Μιλώντας στο Podcast «Κουβέντα στο ΠΙ & ΦΙ» ορμώμενος από το πέρασμά του στον ΠΑΟΚ και τη μετακόμισή του στις ΗΠΑ για λογαριασμό της Chicago Fire, ο Γιώργος Κούτσιας σε μία εξομολόγηση επισήμανε χαρακτηριστικά πως «αυτό που μου λείπει από τον ΠΑΟΚ το ότι δεν χάρηκα αυτά που ήθελα να χαρώ με την ομάδα» απομονώνοντας ονοματικά και τις περιπτώσεις των Στέφανο Τζίμα, Κωνσταντίνου Κουλιεράκη και Γιάννη Κωνσταντέλια.
Υπενθυμίζεται πως ΠΑΟΚ και Chicago Fire επήλθαν σε συμφωνία αναφορικά με την πώληση του Γιώργου Κούτσια στο αμερικανικό κλαμπ κατόπιν του πρώτου ενδιαφέροντος που είχε εξαρχής εκδηλωθεί και από πλευράς του αθλητικού διευθυντή των Αμερικανών, Γκιόργκ Χάιτζ. Προφανώς και η λογική του ηλικιακού προφίλ της Chicago Fire αναφορικά με τη γραμμή κρούσης και η συνεχής τάση της προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα «χτισίματος», έφερε εκ νέου στο προσκήνιο τον φορ του ΠΑΟΚ και εν τέλει ζυγίζοντας τα δεδομένα οι εμπλεκόμενες πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία.
Ο ΠΑΟΚ «καρπώθηκε» ένα ποσό που αγγίζει τα 2.5 εκατ. συν μπόνους αλλά και ενδεχόμενο ποσοστό μεταπώλησης στo 15%.
Για το πως είναι η ζωή στο Σικάγο:
«Καθημερινά έξω θα έλεγα πως είναι κρύα, κυρίως τον χειμώνα. Επίσης, έχει πολλούς ανέμους, ειδικά όταν έχει κρύο η θερμοκρασία πηγαίνει στους -10 και -12, δηλαδή πηγαίνει σε τρελά νούμερα. Όταν ήρθα, θυμάμαι πως είχε -22 όταν έφτασα και είναι κάτι που δεν το περίμενα, όπως και δεν είναι να βγαίνεις έξω. Την πρώτη περίοδο, όταν πήγα στην ομάδα, κάναμε προετοιμασία σε κλειστό χώρο, γιατί πραγματικά έξω δεν παλεύεται.
Ευτυχώς, έχουν πολύ καλές εγκαταστάσεις, γήπεδα και γίνεται και το προπονητικό κέντρο το οποίο κοστίζει 180 εκ. ευρώ. Δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να κάνουμε προπόνηση εκεί, αλλά το έχω δει, είναι πραγματικά υπέροχο και είναι κάτι που δεν το έχω ξαναδεί. Τον Ιούνιο, όπως όλα δείχνουν θα είναι έτοιμο, θα είναι και κοντά στην πόλη, οπότε η απόσταση θα είναι αρκετά μικρή, σε σχέση με τώρα, γιατί κάνουμε περίπου 25 λεπτά τώρα για να πάμε στο προπονητικό κέντρο που χρησιμοποιούμε».
Για το αν προσαρμόστηκε γρήγορα στο καινούργιο του περιβάλλον:
«Η αλήθεια είναι πως όταν ήρθα, έπαθα ένα σοκ. Όταν πρωτάκουστά πως ενδιαφέρεται η ομάδα στην αρχή είπα οκ, αλλά δεν ήταν κάτι που το είχα στο μυαλό μου. Μετά από 2-3 ημέρες, αφού μίλησα με τον μάνατζερ μου, ήταν όλα διαφορετικά. Άρχισε σιγά σιγά να μπαίνει στο μυαλό μου, κάναμε κάποιες συζητήσεις και όταν έφτασε η ώρα να έρθω, ήταν μια πολύ καλή απόφαση για ‘μένα. Όταν πήρα την απόφαση να μπω στο αεροπλάνο και να φτάσω, ήταν ένα βουνό για ‘μένα. Γιατί έφτασα και ήταν μια τεράστια πόλη, με πολλούς ανθρώπους, πολύ κρύο και ήταν όλα διαφορετικά σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη. Ειδικά οι άνθρωποι είναι πολύ διαφορετικοί και ξεχωριστοί από τους Ευρωπαίους».
