Η φράση «προσφυγή του Χ παίκτη κατά του ΠΑΟΚ» μπορεί να μη λέει τίποτα στους νεότερους, υπήρξε, ωστόσο, μια εποχή, που αποτελούσε σχεδόν καθημερινότητα στο ρεπορτάζ του Δικεφάλου.
Το… «φαινόμενο» είχε σημειώσει μεγάλη… άνθηση στη δεκαετία του 2000 και μέχρι λίγο μετά τα μισά της, όταν οι μεγαλομέτοχοι της ΠΑΕ (πρώτα ο Γιώργος Μπατατούδης και στη συνέχεια ο Γιάννης Γούμενος) αδυνατούσαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, ν΄ ανταποκριθούν εγκαίρως στις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς ποδοσφαιριστές της ομάδας.
Ως επαγγελματίες, οι παίκτες ήθελαν, μέσω των προσφυγών τους, να διασφαλίσουν κατ΄ αρχήν τα χρήματα, που προβλέπονταν στα συμβόλαιά τους, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις επιδίωκαν να κερδίσουν και την ελευθερία τους, επιλέγοντας αποκλειστικά οι ίδιοι την ομάδα, που θα συνέχιζαν την καριέρα τους.
Το καλοκαίρι του 2003-ακριβώς είκοσι χρόνια πριν-ήταν το τελευταίο του Γιώργου Μπατατούδη ως μεγαλομετόχου της ΠΑΕ. Οσα οικονομικά μέτωπα κι αν έκλεινε, άλλα τόσα άνοιγαν, αφού οι προσφυγές παικτών «έσκαγαν» η μία μετά την άλλη (Οκκάς, Καφές, Γεωργιάδης, Αμπονσά, Φρούσος).
Στις αρχές Ιουλίου, κι αφού είχε μείνει και τυπικά ελεύθερος, ο Παντελής Καφές (δεξιά στη φωτογραφία) είχε επισημάνει, μέσω συνέντευξης Τύπου, ότι «ο λόγος που με οδήγησε στην απόφαση της προσφυγής ήταν η αδιαφορία του ΠΑΟΚ για μένα. Στα δυο τελευταία χρόνια, μετά την υπογραφή του νέου μου συμβολαίου, ο ΠΑΟΚ φάνηκε πως δεν μπορούσε να το εκπληρώσει. Ακόμη και στις αλλαγές που κάναμε για την τήρηση της συμφωνίας, δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί ούτε αυτός ο νέος διακανονισμός». Κι ο Βεροιώτης μεσοεπιθετικός, που θα συνέχιζε την καριέρα του στον Ολυμπιακό συμπλήρωνε ότι «υπάρχει κάποια δόση πικρίας, όχι συνολικά από την ομάδα, αλλά από συγκεκριμένους ανθρώπους της, που δεν ξέρω τι έχουν στο μυαλό τους».
Το δρόμο προς το λιμάνι του Πειραιά επέλεγε κι ο Γιώργος Γεωργιάδης, έστω κι αν διαβεβαίωνε ότι δεν θα πήγαινε στους «ερυθρόλευκους». Για τον Καβαλιώτη μεσοεπιθετικό (κατέθετε προσφυγή για τρίτο συνεχόμενο καλοκαίρι) έγινε μεγάλη προσπάθεια, ακόμη και από φιλάθλους, προκειμένου να παραμείνει και να συνεχίσει ως ο ηγέτης της ομάδας, χωρίς ωστόσο εκείνη η προσπάθεια να πετύχει το σκοπό της.
Ο ΠΑΟΚ έχανε το καλοκαίρι του 2003 ένα-ένα τα αστέρια του, μεταξύ εκείνων και τον Γιάννη Οκκά, μια κι ο Κύπριος επιθετικός αποχωρούσε με προσφυγή, υπογράφοντας συμβόλαιο συνεργασίας με την ΑΕΚ. Στον ΠΑΟΚ κυνήγησαν δικαστικά το θέμα, θεωρώντας ότι ο Κύπριος επιθετικός δεν είχε μείνει ελεύθερος για να υπογράψει στην Ενωση κι ότι κακώς η αθηναϊκή ομάδα είχε ανακοινώσει τη μεταγραφή του. Ακόμη κι όταν το Δεκέμβριο του 2003 η ΦΙΦΑ κατακύρωσε τον Οκκά οριστικά στην ΑΕΚ, ο Δημοσθένης Στάμος (τότε δικηγόρος της ΠΑΕ ΠΑΟΚ) κατέφυγε στο CAS. Και στις 8 Ιανουαρίου 2004 το CAS κάλεσε την παγκόσμια ομοσπονδία να αιτιολογήσει την απόφαση της στην περίπτωση του Οκκά. Στον ΠΑΟΚ ήλπιζαν ότι θα εξασφάλιζαν χρηματική αποζημίωση για τη μετακίνηση του Κύπριου στην ΑΕΚ, χωρίς ωστόσο να τα καταφέρουν.
ΙΔΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΑΜΠΟΝΣΑ ΚΑΙ ΦΡΟΥΣΟ
Εκτός από τον Οκκά, στην ΑΕΚ είχε επιλέξει να συνεχίσει την καριέρα του το καλοκαίρι του 2003 κι ο Κόφι Αμπονσά (προπονητής στην Ενωση είχε επιστρέψει ένα χρόνο νωρίτερα ο Ντούσαν Μπάγεβιτς), που επίσης είχε αποχωρήσει με προσφυγή από τον ΠΑΟΚ. Παρελθόν για το Δικέφαλο είχε αποτελέσει-εκείνο το διάστημα-κι ο Νίκος Φρούσος, που θα επέστρεφε στον Ιωνικό, από τον οποίο ο Δικέφαλος τον είχε αποκτήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα.
MΕΧΡΙ ΚΑΙ Ο ΦΡΙΝΓΚΕΡ
Ο Ιούνιος του 2005 ήταν «πλούσιος» από προσφυγές…
Στις 6 Ιουνίου ο Αρμάντο Φουτσίνι αποφάσισε να διεκδικήσει μέσω της νομικής οδού το ποσό των 200 χιλ. ευρώ. Οι σχέσεις του με τον ΠΑΟΚ είχαν φθάσει στα άκρα, ενώ το κλίμα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο η φημολογία της εποχής, σύμφωνα με την οποία ο Παναθηναϊκός… καιροφυλακτούσε για την απόκτησή του. Η απόρριψη της προσφυγής (18 Ιουλίου) δεν σήμανε και το τέλος του σίριαλ. Στον παίκτη «μπήκε πωλητήριο» ύψους μισού εκ. ευρώ, που είχε, όμως, ισχύ μόνο για ομάδα από το εξωτερικό. Τέτοια πρόταση δεν ήρθε και ο Φουτσίνι παρέμεινε κάτοικος Τούμπας και στη σεζόν, που ακολούθησε.
Αντίθετα, ο Λουκάς Καραδήμος, που ζητούσε 96 χιλιάδες ευρώ με την προσφυγή της 24ης Ιουνίου, συνέχισε την καριέρα του στον Ατρόμητο.
Αλλά ήταν κι ο Ρολφ Φρίνγκερ, ο οποίος απαιτούσε το ποσό των 273.000 ευρώ, που είχε προσφύγει στη ΦΙΦΑ τον Ιούνιο του 2005, τέσσερις μήνες μετά την αποπομπή του από τον πάγκο.
ΣΑΛΠΙΓΓΙΔΗΣ ΚΙ ΑΛΛΟΙ ΠΕΝΤΕ
Δραματικό ήταν το καλοκαίρι του 2006, όταν πλέον ο Γιάννης Γούμενος αδυνατούσε ουσιαστικά να διοικήσει την ΠΑΕ εξαιτίας των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων.
Τα… όργανα είχαν αρχίσει αρκετά πριν μπει το καλοκαίρι, μια και στις 28 Απριλίου ο Αρμάντο Φουτσίνι είχε καταθέσει προσφυγή, ζητώντας την καταβολή των δεδουλευμένων του. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε στις 19 Μαΐου κι ο Ιφεάνι Ουντέζε, διεκδικώντας το ποσό των 488.270 ευρώ.
Αλλά το «μπαμ» έγινε στις 13 Ιουνίου, όταν προσφυγή κατέθεσε ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης (το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο της ΠΑΕ εκείνη την εποχή), διεκδικώντας το ποσό των 846.168 ευρώ. Μια μέρα μετά, ο Ιβάν Σαββίδης (διεκδικούσε για πρώτη φορά να αναλάβει τον ΠΑΟΚ) ζήτησε με επιστολή του στον ΑΣ να πληροφορηθεί το ακριβές οικονομικό άνοιγμα της ΠΑΕ. Το σίριαλ με πρωταγωνιστή τον Σαλπιγγίδη είχε πολλά ακόμη επεισόδια (στις 23 Ιουνίου έγινε γνωστό ότι παράγοντες του ΠΑΟΚ κατάφεραν να συγκεντρώσουν το ποσό των 381900 ευρώ, προκειμένου ο ποδοσφαιριστής να αποσύρει την προσφυγή), μέχρι που στις 17 Αυγούστου ανακοινώθηκε η μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό.
Το καλοκαίρι του 2006 είχαν προσφύγει στη δικαιοσύνη άλλοι τρεις παίκτες, ο Χρήστος Καρυπίδης (μεταγραφή στη Χαρτς), o Γιασεμάκης Γιασεμή κι ο Διονύσης Χασιώτης (παρέμειναν στην Τούμπα για ακόμη ένα και μισό χρόνο αντίστοιχα).
*Την 1η Ιουνίου 2001 είχε γίνει γνωστή η προσφυγή του Γιώργου Γεωργιάδη, που ζητούσε την καταβολή των οφειλόμενων χρημάτων, αν και ξεκαθάριζε ότι «δεν έκανα προσφυγή για να φύγω από την ομάδα». Σχετικά γρήγορα, πάντως, το θέμα τακτοποιήθηκε, σε συνάντηση του παίκτη με τον Γιώργο Μπατατούδη, που έγινε δύο εβδομάδες αργότερα
Στις 21 Ιουνίου 2001 ο Δημήτρης Ναλιτζής κινήθηκε δικαστικά κατά της ΠΑΕ, ζητώντας την καταβολή του ποσού των 104 εκ. δρχ. Τελικά, η λύση δόθηκε από την… Ουντινέζε, που κατέβαλε στον ΠΑΟΚ σχεδόν μισό δισ. δραχμές για να κάνει δικό της τον υψηλόσωμο φορ.
πηγή: FORZA