Ο ΠΑΟΚ αφήνει πίσω του την εποχή της εσωστρέφειας και μετά από ένα πολύπλοκο διάστημα βλέπει ξανά φως στο τούνελ. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος…
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι μπορεί να συμβολίζει ένα άδειο και σκοτεινό δωμάτιο. Η απουσία, η σιωπή ποτέ δεν μπορεί να ερμηνευτεί με σιγουριά. Μπορεί να μην είναι τίποτα. Μπορεί να είναι και τα πάντα.
Μπορεί να είναι απογοήτευση, θυμός, αδιαφορία, παραίτηση. Μπορεί να είναι φόβος, άγχος, ανασφάλεια. Μπορεί να είναι μια κακή περίοδος δυσθυμίας, ακεφιάς, πίεσης, προβλημάτων πάσης φύσεως. Μπορεί και να είναι, απλώς, μία… τυχαιότητα. Να μην κρύβεται απολύτως τίποτα πίσω από αυτό.
Τα σβηστά φώτα στην προεδρική σουίτα της Τούμπας έγιναν εδώ και καιρό το βασικό επιχείρημα σε ένα εύκολο, εύπεπτο, βολικό αφήγημα, που χωρίς την παραμικρή επιβεβαίωση από κάπου, άρχισε σταδιακά να γίνεται τάση, να εξαπλώνεται σαν ιός, όπως γίνεται στην εποχή μας με τα fake news.
Δομήθηκε με έναν δυσνόητο οικονομικό όρο που μιλούσε για «αποεπένδυση» και άρχισε να δημιουργεί αποσταθεροποιητικές τάσεις σε έναν τεράστιο οργανισμό, όπως ο ΠΑΟΚ που επηρεάζει την καθημερινότητα εκατομμυρίων πιστών του.
Όποιος τολμούσε να αρθρώσει λόγο με νότες αισιοδοξίες, έφτασε να αντιμετωπίζεται περίπου ως εχθρός. Οι άσχημες ειδήσεις πανηγυρίζονταν σαν… γκολ. Οι καλές ειδήσεις, αντιμετωπίζονταν με δυσπιστία, με καχυποψία, ακόμα και με ειρωνεία.
Η σιωπή, η απουσία αντιλόγου δημιούργησε αμηχανία, φόβο, ανασφάλεια σε μεγάλη μερίδα του κόσμου του ΠΑΟΚ, το άσχημο αγωνιστικό φινάλε της περσινής χρονιάς παγίωσαν μία κατάσταση εσωστρέφειας, στα όρια της αυτοκαταστροφής.
Μόνο που η σιωπή, καμιά φορά, δεν είναι τίποτα άλλο παρά στρατηγική επιλογή. Ερμηνεύεται δύσκολα, δημιουργεί τις συνθήκες για κινήσεις για κινήσεις κάτω από τα ραντάρ. Είναι η απαραίτητη κάλυψη-απόκρυψη. Πολλές φορές για να κάνεις ένα βήμα μπροστά, χρειάζεται πρώτα να κάνεις δύο προς τα πίσω. Για να πάρεις φόρα.
Η θορυβώδης μεταγραφή του Κίριλ Ντεσπόντοφ ήταν σαν ένεση αδρεναλίνης σε κάποιον χωρίς σφυγμό. Ξεσήκωσε ξανά τα πλήθη, έφερε ενθουσιασμό, ξεσηκωμό, αισιοδοξία, τα μυαλά άρχισαν να… πονάνε ξανά. Μόνο που η απόκτηση του Βούλγαρου -με όσες σημειολογικές επεκτάσεις έχει- δεν είναι παρά το κερασάκι στην τούρτα. Το άναμμα του προβολέα, μετά από ένα μεγάλο φωτεινό καλοκαίρι, γεμάτο από μικρές κινήσεις που έφερναν νέες αχτίδες φωτός γύρω από τον σύλλογο.
Σε κάθε διαδρομή δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάς την αφετηρία, αλλά και κάθε βήμα στην περπατησιά που σε έφερε ως εδώ. Ο ΠΑΟΚ πέρασε δύσκολα. Ζόρικα. Χρειάστηκε μία γενναία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 15 εκατομμυρίων ευρώ για να διορθωθεί η ζημιά από την περσινή καταστροφική οικονομικά σεζόν. Πως γίνεται να την πραγματοποιεί κάποιος που… αποεπενδύει είναι μία άλλη ιστορία.
Στο ξεκίνημα του καλοκαιριού ο Δικέφαλος είχε να ανέβει ένα βουνό. Ο Γιώργος Σαββίδης μίλησε με θάρρος για «6-7 μεταγραφές που θα γίνουν αυτό το καλοκαίρι», η δήλωση του έγινε μέχρι και αντικείμενο χλευασμού.
Το χειρότερο όμως ήταν άλλοι. Στο εσωτερικό του συλλόγου ήταν γνωστό ότι δύο από τις βασικές σταθερές όλων αυτών των ετών, ο Ίνγκι Ίνγκασον και ο Ντάγκλας Αουγκούστο είχαν αποφασίσει να κατέβουν από το τρένο. Και η απόφαση τους δεν ήταν πια αναστρέψιμη. Μία αγωνιστική, αλλά και επικοινωνιακή καταστροφή.
Φέτος το καλοκαίρι, ο ΠΑΟΚ άλλαξε εντελώς πολιτική, στάση, διαπραγματευτικό ύφος. Έγινε πολύ πιο σκληρός, πιο απαιτητικός, πιο ευθύς. Η αρχική πρόταση της Μίντιλαντ δεν ξεπερνούσε τα 2,5 εκατομμύρια ευρώ. Μετά από απανωτά «όχι» και σκληρά παζάρια, ο Δικέφαλος πήρε σχεδόν 4. Για έναν 30χρονο στόπερ, ο οποίος πνευματικά είχε ήδη φύγει από το κλαμπ. Ένας μικρός διαπραγματευτικός άθλος.