Για το αν υπάρχει έντονα το Ελληνικό στοιχείο:
«Δεν είμαι άνθρωπος που θα βγω πολύ έξω και να κάνω παρέες, Πιο πολύ είμαι άνθρωπος, που πηγαίνει στην προπόνηση και μετά στο σπίτι. Έχω δικό μου άνθρωπο εδώ πέρα και θα έλεγα πως είμαι πολύ καλά. Είναι κάτι που με βοηθάει πολύ. Επίσης, υπάρχουν περίπου 300 χιλιάδες Έλληνες, όπως και η Ελληνική κοινότητα. Έχουμε και τον προπονητή που είναι Ελληνοαμερικάνος ο Φρανκ Λόπαζ, οπότε είναι κάτι καλό για ‘μένα, γιατί δεν κάνω πολλές παρέες με Έλληνες».
Για το πως διαχειριζόταν την φήμη που είχε ήδη αποκτήσει σε τόσο μικρή ηλικία στον ΠΑΟΚ:
«Ήμουν 16 χρονών, όταν έκανα την πρώτη μου προπόνηση με την ομάδα του ΠΑΟΚ και στην ουσία εκείνη την στιγμή, ζούσα το όνειρό μου. Είναι πολύ καλό να έχεις όνειρα, εγώ έχω πολλά, τα οποία πρέπει να έχεις σκοπό να τα πραγματοποιήσεις. Όταν έκανα την πρώτη μου προπόνηση με τον ΠΑΟΚ αισθάνθηκα υπέροχα, ήταν κάτι τρελό και πρωτόγνωρο για εμένα.
Ήξερα πως θα γραφόνταν διάφορα θετικά πράγματα για εμένα, όπως το πόσο καλά παίζει, τι ταλέντο είναι, αλλά πραγματικά δεν έδινα καμία σημασία σε αυτά που γράφονταν και προσπαθούσα να μείνω ανεπηρέαστος απ’ ότι λέγονταν και γραφόταν για ‘μένα. Το μόνο που άκουγα, ήταν αυτά που μου έλεγε ο προπονητής μου, ο πατέρας μου και ο ίδιος μου ο εαυτός. Καθημερινά προσπαθούσα, να δίνω τον καλύτερο μου εαυτό στις προπονήσεις, στους αγώνες, παντού».
Για το πως ένιωσε όταν έκανε το ντεμπούτο του με τον ΠΑΟΚ:
«Θυμάμαι τα πάντα από εκείνη την ημέρα. Θυμάμαι που έβλεπα από τον πάγκο τον προπονητή και περίμενα αν θα με φωνάξει για να αλλάξω και να μπω στον αγώνα. Θυμάμαι συγκεκριμένα, πως έτρεξα το τελευταίο σπριντ από το ζέσταμα για να πάω δίπλα στον προπονητή και να μου δώσει τις τελευταίες οδηγίες.
Θυμάμαι πως μου είχε δώσει και ένα χαρτάκι για να το δείξω στον Κρέσπο. Εκείνη την στιγμή είχα ανάμεικτα συναισθήματα και το μόνο που έλειπε ήταν η νίκη, γιατί το παιχνίδι έληξε 1-1. Επίσης, θυμάμαι και το ευρωπαϊκό ντεμπούτο μου με τον ΠΑΟΚ, απέναντι στην Γρανάδα με τελικό σκορ 0-0. Δεν ξεχνάω τίποτα απ’ ότι έχω ζήσει με τον ΠΑΟΚ, σε τόσο νεαρή ηλικία, διότι αυτές οι αναμνήσεις σου δίνουν την δύναμη για να ανταπεξέλθεις και στις δυσκολίες που συναντάς στην ποδοσφαιρική σου πορεία».
