπερ Καπ που είχαμε κερδίσει με την Σαχτάρ ως ενθύμιο, όλα τα υπόλοιπα πράγματα μου, έμειναν πίσω στο Κίεβο».
Η Σαχτάρ Ντόνετσκ κατάφερε να μαζευτεί ξανά στην Ρουμανία και έκανε μία ευρωπαϊκή περιοδεία, δίνοντας φιλικά ειρήνης με πολλές ομάδες, όμως αυτό δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο. Στις αρχές Ιουνίου, ο Ντε Τσέρμπι, μαζί με όλο το επιτελείο παραιτήθηκε. Μερικούς μήνες μετά, ο Ιταλός τεχνικός αποδέχθηκε την πρόκληση της Μπράιτον, όμως ο Μπιάνκι δεν τον ακολούθησε, περιμένοντας κάτι άλλο. Μέχρι που ήρθε η πρόταση του ΠΑΟΚ. Η ζωή είναι, όντως, απρόβλεπτη…
ΚΑΡΙΕΡΑ ΜΕ ΣΥΝΕΧΗ ΑΝΟΔΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ
Πέρασε όλη του την ζωή στην Κρεμονέζε. Από τα τμήματα υποδομής, μέχρι το 2012 που κρέμασε τα γάντια του σε ηλικία 37 ετών, ο Μπιάνκι ήταν η σημαία της ομάδας, αυτός που την ακολούθησε σε χαρές και σε λύπες από τα σαλόνια της Serie A, μέχρι τα αλώνια της τρίτης κατηγορίας.
Έκανε πάνω από 300 παιχνίδια με την φανέλα της, πήγε να χάσει την ζωή του με τα γάντια της, όταν σε ένα εκτός έδρας ματς με την Πάντοβα (2006) έμεινε αναίσθητος μετά από σύγκρουση με αντίπαλο επιθετικό, όμως τώρα στα 47 του νιώθει πολύ καλύτερος από τότε που έπαιζε: «Το σώμα μου είναι πολύ καλύτερα από τώρα. Τώρα που έχω γίνει προπονητής τερματοφυλάκων, έχω γίνει πολύ καλύτερος στο παιχνίδι με τα πόδια, στην εποχή μου δεν ήταν τόσο απαραίτητο, αφού είχαμε άλλους κανονισμούς».
Από την Μπρέσια, βρέθηκε το 2017 στην Μίλαν, όπου από προπονητής τερματοφυλάκων της Primavera, o Γκατούζο τον αναβάθμισε στην πρώτη ομάδα, όπου είχε δίπλα του για δύο χρόνια τον μεγάλο Τζίτζιο Ντοναρούμα. Δούλεψε με τον Ντε Τσέρμπι σε Σασουόλο και Σαχτάρ και τώρα έρχεται στην Τούμπα για να μεταφέρει την γνώση και την εμπειρία του: «η θέση έχει αλλάξει. Ο τερματοφύλακας είναι κι αυτός ένας ισότιμος παίκτης. Βοηθά στο χτίσιμο επιθέσεων, πρέπει να έχει αντίληψη, τεχνική. Είναι η πιο δύσκολη και απαιτητική θέση στο ποδόσφαιρο».
πηγή: FORZA