Ο Γιάννης Κωνσταντέλιας είναι το εύλογο talk-of-the-town της εποχής μας, νιώθουμε ευλογημένοι και τυχεροί που τον απολαμβάνουμε μαζί του τα πρώτα απ’ τα πολλά βήματά του στη μεγάλη σκηνή του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Δεν είναι λίγο να βλέπεις έναν πιτσιρικά που τον εμπιστεύτηκε από την πρώτη στιγμή ο ΠΑΟΚ, να είναι ηγέτης της ομάδας του σε μια καυτή έδρα και σε ένα μεγάλο ντέρμπι, όπως αυτό απέναντι στον Παναθηναϊκό, με ένα τσούρμο από σκάουτερ ευρωπαϊκών ομάδων να πιάνουν στασίδι στη Λεωφόρο για πάρτη του.
Γιατί, ο «Ντέλιας» ξεχώρισε τόσο θεαματικά; Γιατί, απλούστατα, εκτός από ποδοσφαιριστής, εκτός από πολύ καλός ποδοσφαιριστής, συμβαίνει να διαθέτει την προσωπικότητα του μεγάλου ποδοσφαιριστή. Ακόμη και πριν καν κλείσει τα 20 του. Μπορεί η φύση να μην τον προίκισε εν με την εκρηκτική ταχύτητα του Μπαπέ, φρόντισε, όμως, να τον προικίσει με τη γρηγοράδα του νου. Τη γρηγοράδα της σκέψης της εκτέλεσης (της επιλογής) και της απόφασης.
Ο Γιάννης Κωνσταντέλιας, μεγάλωσε σε μια Ελλάδα που παίζει ποδόσφαιρο με πολλές επαφές και με πολύ, ως εκ τούτων, χάσιμο (κρίσιμου) χρόνου. Ποδόσφαιρο, εύκολο να το καταπιούν οι Καντέ και οι Μακελελέ αυτού του κόσμου. Γι’ αυτό αποφάσισε να πάει κόντρα στο ρεύμα βασιζόμενος στο αστείρευτο ταλέντο του. Κι ευτυχώς για το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν αποδείχθηκε στη διαδρομή ανεπίδεκτος, αντίθετα από ξεφτέρι στα μαθηματικά έγινε άριστος μαθητής του Ραζβάν Λουτσέσκου.
«Η πάσα του με ανατριχιάζει, την βλέπω και μου θυμίζει εμένα, είναι πάσα που χρειάζεται να ξέρεις τριγωνομετρία», είπε ο Γιώργος Κούδας αποθεώνοντας τον Γιαννάκη. Ο μικρός όντως επιβεβαιώνει καθημερινά τα καλά λόγια που τον συνοδεύουν. Εχει μία άψογη κίνηση με την μπάλα, πιέζει σαν αμυντικός χαφ, μοιάζει να έχει στο μυαλό του κάθε φορά τι θα κάνει πριν καν πάρει την μπάλα, έχει τακτική παιδεία. Ομολογώ ότι σε πολλά μου θυμίζει τον Γιώργο Κούδα. που έχω δει σε φιλμάκια όταν μεγαλουργούσε και ζωντανά στα τελειώματά του, αλλά δεν έχω δει άλλον με αυτά τα χαρακτηριστικά στην Ελλάδα
ΔΙΑΝΟΙΑ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ
Πάντως, είμαι σίγουρος πως ο «Μεγαλέξανδρος» δεν γνώριζε την μεγάλη έφεση του Γιάννη στα μαθηματικά και την τριγωνομετρία. Ιδού, λοιπόν, μια απάντηση για τη γρηγοράδα στην σκέψη. Άριστος μαθητής μέχρι τη Β’ Λυκείου, με μυαλό ξυράφι, ο καθηγητής μαθηματικών τηλεφωνούσε στους γονείς του προκειμένου να τον αφήσουν να συνεχίσει τα μαθήματα και να βάλει σε δεύτερη μοίρα το ποδόσφαιρο! Όμως, το νερό είχε μπει στο αυλάκι, το ποδόσφαιρο κέρδισε… τα μαθηματικά και η λίστα των «wonderkids» του ελληνικού ποδοσφαίρου που έχασαν τον προσανατολισμό τους στη διάρκεια της διαδρομής, ευτυχώς, δεν (θα) έχει το όνομά του.
Ο «Ντέλιας» αφού αποφάσισε οριστικά και αμετάκλητα πως θα ακολουθήσει καριέρα στην πράσινη τσόχα των γηπέδων έγινε ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής που διαβάζει πολύ καλά το παιχνίδι, τοποθετείται γρήγορα, παίρνει πολύ γρήγορα καλές αποφάσεις, παίζει συχνά με μια επαφή, αποφασίσει προτού έρθει σε επαφή με την μπάλα. Στην περίπτωση του, πάντως, δεν ισχύει το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά. Ναι μεν, ο πατέρας του έπαιξε στα νιάτα του ποδόσφαιρο, ξεκινώντας από τα «τσικό» του Ολυμπιακού Βόλου και συνεχίζοντας πότε ως εξτρέμ, πότε ως λίμπερο στον Τοξότη Βόλου κι άλλες τοπικές ερασιτεχνικές ομάδες, ουδέποτε είχε το ταλέντο του γιου του.