Για το τι του λείπει από τον ΠΑΟΚ:
«Η αλήθεια είναι πως μου λείπει από τον ΠΑΟΚ το ότι δεν χάρηκα αυτά που ήθελα να χαρώ με την ομάδα. Το ότι δεν έπαιξα πολλά παιχνίδια, διότι εγώ είχα πολλά όνειρα να πραγματοποιήσω ως ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ. Ήθελα να κάνω μεγάλη καριέρα στην ομάδα, αλλά γίνανε πολλά πράγματα στα 2-3 χρόνια που αγωνίστηκα με την φανέλα του ΠΑΟΚ. Σε αυτά τα χρόνια, υπήρχαν πολλές καλές στιγμές, κάποιες λιγότερες καλές, αλλά γενικά μου λείπει το κάτι παραπάνω, το οποίο θα ήθελα να το ζήσω με την ομάδα. Αυτή την στιγμή δεν έχω απωθημένο με τον ΠΑΟΚ, θέλω να προσπαθώ για να αγωνίζομαι σε όσο το δυνατόν περισσότερο σε υψηλό επίπεδο. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου συμβεί στο μέλλον, τα αφήνω όλα ανοιχτά ως ενδεχόμενα».
Για το πως βλέπει την παρουσία του Τζίμα στον ΠΑΟΚ:
«Με τον Στέφανο δεν παίξαμε μαζί στον ΠΑΟΚ, αλλά παίξαμε δύο παιχνίδια μαζί στην Εθνική νέων. Παίζουμε και οι δύο ως σέντερ φορ, είναι ένας παίκτης με πολλά προσόντα, που προσπαθεί, που δουλεύει και τον παρακολουθώ συνεχώς όταν παίζει με την πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ. Όσες φορές μπαίνει να παίξει, προσπαθεί και τα δίνει όλα και επίσης είναι ένα πολύ καλό παιδί. Του εύχομαι ολόψυχα τα καλύτερα και αν και μέχρι τώρα δεν παίξαμε μαζί στον ΠΑΟΚ, κανείς δεν ξέρει αν στο μέλλον πραγματοποιηθεί και αυτό».
Για το ποια είναι η άποψη του για τον Κουλιεράκη:
«Με τον Κώστα παίξαμε μαζί σε όλες τις μικρές κατηγορίες του ΠΑΟΚ και κάναμε προπονήσεις μαζί στην πρώτη ομάδα. Είναι και αυτός ένα πάρα πολύ καλό παιδί και έχει δουλέψει πολύ καλά. Έχει δέσει πολύ με το σύστημα της ομάδας και πιστεύω πως θα τα πάει καλύτερα. Με τον Κώστα κάναμε και πλάκα στις προπονήσεις, όπως και παρέα εκτός ομάδας».
Για το ποια είναι η άποψή του για τον Κωνσταντέλια:
«Με τον Γιάννη είμασταν μαζί στις ακαδημίες και φαινόταν σίγουρα πως θα παίξει καλό ποδόσφαιρο. Είναι ένα πολύ μεγάλο ταλέντο και χαίρομαι που τα πάει τόσο καλά. Έχει αλλάξει και ωριμάσει ο τρόπος που αγωνίζεται. Είναι ένας παίκτης που βοηθάει πάρα πολύ την ομάδα και αν συνεχίσει έτσι θα κάνει μεγάλη καριέρα στο ποδόσφαιρο. Εύχομαι μέσα από την καρδιά μου όλοι οι νέοι παίκτες να συνεχίσουν την δουλειά που ξέρουν».