Πρέπει να σας εξομολογηθώ κάτι. Δεν είμαι φίλος με την αγορά των ελεύθερων ποδοσφαιριστών. Την θεωρώ παγίδα. Η εμπειρία με έχει διδάξει ότι μέσα σε αυτή την δεξαμενή κρύβονται περισσότεροι τυχοδιώκτες, παρά «λαβράκια».
Τις περισσότερες φορές η λίστα με τους ελεύθερους έχει αυτούς που είναι ανεπιθύμητοι κάπου αλλού. Αυτούς που ψάχνουν ένα τελευταίο καλό συμβόλαιο, το οποίο δεν έπεισαν να τους δώσει ο προηγούμενος εργοδότης τους.
Σπάνια θα βρεις εκεί παίκτη σε παραγωγική ηλικία, σχεδόν ποτέ κάποιον με μεταπωλητική αξία.
Ας μην πάμε μακριά, ας δούμε ποιοι μένουν ελεύθεροι φέτος στον ΠΑΟΚ: Ο άσφαιρος Νέλσον Ολιβέιρα, ο ξεζουμισμένος Ντιέγκο Μπίσεσβαρ, ο εύθραυστος Ομάρ Ελ-Καντουρί και ο γεννηθείς το 1986, Αντρέ.
Τέτοιες ανάλογες περιπτώσεις, θα βρει κανείς με τον σωρό στην λίστα με τους ελεύθερους.
Πριν κάνεις την οποιαδήποτε κίνηση, θα πρέπει να ξεψαχνίσεις ένα σωρό μικρές λεπτομέρειες, που κάνουν την διαφορά. Γιατί έμεινε ελεύθερος κάποιος; Μήπως έχει θέματα τραυματισμών; Μήπως πλέον υστερεί σε αθλητικό επίπεδο; Μήπως το επίπεδο του έπεσε δραματικά; Μήπως έχει άλλα κρυφά κουσούρια που αφορούν τον επαγγελματισμό, την συμπεριφορά, την εξωαγωνιστική του ζωή; Στις περισσότερες των περιπτώσεων υπάρχουν κρυφές ή φανερές «κόκκινες σημαίες».
Η εμπειρία με έχει διδάξει ότι οι καλοί ελεύθεροι κλείνουν νωρίς. Έτσι κι αλλιώς, όλοι από την 1η Ιανουαρίου έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να συζητήσουν και να βάλουν την υπογραφή τους σε όποια ομάδα επιθυμούν.
Αυτοί που μένουν, είναι αυτοί που είτε δεν βρήκαν αυτό που έψαχναν, είτε αυτοί που ψάχνουν ακόμα και το ένα ευρώ παραπάνω. Η τελευταία κατηγορία αργεί πολύ να βάλει υπογραφή. Συνήθως πρώτα κάνει τα μπανάκια σε κάποιο νησί, εξαντλεί όλα τα περιθώρια και βρίσκει ομάδα στις… 32 Αυγούστου.
Για να πείσει κάποια ελληνική ομάδα έναν «κανονικό» ελεύθερο ποδοσφαιριστή συνήθως πρέπει να κάνει το λεγόμενο overspending, να τον πληρώσει δηλαδή περισσότερο από την πραγματική του αξία. Μία επιλογή που -συνήθως- δημιουργεί θέμα ισορροπιών στα αποδυτήρια, αλλά και μεγαλύτερες προσδοκίες από το αναμενόμενο. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο στο ποδόσφαιρο από μία ομάδα που κουβαλά «κακά» συμβόλαια, δυσανάλογα με την προσφορά στο γήπεδο, είναι μία βραδυφλεγής βόμβα που κάνει το οικοδόμημα να σείεται καθημερινά.
Ο περισσότερος κόσμος πιστεύει ότι ένα συμβόλαιο της τάξης του ενός εκατομμυρίου τον χρόνο είναι ικανό για να κάνει την διαφορά σε κάποια ομάδα. Εκτός από το προφανές, που υπογράμμισε με απαράμιλλο τρόπο ο Γιόχαν Κρόιφ («δεν έχω δει ποτέ μία τσάντα με λεφτά να πετυχαίνει έστω και ένα γκολ») είναι και κάτι ακόμα. Τέτοια συμβόλαια -του εκατομμυρίου- δίνουν πια αμέτρητες ομάδες στον πλανήτη.
Η Ελλάδα -ως επιλογή για τους ελεύθερους- δεν μπαίνει στην ίδια ζυγαριά με τα προηγμένα πρωταθλήματα, αλλά με εξωτικούς προορισμούς όπως η Τουρκία, το αμερικανικό MLS, οι λίγκες του αραβικού κόσμου. Και, ω, τι έκπληξη! Εκεί, τα συμβόλαια, όχι του ενός εκατομμυρίου, αλλά αρκετών παραπάνω, δίνονται σαν να πρόκειται για στραγάλια.
Όποιον κι αν επιλέξει ο ΠΑΟΚ από την παρούσα λίστα των ελεύθερων επιθετικών, θα είναι επιλογή με ρίσκο, ακόμα κι αν αυτός πάρει συμβόλαιο του εκατομμυρίου. Οι διαθέσιμες επιλογές είναι πολύ συγκεκριμένες και με συγκεκριμένο ταβάνι, εκτός αν ο Δικέφαλος μπορεί να προσεγγίσει με ρεαλιστικές πιθανότητες τον Τζέκο, τον Φιρμίνο, τον Αλέξις Σάντσες ή τον Μουσά Ντεμπελέ και δεν το ξέρω.
Προτιμώ να είμαι δυσάρεστος και ρεαλιστής, παρά ονειροπόλος και υπερφίαλος. Ο ΠΑΟΚ μπορεί να κάνει καλές, αξιοπρεπείς, μέτριες ή κακές επιλογές από την δεξαμενή των ελεύθερων. Αυτό που πρέπει υποχρεωτικά να κάνει είναι να εξελίξει αυτούς που θα μείνουν, να δημιουργήσει νέους ηγέτες εκ των έσω. Να περάσει στο επόμενο επίπεδο τους «μικρούς» και να ανεβάσει κι άλλους από πίσω. Είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να προοδεύσει.
πηγή: FORZA