Οι γονείς του Γιάννη, ο Βασίλης και η Ελένη Κωνσταντέλια ήταν μεροκαματιάρηδες άνθρωποι, με τον πατέρα του να δουλεύει ώρες ατελείωτες στα τσιπουράδικα του Βόλου. Εποχές που ένιωθε σα να μην υπάρχει ωράριο, εξάλλου είχε να θρέψει τρία παιδιά. Η Κωνσταντίνα, πρώτη και καλύτερη, ο Γιάννης και η μικρότερη Ευαγγελία, είναι όλος ο κόσμος του γι’ αυτό έκανε τα πάντα για να μη τους λείψει τίποτα.
«Όταν γυρνούσα στο σπίτι, τον έβλεπα με ματωμένα τα γόνατα», θυμάται ο Βασίλης Κωνσταντέλιας που δεν είχε ιδέα για το ταλέντο που είχε προικίσει ο θεός τον γιο του. «Παίζω στο πάρκο με μεγαλύτερους», γύρισε και του είπε ο Γιάννης και μαζί πήραν την απόφαση να γραφτούν, κάπου κοντά στον Σεπτέμβριο του 2010, στην ακαδημία της Αγίας Παρασκευής. «Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο, ήταν ο προπονητής του, ο Αλέξανδρος Μαλακασιώτης που μου είπε επί λέξη: “πάρε ένα ρεπό κι έλα να δεις τι κάνει ο γιος σου. Είναι η ατραξιόν όλης της ακαδημίας”. Όταν πήγα και τον είδα, έπαθα πλάκα»!
ΤΟ COLPO GROSSO ΤΟΥ ΠΟΥΡΛΙΟΤΟΠΟΥΛΟΥ
Όλοι μιλούσαν για τον μικρό Γιάννη. Το όνομά του άρχισε να κυκλοφορεί στον κόσμο των ακαδημιών, με την ομάδα του να ανήκει στο δίκτυο των συνεργαζόμενων ακαδημιών του Ολυμπιακού! Ο Γιάννης Αμανατίδης έδινε γη και ύδωρ για να τον πάρει στου Ρέντη, ωστόσο λογάριαζε χωρίς τον… Βαγγέλη Πουρλιοτόπουλο. Γι’ αυτό και με το που ο «Ντέλιας» έκλεισε στον ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός διέκοψε την συνεργασία με την ακαδημία της Αγίας Παρασκευής!
Ο διευθυντής των ακαδημιών του «Δικεφάλου» έκανε μεγάλο αγώνα για να ντυθεί ο Κωνσταντέλιας στα «ασπρόμαυρα» και τα κατάφερε αφού πρώτα κέρδισε την εμπιστοσύνη της οικογένειας. «Μας εμπιστεύτηκε και τον εμπιστευτήκαμε, δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ τα όσα έκανε ο κ. Πουρλιοτόπουλος για την οικογένεια μας», παραδέχεται ακόμα και σήμερα ο Βασίλης Κωνσταντέλιας, που δεν ξεχνάει το πόσες φορές έκανε το δρομολόγιο Βόλος – Θεσσαλονίκη μέχρι η οικογένεια να μετακομίσει οριστικά κι ο ίδιος να πιάσει δουλειά ως μάγειρας στους ξενώνες της Τούμπας και αργότερα στο Σπίτι της Ακαδημίας στη Βασ. Όλγας.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΟΚ
Ο πατέρας του Γιάννη, από την αρχή εργαζόταν στον ΠΑΟΚ, δεν είχε μόνιμη εργασία και εξασφαλίστηκε. Αυτό ήταν το κλειδί. Ο «Δικέφαλος» έδειξε ότι τον πιστεύει πολύ, αγκάλιασε την οικογένεια και έβαλε μπροστά την εξέλιξη του απορρίπτοντας όλες τις προτάσεις που άρχισαν να έρχονται στη Μικράς Ασίας.
Ο Βολιώτης ποδοσφαιριστής πρωτοφόρεσε την «ασπρόμαυρη» φανέλα στα 11 του συμμετέχοντας στο διεθνές τουρνουά «Lokoball» της Μόσχας και εκεί έλαμψε με την απόδοσή του. Εννιά χρόνια μετά κι αφού πέρασε απ’ όλα τα τμήματα των ακαδημιών, κατακτώντας το πρωτάθλημα με την Κ17 και την Κ19 του ΠΑΟΚ, έφτασε να είναι βασικός κι αναντικατάστατος στην πρώτη ομάδα, με το Νο «65» ακόμα στην πλάτη, καθώς το αγαπημένο του «11» (6+5) είναι καπαρωμένο.
Η ποδοσφαιρική Ελλάδα τρελάθηκε με το ταλέντο του, όλοι μιλούν για εκείνον, ωστόσο παραμένει προσγειωμένος και ταπεινός κάτω από την ασφαλή ομπρέλα της οικογένειας του, με την οποία ζει στο σπίτι που αγόρασαν στη Θεσσαλονίκη.
πηγή: FORZA